Ήταν αρχές Δεκεμβρίου του 1971, όταν ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Ηρακλείου Δημήτριος Τσεβάς αναχωρούσε από την πόλη την οποία υπηρέτησε, σε δύσκολους καιρούς, επί 3 χρόνια. Έφυγε όχι με τη δική του θέληση, ούτε καν ακολουθώντας την υπηρεσιακή μοίρα ενός δημοσίου λειτουργού, που δεν είναι άλλη παρά οι συχνές μετακινήσεις.
Η απομάκρυνσή του από το Ηράκλειο έγινε εξαιτίας της διαφωνίας του με τον παντοδύναμο, τότε, δικτάτορα και «αντιπρόεδρο της κυβέρνησης» της χούντας Στυλιανό Παττακό. Ο αείμνηστος εισαγγελικός λειτουργός είχε συγκρουστεί με τον «αδελφό Στέλιο», όπως περιπαιχτικά τον αποκαλούσαν οι Έλληνες λόγω της σχέσης του με την «κεφαλή» των χουντικών, τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Αφορμή ήταν η υπόθεση της κατεδάφισης του ναού του Σωτήρα, στην πλατεία Κορνάρου.
Ο έντιμος και θαρραλέος Δημήτριος Τσεβάς διαφώνησε ανοικτά και σθεναρά, αλλά φυσικά ο «κύριος αντιπρόεδρος» δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του. Λίγο μετά, ο εισαγγελέας έπαιρνε δυσμενή μετάθεση από το Ηράκλειο για την Αμαλιάδα. Αλλά και στο Ηράκλειο είχε βρεθεί επίσης λόγω της δυσμένειας των δικτατόρων. Η μία δυσμενής μετάθεση τον ακολουθούσε μετά την άλλη.
Η φωτογραφία που παρουσιάζουμε σήμερα είχε ληφθεί την ημέρα της αναχώρησής του από την υπηρεσία. Ανήκει στη συλλογή της κ. Ρένας Γενειατάκη -Ταβλά, που την παρέλαβε από τον αείμνηστο πατέρα της Γεώργιο Ταβλά, ο οποίες «έφυγε» πριν 1 περίπου χρόνο, αφού μάλιστα μας παρέδωσε σειρά φωτογραφιών προκειμένου να τις χρησιμοποιούμε στη στήλη. Πολλές απ’ αυτές πρόλαβε να τις δει δημοσιευμένες.
Στην πίσω πλευρά ο αείμνηστος Γ. Ταβλάς είχε σημειώσει: «3-12-71. Από την αναχώρησιν του Εισαγγελέως κ. Δημ. Τσεβά». Ο εισαγγελέας, που πέθανε το 1992 έχοντας φτάσει στο βαθμό του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, είναι πρώτος στη φωτογραφία που είχε τραβήξει ο Νίκος Χριστοδουλάκης στα σκαλιά του δικαστικού μεγάρου. Πίσω του στέκονται με σεβασμό δικαστικοί υπάλληλοι και δικηγόροι που τον αποχαιρετούσαν. Πίσω στο Ηράκλειο ο Δ. Τσεβάς άφησε πολλούς φίλους, με τους οποίους είχε τακτικές επαφές.
Ο Δημήτριος Τσεβάς ήταν ο εισαγγελέας που μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας διερεύνησε την υπόθεση του Πολυτεχνείου, και συνέταξε το περίφημο πόρισμα το οποίο έχουμε δημοσιεύσει με άλλη ευκαιρία. Το διάστημα που διερευνούσε την υπόθεση, αμέσως μετά την πτώση της χούντας, η Ελλάδα συγκλονιζόταν από τεράστιες αντιχουντικές διαδηλώσεις με τις οποίες δεκάδες χιλιάδες Έλληνες απαιτούσαν πλήρη δικαίωση των θυμάτων και του αγώνα του Πολυτεχνείου, φωνάζοντας το περίφημο σύνθημα «Τσεβά να γίνεις Σαρτζετάκης».
Εννοούσαν, φυσικά, να λάμψει η αλήθεια, υπενθυμίζοντας την προηγούμενη αποφασιστική στάση του νεαρού, τότε, εισαγγελέα Χρήστου Σαρτζετάκη, του μετέπειτα Προέδρου της Δημοκρατίας, στην υπόθεση της δολοφονίας του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη. Κι ο Δ. Τσεβάς δικαίωσε απόλυτα τις προσδοκίες των Ελλήνων με τη στάση του στη δικαστική έρευνα για το Πολυτεχνείο.
Με την αφορμή της παρουσίασης της φωτογραφίας αναδημοσιεύουμε και δύο κείμενα του Δ. Τσεβά, που είχαμε δημοσιεύσει παλιότερα. Μας τις είχε παραδώσει ο γνωστός φαρμακοποιός και συνεπής ερευνητής της τοπικής Ιστορίας, κ. Γιάννης Χλουβεράκης.
Το ένα αφορά στην τελευταία του ομιλία στο Ηράκλειο, λίγες ημέρες πριν αναχωρήσει για την Αμαλιάδα, σε συνεδρίαση της Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων. Και το δεύτερο είναι μια επιστολή που έστειλε ο Δ. Τσεβάς στον κ. Χλουβεράκη, με τον οποίο είχε αναπτύξει μια πολύχρονη φιλία, μόλις εγκαταστάθηκε στην Αμαλιάδα.
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε και τα δύο κείμενα.
Η τελευταία ομιλία
Η τελευταία συνεδρίαση της Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων, στην οποία ο Δ. Τσεβάς παρέστη, έγινε στις 29 Νοεμβρίου 1971.
Από τα πρακτικά εκείνης της συνεδρίασης ο κ. Χλουβεράκης μας παραδίδει την ομιλία που έκανε ο αείμνηστος εισαγγελέας:
“Ηυτύχησα να υπηρετήσω την δικαιοσύνην επί 3ετίαν και πλέον εις τα άγια Κρητικά χώματα. Και έντονον πάντοτε θα διαπερνά την ψυχή μου το ιερόν ρίγος δια το μέγεθος της εις εμέ προσγενομένης τιμής.
Επεστράτευσα όλας μου τας δυνάμεις, σωματικάς, ψυχικάς και πνευματικάς, δια να ανέλθω εις το ύψος των προσδοκιών και αυτών που με ετίμησαν δια της εκλογής των και αυτών που εκλήθην να υπηρετήσω. Δεν γνωρίζω αν το επέτυχα και αν έφθασα εις την κορυφήν. Αλλοι περί τούτου θα κρίνουν. Ανήκω ήδη εις το παρελθόν της πόλεως και περιήλθον εις την δικαιοδοσίαν της ιστορίας της. Αναμένω την αδέκαστον κρίσιν της.
Δικαιούμαι όμως δια το κατʼ εμέ να δηλώσω ότι καθε ημέραν της εδώ παρουσίας μου την έννοιωθα ως μίαν προσευχήν εις τον Ναό της δικαιοσύνης, και μίαν διαρκή προσφοράν υπέρ της κοινωνίας της πόλεως και της περιοχής του Νομού.
Διότι αμετανοήτως πιστεύω ότι του Εισαγγελέως ο κλήρος εξέρχεται των περιορισμένων πλαισίων της στενοκάρδου καθηκοντολογίας και είναι: αποστολή, ευθύνη, δημιουργία.
Απερχόμενος ήδη αισθάνομαι την ψυχικήν πλήρωσιν ότι, όση μοι δύναμις, επετέλεσα εις το ακέραιον το καθήκον μου και ως Εισαγγελεύς και ως άνθρωπος.
Η εις τον χώρον της προστασίας των νέων μικρά συμβολή μου κατά την διαρρεύσασαν 3ετίαν εντάσσεται εις την συνολικήν δράσιν όλων των μελών της Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων Νομού Ηρακλείου και θα εκφράζεται πάντοτε ως πραγμάτωσις μεν υλικήν και συγκεκριμένη από την “Στέγη Ανηλίκων”, ως επιδίωξις δε και μελλοντική αναζήτησις απο το όνειρον του “Κέντρου Νεότητος” και την επιβράβευσιν των αριστέων του πνεύματος και του ήθους μεταξύ των νέων. Η “Στέγη Ανηλίκων” εκ του υπερπερισσεύματος της αγάπης της κοινωνίας αναδυθείσα, καλλιμάρμαρος ήδη υψούται και επιβλητική, έτοιμος και ολοκληρωμένη, ως ίδρυμα αναμορφωτικόν παγκρητίου χρησιμότητας και ακτινοβολίας. Η δια την ίδρυσιν του Κέντρου Νεότητος διαδικασία ήρχισε και βαίνει εξελισσομένη. Και των ηθικών βραβείων ο θεσμός ήρχισεν εφαρμοζόμενος.
Παραδίδων ήδη την σκυτάλην του χρέους θερμότατα πάντας παρακαλώ: συντηρήσατε την “Στέγην”,συνεχίσατε τον θεσμό των ηθικών βραβείων και πραγματοποιήσατε το όνειρον του Κέντρου Νεότητος. Είναι χρέος Ιερόν και συμβολή ελαχίστη εις τον βωμόν της Νεότητος!
Μετʼ ολίγον αναχωρώ. Αφήνω όμως εις το Ηράκλειο τον παλμόν της ψυχής μου, διότι συνεχεται με το έργον μου! Και παίρνω μαζί μου την αγάπην, την άδολον, την αγνήν και πλουσίαν, όλων των αγαθών και φιλονόμων πολιτών, αλλά και των διαφωνούντων τας αντιδράσεις.
Είναι πιστοποιητικά επιτυχίας και τίτλοι τιμής. Η αγάπη μου όμως δια το Ηράκλειον ως αντίκρυσμα και τούτων προσφέρεται.
Σας εκφράζω τας ευχαριστίας μου, την απέραντην ευγνωμοσύνη μου.
Δεχθήτε την συγκίνησίν μου. Ευτυχήτε”.
Δημήτριος Δημοσθ. Τσεβάς
Εισαγγελεύς”
Η επιστολή
στον κ. Χλουβεράκη
Στην επιστολή που έστειλε στον κ. Χλουβεράκη ο Δ. Τσεβάς, στις 17 Δεκεμβρίου 1971, ανέφερε:
“ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ
ΑΜΑΛΙΑΔΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ
Αμαλιάς 17-12-1971
Αγαπητέ μου Γιάννη Χαίρε!
Ελάχιστες μόνον ημέρες επέρασαν από την εξ Ηρακλείου αναχώρησή μου, και νόστος βαθύς, φλογερός, δυνατός κατέλαβε την ψυχή μου!
Ισως ζητεί να ξαναβρεί τον παλμόν τον... εκεί αφημένον.
Και σαν να μην αρκεί ο πόνος, η θλίψη, η απογοήτευση και αηδία, ατίθαση και απείθαρχη η σκέψη μου βρίσκεται πάλι εκεί και πάντα κοντά σας.
Στο Κάστρο το θρυλικό, που έμεινε βαθειά χαρακιά στο πνεύμα και την ψυχή μου! Εκεί που η σκέψη γοργόφτερη και το πάθος καλπάζον ανέβασε το “είναι” μου σε ιλιγγιώδεις κορυφές ανατάσεων, αλλά και εδοκίμασε της απογοήτευσης την πρικόχολη γεύση!
Μνήμες, απογοήτευση, θλίψη, προοπτικές και ελπίδες είναι της εδώ ζωής μου η θλιβερή, μονότονη, αλλά και ενθαρρυντική συνοδεία. Ζω περισσότερο με το “χθες” και ατενίζω το “αύριον”. Αγνοώ και δεν γνωρίζω το “σήμερα”.
Βρίσκομαι στην Αμαλιάδα, γράφω στο γραφείο μου τις λίγες αυτές γραμμές και όμως νοιώθω ξένος, από το περιβάλλον, τους ανθρώπους, απʼ όλα!
Με περίμεναν με κορυφωμένη για το πρόσωπό μου την περιέργεια. Με είδαν... με άκουσαν... Τίποτε όμως πια δεν με συγκινεί. Αποστρέφομαι τον θαυμασμό, αποφεύγω την κολακεία, με πνίγει του λιβανωτού το θυμίαμα. Εγινα απόκοσμος, περισσότερο πνευματικός, βαθειά σοβαρός και ελαφρά μελαγχολικός. Νοιώθω την ψυχή μου πιο καθαρή και τον χαρακτήρα μου περισσότερο γαλβανισμένο στης δοκιμασίας την φλόγα. Ισως ήταν ανάγκη και αυτό να συμβεί.
Δεν οφείλω βεβαίως χάριτας στα σκουλήκια τα σιχαμερά, εσυνήθισα μόνο να αποφεύγω υπερήφανα και γαλήνια του φθόνου και της κακίας των τα δηλητηριώδη τσιμπήματα...
Πέρασαν έξι (6) μόνον ημέρες της εδώ διαμονής μου και μου φαίνεται χρόνος, βαρύς, μολυβένιος, θλιβερός και δυσκίνητος. Αλλοίμονον αν συνεχισθεί για πολύ. Θα ήτο τραγικό και αβάσταχτο!
Ευτυχώς συντροφεύομαι από το... (μη προς Θεού σκέψιν πονηράν) απο το διάβασμα. Διάβασμα συνεχές, εντατικό, σοβαρό. Να λοιπόν και άλλο καλό!
Εσύ όμως αγαπητέ τι κάνεις;
Θα έπληξες ήδη μετά τας... εκλογάς! Και δεν είχες τον φίλο σου τον εισαγγελέα να πιείς και ένα ποτηράκι, νερό όμως και αρβανίτικο όπως θα έλεγε ο Σφυρής. Ξέχασα όμως της... τζαμαρίας το πλάνο: πανόραμα... που χυμώδη αφήνει τη ματιά και τη σκέψη να ξεχυθούν σε περιπλανήσεις τερπνές, ξέφρενες και αλόγιστες, και μετά μιάν λαμπράν τροχιάν μετεώρου άδοξα να προσγειωθούν στην...κρήνη του Μοροζίνη στην πρώτη αγωνιώδη και επιτακτική της ... Λένας φωνή! Γιάννη που βρίσκεσαι;
Βλέπεις φίλτατε ότι στην τόση μου θλίψη το χιούμορ δεν με εγκατέλειψε.
Αρκετά όμως φλυάρησα και σε κούρασα.
Εγκαρδίους χαιρετισμούς στον Λευτέρη, τον Φραγκούλη, τον Σπανάκη, τον Σταυρινίδη κ.λ.π.
Να μου ασπασθείς τον Νίκο τον Χατζάκη.
Τον σεβασμόν μου στην Λένα και φιλιά στα παιδιά.
Με τις θερμές μου ευχές για τα Χριστούγεννα και το νέο έτος.
Σε ασπάζομαι με αγάπη
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΣΕΒΑΣ”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου