Ο Αγροτικός Βίος Στο Δημοτικό Τραγούδι Της Κρήτης

 Καθρέπτης της ψυχής του λαού μας, μέτρο πνευματικότητας και πιστοποιητικό ομοιογένειας , ζωντάνιας, ανθρωπιάς και συνέχειάς του είναι το δημοτικό τραγούδι μας, με τη ζωντανή, μουσική και αρμονική γλώσσα του, το μέλος του το εξαίσιο και το περιεχόμενό του το πλουσιότατο.

Ο γεωργός της Κρήτης , έχει πυκνή την παρουσία του , στο δημοτικό έμμετρο λόγο του νησιού.


P6200040

Ας δούμε μόνο μερικά από το πλήθος που συναντάμε

Ο γεωργός πουλεί τα ακίνητά του για να ξεχρεώσει  «βαροχαρατσώματα»  σε βάρος του:
« Ένας κοντός κοντούτσικος είχ΄ όμορφη γυναίκα
   Κι εβαροχαρατσώσαν τον εννιά χιλιάδες άσπρα.
   Πουλεί περβόλια, λιόφυτα, σπίθια και κρεβατίνες…»

ενώ ένας άλλος ομοιοπαθής του πουλεί ακόμη και  « τση γεμωτής»

« Ένας κοντός κοντούτσικος είχ΄ όμορφη γυναίκα
   κι εβαροχαρατσώσαν τον άσπρα σακούλια δέκα.
   Πουλεί χωράφι΄ αθέριστα , πουλεί και θερισμένα,
   Δεν τονε σώνουν τον κοντό το χρεός του να βγάλει.
   Πουλεί και μύλους δώδεκα μαζί με μυλωνάδες,
   Πουλεί μελίσσια εκατό με τσι μελισσολόγους…»

Βασικά σύνεργα του αγροτικού βίου χαρίζονται  «στο νιο γαμπρό»
«Χαρίζω και του νιόγαμπρου ζευγάρια δεκαπέντε
  με πρωτομέρια ζευτικά κι αλέτρια ασημένια
  και με γυμνιά και μ΄ όχερες , ζυγούς μαλαματένιους…»


230315_145917545481337_3409124_n

Εικόνες , σύνεργα και ονοματολογίες του παλαιότατου αγροτικού βίου της Κρήτης, συναντώνται επίσης σε παραλλαγές πρωτοχρονιάτικων καλάντων,

11. «…Βρίσκουνε’  κεια το Βασιλειό απού ΄ κανε ζευγάρι.
        Καλώς τα κάνεις, Βασιλειό, καλό ζευγάρι κάνεις
        Καλό το λέμενε κι εμείς , καλό και βλοημένο,
16…Για πε μου Βασιλέα μου , τι σπέρνεις την ημέρα?
        Σπέρνω σιτάρι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε,
        Ταγή και ρόβι  δεκαοχτώ, κι από νωρίς στο σταύλο.
        Μα σεν, αφέντη, σου ΄ πρεπε το πλιά καλό ζευγάρι,
20      Το ρούσο και το μελισσό και το λαμπαδοκέρι
Να ΄ ναι το αλέτρι σου λυγιά και ο ζυγός σου δάφνη
και να ν΄ το βουκεντράκι σου βασιλικού κλωνάρι…»

Σε άλλη παραλλαγή πρωτοχρονιάτικων καλάντων  έχομε και ειδήσεις για τα αγαθά που βρίσκονται στο σπίτι του γεωργού του νησιού μας, από τα οποία (σε είδος) φιλοδωρούμε τους καλαντιστάδες:

58      «Άψε , βαγίτσα το κερί και, βάγια το λυχνάρι,
για ιδέ και για συντήρηξε είντα θα μασε δώσεις.
59      Απάκι γη λουκάνικο γη ΄ πο μερό κομμάτι
κι απού την μαύρην όρνιθα κιανέναν τσικινάκι,
κι απού το κρασοπίθαρο κιαμιάν κουπιά κρασάκι,
      64   κι απού το λαδοπίθαρο έναν κάρτο λάδάκι…»

Λεξιλογικό πλούτο και βιωματικές εικόνες , από την παραδοσιακή αρτοποίηση και λοιπή χρήση των σιτηρών , διακρίνουμε στο ιστορικό ριζίτικο:

« Μια μαύρη μάνα ζύμωνε του γιου τζη παξιμάδια,
 και με τα δάκρυα ζύμωνε και με τα  μοιρολόγια,
 και με τσι αναστεναγμούς επύρωνε το φούρνο…»

Ο θερισμός, ο αλωνισμός και οι λοιπές εργασίες του παραδοσιακού  αγροτικού βίου…
«….ως τον θερίζουν τον καρπό κι αφήνουνε τη ράπη,
   δούδουν τση καλαμιάς φωθιά, μαυρίζει το χωράφι,
  ετσά ν΄κι εμέ η καρδούλα ν μου μαύρη κι αραχνιασμένη…»

«Γύρω να γυρίσομε
 ν΄ αχεροβολίσομε.
Νέτε, νέτε , νέτε , γειά σας,
Κι όλα τ΄ άχερα δικά σας…»
«’Αλεθε μύλε άλεθε, ν αλέσομε το στάρι,
  Γιατί δεν έχομε ψωμί να κάνομε πιτάρι.»

Η ευχάριστη διάθεση που δημιουργείται και από την εξασφάλιση των απαραίτητων αγαθών και χρειωδών του γεωργού της Κρήτης, έχει αθανατιστεί στους στίχους του ριζίτικου τραγουδιού.

«Σιγά σιγά ΄βρέχεν ο Θιός και σιγανά χιονίζει,
  κι έχει το κρύγιος στα βουνά , το χιόνι στσι μαδάρες,
  κι απού ΄χει σπίθια ροδωτά και σπίθια ρωδωμένα
  κι έχει καρπούς στ΄ αμπάρια του και λάδι στα πυθάρια
  και στα βαρέλια του κρασί και ξύλα στην αυλή του
  κι έχει και κόρη και φιλεί και στη φωθιά καθίζει,
  δεν τονε νοιάζει ο βοριάς αν βρέχει, αν χιονίζει.»

580693_312043012202122_573997239_n

 ¨ Ο κατά παράδοσιν ελαιοκομικός βίος¨ της Κρήτης στο Ριζίτικο.

« Ανάθεμα τσι και τα΄ ελιές και να ξεριζωθούνε,
   πόσες αγάπες γίνονται ώστε να μαζωχτούνε.
   Στα ελιοδομαξώματα θα ν΄ έρθω στο χωριό σου,
   Κι ά δε θα σμίξουμε τα δυό, το φταίξιμο  δικό σου.»
«Το λάδι πάλι το ΄βανα στο λύχνο το μεγάλο
 Κι εκείνος το κατάλυσε, τ΄ αμμάθια θα του βγάλω…»

Ο μελισσοκομικός βίος:
«Ποτέ μου δεν εζήλεψα σ’ αμπέλια , σε περβόλια,
  μηδέ σε μελισσόκηπους μηδέ κι εισέ κοπάδια…»

Ο κυνηγετικός βίος της Κρήτης:
« Πάνω στην πάχνη του χιονιού , σκύλα λαγό ζυγώνει,
   κι ήτον η σκύλα γλήγορη, μονοχνοτά στο χιόνι,
   κι ελόξεψε του κυνηγού , σκοτώνει ο νιός τη σκύλα.»
«…Τρεις πόρους έχουν τα λαγκά κι αφήστε μου τον ένα,
  κι αν έρθει αγρίμι , παίζω του, λαγός, βαρώ του θέλω,
  κι αν έρθει πετροπέρδικα, να τηνε πιάσω θέλω.»


580156_324920050914418_962436876_n

Πηγή:Σταμάτης Αποστολάκης (Ειδήσεις περί αγροτοποιμενικού βίου στο δημοτικό τραγούδι της Κρήτης)- Πεπραγμένα Η’ Κρητολογικού Συνεδριίου- Εταιρεία Κρητικών ιστορικών μελετών-2000

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου