Έτσι, επιδίδονται σ’ ένα παιγνίδι κυριαρχίας: από τη μία πλευρά, ο Βόγκλερ ισχυρίζεται ότι για να δημιουργηθεί η μαγεία στο θέατρο, θα πρέπει ο σκηνοθέτης να χειραγωγήσει τους ηθοποιούς και να αποδομήσει το κείμενο.
Η διαρκής αυτοαναφορά του Μπέργκμαν μέσα από τον ρόλο του Βόγκλερ σκιαγραφεί το πρόταγμά του για τη θέση του σκηνοθέτη ως αυτού που πατρονάρει, χειρίζεται, ελέγχει και τελικά διαθέτει την ευχέρεια να αφήσει τον ηθοποιό εκτεθειμένο πάνω στη σκηνή.
Από την άλλη πλευρά, η Άννα απαντά στις επικρίσεις του σκηνοθέτη με την επίκληση του συναισθήματος: όταν γυρνάει στο σπίτι, κλαίει από απελπισία.
Ο Βόγκλερ συνεχίζει το δριμύ gaslighting, υποδεικνύοντάς της ότι πρέπει να σταματήσει να υποκρίνεται στην πραγματική ζωή, διότι αυτό απομειώνει τη ζωτικότητα που οφείλει να βγάλει πάνω στη σκηνή, με τη διαπίστωση ότι, όταν οι ηθοποιοί ανακαλούν εμπειρίες για να μπορέσουν να αποδώσουν τους χαρακτήρες που υποδύονται, τότε το θέατρο μετατρέπεται σ’ ένα πλαίσιο που καθιστά εύκολη την υποκριτική στην προσωπική ζωή.
Το ερώτημα για το ποιος χειραγωγεί και ποιος χειραγωγείται ή αν αυτό γίνεται αμφίδρομα μένει επίσης ανοικτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου