Η Δραπετσώνα είναι δημοτική ενότητα του Δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας της περιφερειακής ενότητας Πειραιά στην Αττική. Έχει πληθυσμό 13.968 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2011 και έκταση 1,725 τ.χμ.
Βρίσκεται στο ΝΔ άκρο της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά περιλαμβάνοντας την Ηετώνεια ακτή με τις πύλες Ε1 για Δωδεκάνησα και τις πύλες Ε2 για Χίο, Μυτιλήνη. Συνορεύει βόρεια με την Ανάσταση Κερατσινίου, νότια με την Ηετώνεια ακτή, ανατολικά με τον Άγιο Διονύσιο, την ακραία δυτική συνοικία του κεντρικού Πειραιά και την πρώην βιομηχανική περιοχή Γκάζι-Παπαστράτος. Το όριο είναι η οδός Αγίου Δημητρίου.
Δυτικά βρέχεται από τη θάλασσα και την είσοδο του στενού της Σαλαμίνας, ενώ σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκεται η νήσους Ψυττάλεια με το εργοστάσιο βιολογικού καθαρισμού, όπου γίνεται η επεξεργασία των λυμάτων της Αττικής.
Μέσα στα όρια του Δήμου Δραπετσώνας στα ανατολικά πολύ κοντά στην εκκλησία και τη γέφυρα του Αγίου Διονυσίου βρίσκονταν τα Βούρλα όπου λειτούργησε στο παρελθόν το συγκρότημα οίκων ανοχής και μετέπειτα φυλακή πολιτικών κρατούμενων.
Η Ηετώνεια ακτή περιβάλει τον οικισμό της Δραπετσώνας. Στα νότια και δυτικά κινείται η σύγχρονη περιμετρική λεωφόρος του ΟΛΠ με πολλές γέφυρες και τούνελ που ενώνει απευθείας την Δραπετσώνα με το Κερατσίνι.
Η οδός Εθνικής Αντιστάσεως διασχίζει την Δραπετσώνα στην μέση, είναι ο κεντρικότερος δρόμος που ξεκινά από το Δημοτικό Στάδιο Δραπετσώνας πάνω από την Ηετώνεια ακτή και καταλήγει στο μεγάλο πάρκο Ηλία Ηλιού απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Διονυσίου. Είναι κεντρικός δρόμος με πολλά καταστήματα, εστιατόρια και καφετέριες.
Η χερσόνησος της Δραπετσώνας ήταν ένας βοσκότοπος με τα ίχνη των αρχαίων ερειπίων επάνω της. Οι δύο πύργοι της Ηετιώνειας Πύλης, θεμέλιο τείχους που κάλυπτε τον αρχαίο ναύσταθμο στον όρμο Κρεμμυδαρούς, ένα θεμέλιο κυκλικού κτίσματος στα δυτικά, στην περιοχή του μετέπειτα εργοστασίου Λιπασμάτων.
Η έκταση προφανώς χαρακτηριζόταν από ρέματα και γυμνούς λοφίσκους, με κορυφές πεπλατυσμένες ή με μεγάλες πλακερές πέτρες, γι’ αυτό χαρακτηρίστηκε πιθανότατα με μια αρχαία λέξη σαν την «Τραπέζι», «Τραπέτζι», «Τραπέτζα» (στην Κάσο), με την κατάληξη –ώνα, μεγεθυντική ή δηλώνουσα το πλήθος από όμοιες, που έδωσε και την ονομασία Τραπετζώνα.
Πρώτες ενδείξεις αραιού εποικισμού παρατηρούνται μετά την ίδρυση του νεότερου Πειραιά, τη δεκαετία του 1830. Η πρώτη εκκλησία, ο Άγιος Διονύσιος, από τις παλιότερες της περιοχήςλειτούργησε μετά το 1834 ως το πρώτο νεκροταφείο της νεοσύστατης πόλης.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα άρχισε να οικοδομείται μικρή έκταση ανάμεσα στα Βούρλα και τον Άγιο Διονύση.
Από τη δεκαετία του 1910 και κυρίως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έρχεται ένα μεγάλο πληθυσμιακό κύμα προσφύγων και στήνεται ο μεγαλύτερος προσφυγικός συνοικισμός παραπηγμάτων της Αττικής, παράλληλα με άλλους οργανωμένους όμως οικισμούς της Νέας Κοκκινιάς, Ανάστασης, Αμφιάλης κ.α
Κατά τα μεσοπολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια στη συνοικία αναπτύχθηκαν ταβέρνες που συγκέντρωναν ομάδες μουσικών με ρεπερτόριο το ρεμπέτικο τραγούδι.
Πριν από την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο δικτάτωρ Ιωάννης Μεταξάς επιχείρησε ανεπιτυχώς να μετονομάσει την συνοικία της Δραπετσώνας σε "Συνοικισμό της 4ης Αυγούστου".
Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, οι μετακατοχικές κυβερνήσεις επιχείρησαν να "αναμορφώσουν" την παραγκούπολη της Δραπετσώνας προχωρώντας στην ανέγερση οργανωμένης δόμησης πολυκατοικιών, αποσκοπώντας ταυτόχρονα και στην εξασθένηση των "αριστερών" τάσεων της εν λόγω εργατικής συνοικίας.
Τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο 1960, οι κάτοικοι αντέδρασαν με εξέγερση στην επιχείρηση της κατεδάφισης των παραπηγμάτων.
Η "Μάχη της Παράγκας" όπως ονομάστηκε απέτρεψε την εξαφάνιση της παραγκούπολης. Το σχέδιο επεβλήθη τελικά από η δικτατορία των συνταγματαρχών μετά το 1967, οπότε και εκτάσεις απαλλοτριώθηκαν υπέρ του κράτους και οι παράγκες γκρεμίστηκαν.
Το 1968 αρχίζει η ανέγερση μεγάλων οικοδομικών συγκροτημάτων εργατικών κατοικιών για τη στέγαση αυτών.
Κατά το τέλος του 19ου αιώνα το λιμάνι του Πειραιά εκβαθύνθηκε και επεκτάθηκε πέρα από την Ηετιώνεια περιλαμβάνοντας τον Προλιμένα. Από τότε η Δραπετσώνα, άρχισε να αποτελεί τόπο ίδρυσης βιομηχανικών και μεγάλων λιμενικών εγκαταστάσεων.
Οι Μόνιμες Κτιστές Δεξαμενές (1898-1912), ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Αγίου Διονυσίου των ΣΕΚ (1904),[6] το Μηχανοποιείο και Ναυπηγείο Γεωργίου Βασιλειάδη (1906), το εργοστάσιο της Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων-Λιπάσματα Δραπετσώνας (1909), το εργοστάσιο τσιμέντων ΑΓΕΤ "Ηρακλής" (1911), το Σιλό Σιτηρών (1936) είναι οι μεγαλύτερες μονάδες ή εγκαταστάσεις που κτίστηκαν στην ακτή της Δραπετσώνας.
Ο σύγχρονος δήμος καλύπτει έκταση περίπου 2 τετραγωνικών χιλιομέτρων σε μεγάλο τμήμα της οποίας οικοδομήθηκαν εργατικές κατοικίες. Ο πληθυσμός της ανέρχεται σύμφωνα με την απογραφή του 2001 σε 13.399 άτομα. Η παράκτια ζώνη της περιοχής μέχρι στιγμής δεν έχει αξιοποιηθεί, μετά την απομάκρυνση των χημικών εγκαταστάσεων Λιπασμάτων.
Το οικόπεδο του εργοστασίου Λιπασμάτων, το οποίο ισοπεδώθηκε το 2002, παραχωρήθηκε στον Δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας το 2015 προκειμένου να διαμορφωθεί αστικό πάρκο.
Από το 2011 η περιοχή (και πρώην Δήμος) της Δραπετσώνας είναι ενοποιημένος δήμος με το Κερατσίνι, με βάση το σχέδιο Καλλικράτη, και αποτελούν τον Δήμο Κερατσινίου - Δραπετσώνας.
Ο παλιός Δήμος Δραπετσώνας είχε αποσπαστεί από την πόλη του Πειραιά το 1950 και υπάχθηκε στο Δήμο Κερατσινίου. Ένα χρόνο μετά, το 1951 αναγνωρίστηκε ως Δήμος, χάρη στις προσπάθειες του Ιωάννη Χριστόπουλου, κατοίκου της περιοχής από πριν την Μικρασιατική καταστροφή.
Στην περιοχή αυτή κατά την αρχαιότητα πιθανολογείται και η θέση του αρχαίου δήμου Θυμοιταδών, που αποτελούσε τμήμα του Τετρακώμου του Πειραιά. Πρώτος οικιστής και δήμαρχος του δήμου ήταν ο Γεώργιος Μ. Αφάρας (1899-1967).
Το αναπτυξιακό σχέδιο που έχει κατατεθεί για την περιοχή της Δραπετσώνας προβλέπει ανάπλαση από την ακτή Βασιλειάδη έως το λιμένα Ηρακλέους. Έργα και παρεμβάσεις προϋπολογισμού εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στοχεύουν στην αξιοποίηση της ακτής με σκοπό να την καταστήσουν σημαντικό ναυτιλιακό κέντρο του Σαρωνικού.
Ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς πρόκειται να κατασκευάσει το κέντρο στην πρώην βιομηχανική ζώνη Δραπετσώνας- Κερατσινίου με χρηματοδότηση από την Εθνική Τράπεζα, έκταση περίπου 640 στρεμάμτων.
Θα εγκατασταθεί Ναυτιλιακό Επιχειρηματικό Κέντρο, καθώς και δύο σύγχρονες μαρίνες στους όρμους της περιοχής. Η πρώτη θα εξυπηρετεί τον ελιμενισμό yacht και megayacht και προσανατολίζεται σε ψυχαγωγικές και τουριστικές δραστηριότητες, ενώ η δεύτερη θα συγκροτήσει ναυτιλιακό όμιλο που θα προσανατολίζεται σε ναυταθλητικές δραστηριότητες.
Ο Άγιος Διονύσιος, η πρώτη εκκλησία που χτίστηκε στην περιοχή στις αρχές του 19ου αιώνα, ανήκει σήμερα στην γειτονική συνοικία του Πειραιά Παπαστράτος ή Άγιος Διονύσιος. Οι ευσεβείς πρόσφυγες που έφτασαν στην Δραπετσώνα μετά την Μικρασιατική καταστροφή έκτισαν μετά το 1925 μια σειρά από μεγαλοπρεπείς ναούς.
Ο ναός του Αγίου Φανουρίου, στην καρδιά της πόλης, οικοδομήθηκε από το 1922 αρχικά σαν πρόχειρη σκηνή, σε δεύτερη φάση τον έχτισαν με πέτρα και κοκκινόχωμα και το 1952 με την τελική του μορφή.
Πολύ κοντά στον ναό του Αγίου Φανουρίου, στην ίδια πλατεία Βάρναλη, οικοδομήθηκε από το 1925 ο ναός του Αγίου Παντελεήμωνος, δωρεά της Συμιακής Φωτεινής Κουντουδιού, ο ναός ολοκληρώθηκε το 1938 οπότε άρχισε και η λειτουργία του.
Στον ναό του Αγίου Παντελεήμονα αναγγέλθηκε το 1951 από τον τότε πρωθυπουργό Θεμιστοκλή Σοφούλη η ανακήρυξη της κοινότητας σε δήμο.
Ο Ιερός ναός Αναλήψεως Δραπετσώνας εγκαινιάστηκε απο τους πρόσφυγες το 1927, το 1952 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του και ξεκίνησε η λειτουργία του. Στον ναό της Αναλήψεως μεταφέρθηκαν τα λείψανα των Αγίων Αναργύρων απο την Μαλακοπή της Μικράς Ασίας και πολύτιμα αντικείμενα από άλλες εκκλησίες.
Η ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑ
Επιστρέφουμε στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Οι πληγές του εμφύλιου πολέμου όχι μόνο δεν έχουν κλείσει οριστικά, αλλά έχουν εξελιχθεί σε σπινθήρα πολιτικού διχασμού με την ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, την Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου, την ΕΔΑ και κάτι που αρχίζει να μοιάζει με παρακράτος, να αποτελούν τα πιόνια μιας νοσηρής σκακιέρας.
Την ίδια εποχή, οι μεγαλουπόλεις αρχίζουν να αλλάζουν σχεδόν βίαια, με τις πρώτες πολυκατοικίες να ανεγείρονται, αφού προηγουμένως είχαν γκρεμιστεί τα παραγκόσπιτα που βρίσκονταν εκεί. Αυτή ήταν η νέα πραγματικότητα των ανθρώπων της Δραπετσώνας.
Ο ίδιος ο Θεοδωράκης έχει διηγηθεί το πως γράφτηκε το τραγούδι: «Ο Tάσος Λειβαδίτης, θυμάμαι, είχε έλθει στο σπίτι μου στη Nέα Σμύρνη και είχε ακούσει ένα μέρος από ένα κοντσέρτο για πιάνο που είχα αρχίσει να γράφω. Tου άρεσε πολύ, έβαλε λόγια στη μουσική και έτσι γράψαμε το ‘‘Mάνα μου και Παναγιά’’.
Για να βγει σε δίσκο, όμως, έπρεπε να γράψουμε άλλο ένα τραγούδι, να το ‘‘ζευγαρώσουμε’’, γιατί τότε βγαίνανε οι δίσκοι μικροί, με δύο τραγούδια ο καθένας. Ο αδελφός μου είχε προτείνει να γράψω ένα τραγούδι για τα γεγονότα. Εκείνη την εποχή, η κυβέρνηση ήθελε να διώξει τους πρόσφυγες απ’ τις παράγκες τους στη Δραπετσώνα, χωρίς να τους δώσει αποζημίωση.
Για εκείνους ήταν ένας αγώνας επιβίωσης, ένας αγώνας ζωής ή θανάτου, καθώς πήγαιναν οι μπουλντόζες και τους ξήλωναν τα σπίτια.
Mια μέρα, πηγαίνοντας με το αυτοκίνητο προς την ‘‘Kολούμπια’’ για φωνοληψία τού ‘‘Mάνα μου και Παναγιά’’, μου ήρθε ξαφνικά η έμπνευση για τη ‘‘Δραπετσώνα’’, μπροστά στο θέατρο Kαλουτά. Σταμάτησα απότομα και έγραψα τη μελωδία.
Tο ίδιο βράδυ τηλεφώνησα στον Λειβαδίτη, του τραγούδησα απ’ το τηλέφωνο τη μελωδία κι εκείνος έγραψε τους στίχους. Έτσι βγήκαν τα δύο τραγούδια σ’ένα 45άρι»
Στην πρώτη εκτέλεση τραγουδά ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης ενώ μπουζούκι παίζει ο Μανώλης Χιώτης»
Οι στίχοι του Τάσου Λειβαδίτη
Μ’ αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός
Κάθε καρφί του πίκρα και λυγμός
Μα όταν γυρίζαμε το βράδυ απ’ τη δουλειά
Εγώ και εκείνη όνειρα, φιλιά
Το ‘δερνε αγέρας κι η βροχή
Μα ήταν λιμάνι κι αγκαλιά και γλυκιά απαντοχή
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε ψυχή.
Πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας
Στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
Εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί
Ένα κρεβάτι και μια κούνια στη γωνιά
Στην τρύπια στέγη του άστρα και πουλιά
Κάθε του πόρτα ιδρώτας κι αναστεναγμός
Κάθε παράθυρό του κι ουρανός
Κι όταν ερχόταν η βραδιά
Μες στο στενό σοκάκι ξεφαντώναν τα παιδιά
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε καρδιά
Πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας
Στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
Εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί
Με πληροφορίες από Peiraias News, Fos Online.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου