Καταπληκτική είναι η παραλλαγή της κρητικής παράδοσης που διασώζει ο Νίκος Ψιλάκης στο έργο του "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη":
"Στην Κρήτη πιστεύανε πως "έλαμπε σαν τον ήλιο η μούρη τζης, ήτανε όμορφη και την ερέγουνταν όλοι. Για να μην παντρευτεί έναν ειδωλολάτρη που την εζύγωνε, ήδωκε μια τση πέτρας και η πέτρα άνοιξε και μπήκε μέσα και έμεινε εκεί για να την ξεχάσουν. Τότες επαρακάλεσε το Θεό να της αλλάξει το πρόσωπο, να την κάμει άσκημη, να μη τζη σιμώνει κανένας.
Ο Θεός τσή 'πεψε την Ευλογιά και αυτή τση έκαμε τζιμπήματα σα δαγκάματα στο πρόσωπο. Επέρασε καιρός και κανένας δεν την εγνώρισε. Ούτε ο πατέρας της την εγνώρισε. Επήγε στο σπίτι του ντυμένη ατζιγγάνα και την ελυπήθηκε που την είδε βλογιασμένη και τση πέταξε ένα κομμάτι ψωμί, αυτός που δεν έδινε ούτε τ'αγγέλου του νερό...".
Στην παραπάνω παράδοση η Ευλογιά δεν εμφανίζεται ως νόσημα, αλλά ως γυναίκα που προκαλεί δαγκώματα στο πρόσωπο και αφήνει μόνιμες ουλές. Η δοξασία αυτή είναι πανελλήνια. Ωστόσω, στην Κρήτη η Αγία Βαρβάρα, εκείνη που προκάλεσε την αρρώστια της "κρατεί μια βέργα και όπου δει την ευλογιά δεν την αφήνει ούτε να σταθεί. Όταν είδε τη μούρη τζης στον καθρέφτη εφοβήθηκε και έκλεισε με τα χέρια τα μάτια τζης για να μη θωρεί. Επαρακάλεσε, λοιπόν, το Θεό να τση δώσει τη χάρη να γιατρεύει την ευλογιά. Κι ο Θεός δεν τση χάλασε χατήρι." "
Ο Δημήτρης Λουκάτος σημειώνει και μια γοητευτική λεπτομέρεια από την αντίστοιχη παράδοση της Νάξου που συνδέει την αγία με τις πικροδάφνες! Η Βαρβάρα, ζητώντας να γίνει άσχημη, λυπάται και την ομορφιά της που δε θέλει να χαθεί ολότελα κι έτσι "απευθύνεται στα βουνά, στα δάση και στην πικροδάφνη και λέει:
-Πάρτε, όρη, τα κάλλη μου, και δάση τα μαλλιά μου,
κι εσείς, αγριοπικροφύλλαδα, πάρτε την ομορφιά μου."
Κι από τότε, λοιπόν, η πικροδάφνη πήρε την ομορφιά της και ανθίζει όμορφα λουλούδια!
"Στην Κρήτη συνήθιζαν να κάνουν δοξολογίες σε όλα τα τρίστρατα όταν διαφαινόταν απειλή επιδημίας. Και οι λιτανίες σταματούσαν υποχρεωτικά όχι μόνο στα σταυροδρόμια, όπως συνέβαινε σε όλες τις λιτανεύσεις, αλλά και στα τρίστρατα όπου έριχναν αγιασμό." (Νίκος Ψιλάκης, "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη")
Αλλά και σύμφωνα με το Λουκάτο, που παραθέτει στοιχεία από το έργο τουΔημητρίου Αρχιγένη, "Η ζωή στη Σμύρνη", "μόλις φανερωνόταν στη Σμύρνη "συρμός", δηλ. επιδημία της ευλογιάς (που από φόβο την έλεγαν και "γλυκιά" και "μελογαλούσα"), οι φτωχογειτονιές ιδιαίτερα καλούσαν τον παπά γι'αγιασμό, που τον εδιάβαζε στη μέση του τρίστρατου, κι άγιαζε μ'αυτόν τον γύρω χώρο και τους ανθρώπους."
Και συνεχίζει το απόσπασμα του Λουκάτου: "Κι αφού έφευγε ο παπάς, οι νοικοκυρές που είχανε μικρά παιδιά, στήνανε στο τρίστρατο ένα τραπέζι χαμηλό, μεγάλο κι απάνω του ακουμπούσαν μια "λεγένη" μελό-γαλο και πανεράκια με φέτες από ψωμί ζεστοφούρνιστο. Τρεις μητέρες έπρεπε να παρασταθούν. (Δεν θυμίζουν τις Τρεις Μοίρες;). Η μία έκοβε τις φέτες το ψωμί' η άλλη βουτούσε την κάθε φέτα στο μελόγαλα' κι η τρίτη επασπάλιζε το μελόψωμο αυτό με κανέλλα και τό'δινε στο κάθε παιδί, που είχαν μαζευτεί. Και τού'λεγε να πει: ¨Μέλι και γάλα στη στράτα τση!" δηλ. της προσωποποιημένης Ευλογιάς."
Μια αντίστοιχη μικρασιατική εκδοχή (Σιγή, Μ.Ασίας) παραθέτει και ο Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας"): "παίρνουν προζύμι και κάνουν μια πίτα με αλεύρι, την ψήνουν στο φούρνο και, άμα ψηθεί, την περιχάνε με το μέλι. Τη βάζουνε κατόπιν πάνω σ'ένα τραπέζι και το τραπέζι το βάζουν πάνω σ'ένα τριδρόμι. Εκεί πάει ο παπάς και κάνει παράκληση' κατόπιν την κόβει η νοικοκυρά και την μοιράζει στον κόσμο. Από το μέλι της πίτας κάνουν σταυρό στην πόρτα τους. Όσον καιρό είναι επιδημία η "ευλογημένη" μοιράζουν όλο γλυκά."
Όσο για την Κρήτη: "Το γλυκό της ημέρας της εορτής έχει πάντα μέλι. Σε πάρα πολλά χωριά της Κρήτης, ιδιαιτέρως σ'αυτά που υπήρχε ναός της Αγίας, συνήθιζαν να κάνουν λουκουμάδες. Μόνο στα παιδιά και στους αρρώστους έδιναν γάλα, επειδή πίστευαν ότι με μέλι και με γάλα γιατρεύεται η ευλογιά, άρα ο ίδιος συνδυασμός μπορεί και να αποτρέψει την αρρώστια. Οι μεγάλοι δεν έπιναν γάλα, λόγω σαρακοστής." (Νίκος Ψιλάκης, "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη")
Όμως πέρα από το μέλι και τις μελόπιτες, πολλαχού στον ελληνικό χώρο συνηθίζαν να ετοιμάζουν κόλλυβα ή κολλυβοζούμι σαν προσφορά. Ο Γεώργιος Μέγας, αναφερόμενος στο Μπαϊντίρι της Μ.Ασίας σημειώνει πως την παραμονή της γιορτής: "Οι γειτόνισσες κάθε σταυροδρομιού πήγαιναν η καθεμιά από κάτι που χρειάζουνταν, για να γίνει η "βαρβάρα", δηλαδή η εορτάσιμος πανσπερμία.
Άλλη πήγαινε το στάρι, που το κοπάνιζαν εκεί "έξω στο σταυροδρόμι", άλλη τη ζάχαρη, τις σταφίδες, το αμύγδαλο, το καρύδι, τα μυρωδικά και "εκεί έξω την έβραζαν". Το πρωί φώναζαν έναν παπά να την διαβάσει και κατόπιν τη μοίραζαν στα σπίτια τους με τις ρετσελόκουπες.". Και συνεχίζει παρακάτω:
"Κόλλυβα, που λέγονται σπερνά, βράζουν την ημέρα της γιορτής τα περισσότερα σπίτια στο Αργοστόλη κ.α. και "τα πηγαίνουν μέσα σε κανίστρια αποβραδίς στον εσπερινό στην εκκλησία. Τα κάνουν για να τους φυλάει από την ευλογιά. Από τα διαβασμένα σπερνά παίρνουν ως 40 κλωνιά και τα περνούν με το βελόνι σε μια κλωστή, σαν χάνδρες. Γίνεται έτσι ένα μικρό κομπολόγι, περιδέραιο, που το βάζουν απάνω από το κεφάλι της αγ.Βαρβάρας (το κόνισμα του σπιτιού), κρεμασμένο από το ίδιο καρφί με το εικόνισμα.
Εκεί μένει όλο το χρόνο κι είναι φυλαχτικό, να μη μπει η αρρώστια στο σπίτι."
Ανάλογα έθιμα καταγράφει κι ο Λουκάτος: "Στα χωριά της Ξάνθης, βράζουν σιτάρι, χυλωμένο με αλεύρι, με ζάχαρη και μυρωδικά, "τη βαρβάρα", όπως λένε, και τα μοιράζουν στα σπίτια." Στη Δράμα, όπου η αγία Βαρβάρα είναι και πολιούχος, "βρέχουν αποβραδίς σιτάρι, το κοπανίζουν να φύγει η φλούδα, το βράζουν μαζί με όσπρια, ώσπου να γίνει χυλός και το σερβίρουν σε κούπες. Στολίζουν την επιφάνεια του χυλού με σχέδια από ψίχα καρύδι, κανέλλα, γαρύφαλλο, να φάει όλη η οικογένεια, και το πρωί μοιράζουν τρεις κούπες σε τρία σπίτια που έχουν παιδιά. (Αν έχει κι η οικογένεια παιδιά μπορεί να λάβει από άλλους.)".
Στα χωριά της Καβάλας, "φτιάχνουν πολτό από στάρι και όσπρια, σαν κολλυβόζουμο. Στο σιτάρι ρίχνουν από εννιά σπόρους(συμβολικός αριθμός, που επιδιώκεται πάντα μονός) του κάθε είδους όσπριο: φασόλια, φακές, ρεβύθι, καλαμπόκι κ.α. (θύμηση κι εδώ των σπυριών της αρρώστιας). Στον χυλό αποπάνω ρίχνουν ζάχαρη, κανέλλα, αμύγδαλα, καρύδια (ο γλυκασμός για την ευλογιά, που ευφημιστικά τη λέγανε "γλυκιά"). Τον πηχτό αυτό χυλό, που τον λένε "τα βάρβαρα", τον πήγαιναν παλιότερα στην εκκλησία, το πρωί, να λειτουργηθεί, κι ύστερα τον μοίραζαν ανταλλακτικά (μέσα σε πιάτα ή κούπες) σε εννιά (πάλι) σπίτια."
Από την άλλη, ο Νίκος Ψιλάκης μας πληροφορεί πως στην Κρήτη καθιερωμένο εθιμικό φαγητό τη μέρα τούτη, που πέφτει μέσα στη νηστεία των Χριστουγέννων, είναι τα ρεβύθια και πως "τα μικρότερα όσπρια (φακές, παπούλες) δε χρησιμοποιούνται εκείνη τη μέρα γιατί θυμίζουν σπυράκια"! Και παρατηρεί πως "ίσως η χρήση τους σε μια διαδεδομένη θεραπευτική πρακτική (το σκέπασμα των πληγών με ροβιθόζουμο) να έγινε αιτία ώστε να αποκτήσουν και προληπτικό χαρακτήρα."
Τα παιδιά και οι λοιπές παθήσεις:
Επιπλέον, "εκτός από την ευλογιά η Βαρβάρα θεωρήθηκε στην Κρήτη και προστάτιδα των παιδιών από άλλες αρρώστιες, όπως η ανεμοβλογιά και η ιλαρά, δηλαδή από νοσήματα που εκδηλώνονται συνήθως στην παιδική ηλικιά. Επίσης πιστευεται ότι προστατεύει από παθήσεις των οφθαλμών και από αιφνιδίους θανάτους." (Νίκος Ψιλάκης, "Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη")
Αλλά η αγία Βαρβάρα είναι προστάτιδα και του Πυροβολικού. Αυτή η ιδιότητά της συνδέεται με την παράδοση πως ο ίδιος της ο πατέρας τη βασάνισε και τη σκότωσε(βλ.Οι παραδόσεις μας κι η Αγιά Βαρβάρα) και πως η Θεία Δίκη ήρθε πάνω του με μορφή κεραυνού! Σημειώνει ο Λουκάτος:
Η εικονογραφία της αγίας δείχνει την ίδια με κόκκινο ιμάτιο του αίματος και με ποτήριο του μαρτυρίου, και στο βάθος πίσω της τον πύργο "της φυλακής" με το τριπαράθυρο λουτρό, και κάποτε τη σφαγή από τον πατέρα της, με τον κεραυνό, που τον τιμώρησε." Και: "Πολλαπλή απόρροια από το γενικό συναξάρι της... είναι, από το ένα μέρος, η αναζήτηση της προστασίας της σε διάφορες σχετικές περιστάσεις (σε μολυσματικές αρρώστιες, σε αστραπόβροντα, σε πυρκαϊές, σε πολεμικούς βομβαρδισμούς, σε φυλακίσεις, σε καταπλάκωση ορυχείων,κ.α., κι από το άλλο η ανακύρηξή της σε πάτρωνα-προστάτρια σχετικών επαγγελμάτων και συντεχνιών, όπως των πυροβολητών, των πυροσβεστών, των μεταλλορύχων, αρχιτεκτόνων και οικοδόμων."
Επίσης, μια δεισιδαιμονία που αναφέρει ο Μέγας για τη μέρα αυτή είναι πως "οι γυναίκες δε σκουπίζουν' την κρύβουν μάλιστα τη σκούπα "για τα παιδιά 'είναι καλό." (Καστοριά)."
Στη Δράμα, όπου και είναι πολιούχος η Αγία, λαμβάνει χώρα κι ένα ακόμη ιδιαίτερο έθιμο (πηγή: http://local.e-history.gr/pages/viewpage.action?pageId=8487698, 2ο Γυμνάσιο Δράμας, Αναστάσης Παπουτσής):
"Το όνομα της περιοχής είναι συνδεδεμένο με την εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας, πολιούχου της Δράμας, που υπάρχει στην περιοχή. Η σημερινή εκκλησία κτίστηκε το 1920 πάνω από τη λιμνούλα. Το ψηλό καμπαναριό της αντικατοπτρίζεται στο βυθό των νερών, στο χώρο που λένε ότι υπήρχε το παλιό εκκλησάκι.
Η παράδοση διατηρεί ακόμα τους θρύλους γύρω από το χτίσιμο της εκκλησίας. Σύμφωνα με την παράδοση, κατά τους Βυζαντινούς χρόνους υπήρχε ένα εκκλησάκι στο χώρο που βρίσκεται σήμερα η λίμνη. Οι Τούρκοι, όταν κατέλαβαν την πόλη το 1380, το γκρέμισαν και στη θέση του προσπάθησαν να φτιάξουν ένα τζαμί. Με θαύμα της Αγίας Βαρβάρας όμως, κατά την ημέρα της γιορτής της πλημμύρισε η περιοχή και το κτίσμα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Οι κάτοικοι το θεώρησαν θαύμα της Αγίας -την οποία και ανακήρυξαν Πολιούχο της πόλης- καθιερώνοντας από τότε κάθε παραμονή της γιορτής της, στις 4 Δεκεμβρίου, το εξής έθιμο: πολλά νεαρά κορίτσια της πόλης πήγαιναν την παραμονή της γιορτής στον εσπερινό που τελούνταν και αφού έπεφτε το σούρουπο, άναβαν κεριά στον ανατολικό τοίχο της λίμνης.
Όση ώρα καίγονταν τα κεριά, οι νεαρές κοπέλες προσεύχονταν για υγεία και ένα καλό "τυχερό", αφού η Αγία Βαρβάρα, εκτός από προστάτιδα του Πυροβολικού, ήταν και προστάτιδα των κοριτσιών που τις προφύλαγε από γλωσσοφαγιά και βοηθούσε τα τυχερά του γάμου τους. Πολλά μάλιστα από τα νεαρά κορίτσια τοποθετούσαν αναμμένα κεριά σε μικρές ξύλινες σανίδες και τα έριχναν στην λίμνη. Τότε εκφράζανε τις ευχές τους και, ανάλογα με την πορεία που θα είχε η σανίδα με τα κεριά, έβγαιναν αληθινές. Θεωρούσαν αποτυχία αν έσβηναν τα κεριά, αλλά αυτό δεν τις πτοούσε τόσο, αφού έτρεφαν την ελπίδα ότι εκείνο το βράδυ θα εμφανιζόταν η Αγία στον ύπνο τους και θα εκπλήρωνε τις ευχές τους.
Την άλλη μέρα, ανήμερα της γιορτής και κοντά στο χάραμα, μαζεύονταν πάλι τα νεαρά κορίτσια στην λίμνη και αφού πλένονταν με τα νερά που θεωρούσαν ότι είχε αγιάσει η Αγία από το προηγούμενο βράδυ, καλημερίζονταν μεταξύ τους και έδιναν ευχές η μία στην άλλη. Έπειτα παρακολουθούσαν τη Θεία Λειτουργία και φεύγοντας έπαιρναν μαζί τους σε ειδικό σκεύος, λίγο από το αγιασμένο νερό της λίμνης.
Σήμερα, το έθιμο αυτό συνεχίζεται από δεκάδες παιδιά της πόλης.
Την παραμονή της γιορτής τα μικρά παιδιά ρίχνουν καραβάκια στολισμένα με κεριά στη λιμνούλα. Γίνεται μάλιστα και διαγωνισμός και βραβεύεται το καλύτερο από αυτά.
Επίσης, το απόγευμα της παραμονής της γιορτής της Πολιούχου, δηλαδή στις 3 Δεκεμβρίου κάθε χρόνο, γίνεται λιτάνευση της Ιερής Εικόνας της Αγίας Βαρβάρας από το φερώνυμο ναό στους κεντρικούς δρόμους της πόλης.
Στη συνέχεια προσφέρεται η παραδοσιακή "βαρβάρα" (γλυκιά σούπα που μαγειρεύουν οι νοικοκυρές της Δράμας κάθε χρόνο) από την Ένωση Κυριών Δράμας και όλοι κατευθύνονται στη λίμνη, για να ρίξουν τα παιδιά τα καραβάκια τους."
Οι προσφορές κι οι αγιασμοί στα τρίστρατα (τριόδους), οι μελόπιτες και το μέλι, τα πολύσπορα, κλπ, υποδηλώνουν μια άμεση σύνδεση με αρχαιοελληνικά (προχριστιανικά) λατρευτικά έθιμα, μια σύνδεση/συνέχεια που, προφανώς, λαμβάνει χώρα σε πάρα πολλά από τα έθιμα και τις παραδόσεις του τόπου μας.
Η τρί-οδος που περικλύει τον διαχρονικά σημαντικό και συμβολικό αριθμό τρία και που συνδέεται και με άλλα εθιμικά στοιχεία, όπως το κάψιμο του πρωτομαγιάτικων στεφανιών του Άη Γιαννιού...
Τα πολύσπορα (ή κόλλυβα) που συνήθως έχουν να κάνουν με απαρχές καρπών και αποτελούσαν προσφορές και των αρχαίων μας προγόνων, όπως, π.χ., κατά ταπυανέψια)...
Το πολύτιμο και θεραπευτικό μέλι που προσφερόμενο ως "πλακούντας" ("μελόπιτα") ή ως "πελανός" (=παχύρρευστο μείγμα εξ αλεύρου, μέλιτος και ελαίου χεόμενον επί των βωμών ως προσφορά, ως θυσία εις τους θεούς//ομ. και καιόμενον επί των βωμών// ομ. αναφέρεται απλώς ως θυόμενος: Αισχ.Περσ.204 "αποτρόποισι δαίμοσι...θύσαι πελανόν", λεξικό Δ.Δημητράκου), ή ακόμη ως "μελίκρατο" (=κράμα τι μέλιτος και γάλακτος, προσφερόμενον εις τας ψυχάς των νεκρών και τους καταχθονίους θεούς: Οδ.κ519 "χοήν χείσθαι πάσιν νεκύεσσι, πρώτα μελικρήτω, μετέπειτα δε ηδέϊ οίνω", λεξικό Ι.Πανταζίδη)...
Σύμφωνα με το Γεώργιο Μέγα: «Θα ήταν πραγματικά δύσκολο να εξηγηθούν οιμελόπιτες, η πανσπερμία και η έκθεσή τους στο «τρίστρατο», αν δε μας βοηθούσαν οι γνώσεις μας για την αρχαία κουροτρόφο θεά, την Εκάτη.
Οι Έλληνες πίστευαν πως η Εκάτη, ως ενοδία ή τριοδίτις θεά, ήταν εγκατεστημένη στα τρίστρατα, όπου προς το βράδυ, τις τελευταίες μέρες του μήνα, όταν δηλαδή άρχιζε η νέα σελήνη, τοποθετούσαν πάνω στους βωμούς και κάτω από τα αγάλματα τροφές για τη θεά, τα λεγόμενα «Εκαταία» ή τον «Εκάτης δείπνον». Αν λάβουμε υπόψη, ότι αυτός ο τρόπος ετοιμασίας και έκθεσης των προσφορών στην Αγία Βαρβάρα συναντάται ιδιαίτερα στη Μ.Ασία και ότι η λατρεία της Εκάτης επικρατούσε κυρίως εκεί (από όπου η τριοδίτις θεά μεταφέρθηκε νωρίς στην αρχαία Ελλάδα ως θεά της μαγείας) καταλαβαίνουμε ποια αρχαία θεότητα αντικατέστησε, ως βοηθός του ανθρώπου, η Αγία Βαρβάρα.»
Αλλά ας δούμε τί γράφει περιληπτικά και ο Αθανάσιος Σταγειρίτης στην "Ωγυγία" (ή Αρχαιολογία) του σχετικά με τα δείπνα της Εκάτης:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου