Oι Βρύσες είναι χωριό στο νομό Χανίων το οποίο είναι έδρα του Δήμου Αποκορώνου.
Είναι ένα σχετικά νέο χωριό, το οποίο αναγνωρίστηκε ως ξεχωριστή κοινότητα το 1925, αλλά σήμερα έχει γίνει μεγάλο κέντρο εμπορικής και οικιστικής δραστηριότητας από τους δραστήριους εμπορικά κατοίκους του.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει 740 μόνιμους κατοίκους, ενώ το δημοτικό διαμέρισμα έχει 794 κατοίκους και περιλαμβάνει τους οικισμούς Φιλίππος και Γετίμ Μετόχι. Στις Βρύσες λειτουργούν 4 Σχολεία (Νηπιαγωγείο & Ολοήμερο, Δημοτικό & Ολοήμερο, Γυμνάσιο και ΤΕΕ), Δημαρχείο, Αστυνομικό Τμήμα, Πυροσβεστικό Σταθμό, Ταχυδρομείο, Αγροτικό Ιατρείο και Εθνική Τράπεζα.
Στο χωριό λειτουργούν επίσης καταστήματα, κταβέρνες, καφενεία και χώροι διαμονής. Η κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η γεωργία, κυρίως εσπεριδοειδή και ελιές, και η κτηνοτροφία.
Οι Βρύσες είναι κτισμένες στους πρόποδες των Λευκών Ορέων (Μαδάρες) σε υψόμετρο 62 μέτρων.
Το χωριό βρίσκεται 16 χιλιόμετρα ανατολικά των Χανίων, στη διασταύρωση της εθνικής οδού Χανίων - Ρεθύμνου - Ηρακλείου και την επαρχιακή οδό που καταλήγει στα Σφακιά.
Από το χωριό περνούν τρεις ποταμοί:
Ο Μπούτακας: Οι πηγές του είναι ανάμεσα Εμπρόσνερο και Βαφέ. Τρέχει το χειμώνα και την άνοιξη και πιο πολύ όταν φυσάει νότιος άνεμος και λιώνει το χιόνι στις Μαδάρες.
Το όνομά του προέρχεται εκ του εν-βαίνω > εμπαίνω > μπαίνω, δηλαδή ποταμός που μπορεί να μπει κανείς μέσα να βουτήξει. Οι ποταμοί Μπούτακας και Βρυσιανός συμβάλλουν στις Βρύσες.
Τα Φαρμακερά: Ο ποταμός αυτός έρχεται από το Νίππος και Βαφέ
Πέρα από αυτούς, από το χωριού περνούν και τα εξής ριάκια:
Το Ροτάκι: Τα νερά του έρχονται από την περιοχή του Εμπροσνέρου.
Το ρυάκι του Καρυδιού: Έρχεται από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο Καρύδι και χύνεται στον ποταμό της Πηγής. Ρυάκι Αναβρετής:
Τα νερά του έρχονται από το μετόχι Γετίμι και χύνεται στον ποταμό της
Ο ποταμός της πηγής:
Τα νερά του ποταμού αυτού έρχονται από τα βουνά και τα ρυάκια των χωριών Νίππος, Τζιτζιφέ και Πεμόνια.
Το χωριό έχει αρκετή υγρασία λόγω των ποταμών, κρύο τον χειμώνα αλλά και αρκετή δροσιά το καλοκαίρι.
Κοντά στις Βρύσες υπήρχαν οι αρχαίες πόλεις Αμφίμαλον (από Βενού Κεφαλά ως και ξενοδοχείο “Φερενίκη”) και ο αρχαιός οικισμός Φίλιππος. Αμφιμάλιον κατά το Δέφνερ σημαίνει το μέρος που έχει γύρω τριγύρω κάμπους αμφί- (=από τις δυο μεριές) και -μαλ- που σημαίνει πεδινός π.χ. Ομαλός, Μάλεμε, Μάλια, μάμαλο, αντιμάμαλο κ.λ.π.
Ο αρχαίος οικισμός Φίλιππος (πιθανώς των αμέσως μετά το Μεγαλέξανδρο, χρόνων), στη θέση “Ψηφωτά” ως Αλίκαμπο. Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, κατασκευάστηκε στον ποταμό Μπούτακα μια τοξωτή γέφυρα, γνωστή ως Καμάρα. Η περιοχή που βρίσκεται η καμάρα είναι γεμάτη από Μινωικά αλλά και Ρωμαϊκά όστρακα και πλίνθοι Ρωμαϊκών χρόνων πιθανώς κιβωτιόσχημων τάφων.
Τον ποταμό τώρα αυτό γνωστό σαν Αμφιμαλιακό ποταμό αλλά και καμάρα από βενετσιάνικους χάρτες ή και Γκαργκαδόρο από την προφορική παράδοση (πληροφορία Μιχ. Μαρινάκη Καλαμίτσι Αμυγδάλι), συναντάμε σαν Βαμμένο - Βαφέ ποταμό στο χρυσόβουλο των Κομνηνών (Αλεξίου του Α’ 1082 μ.Χ.) ως δυτικό όριο του φέουδου των Γαβαλάδων (ανατολικό ο ποταμός του Πέτρου).
Ως τοποθεσία οι Βρύσες στη διάρκεια της επανάστασης του 1866-69 υπήρξε θέατρο μαχών, οι Τούρκοι πολιορκήθηκαν στο Κεφαλοβρύσι, αποκλείστηκαν από το νερό της πηγής και υποχρεώθηκαν να επιχειρήσουν έξοδο, που κατέληξε σε ήττα τους.
Η θέση αυτή πήρε και το όνομα «Φούρνοι» επειδή έμειναν πίσω από τον τούρκικο στρατό οι πρόχειροι φούρνοι όπου έψηναν ψωμί. Το χωριό το 1925 αποσάπστηκε από τη κοινότητα Βαφέ και έγινε της κοινότητας βρυσών. Στο κέντρο του χωριού υπάρχει μεγάλη γέφυρα, που χτίστηκε μετά τον πόλεμο.
Η παλιά γέφυρα που είχε χτιστεί τον περασμένο αιώνα από ένα χριστιανό πασά, παρασύρθηκε από τον κατακλυσμό, το 1942. Μέχρι το 1960 λειτουργούσε στις Βρύσες λιγνιτορυχείο.
Το 1971 στο χωριό προσαρτήθηκε ο οικισμός Πετρουλήδες. Το 1997, οι Βρύσες ορίζονται έδρα του δήμου Κρυονερίδας και το 2010 έδρα του δήμου Αποκορώνου
Ανατολικά των Βρυσών, στον ανισόπεδο κόμβο ακριβώς της εθνικής με την παρακαμπτήριο, βρίσκεται η Ελληνι(στι)κή Καμάρα, γέφυρα Ελληνορωμαϊκών χρόνων (300 π.Χ. ως 300 μ.Χ. χοντρικά).
Η καμάρα ήταν αρχικά κτισμένη με δόμους (ογκόλιθους) χωρίς συνδετική λάσπη, όμως μετά την κατακρήμνιση της, ξαναχτίστηκε με συνδετική ύλη (ασβεστοκονίαμα). Λατομείο για την εξασφάλιση των ογκόλιθων είναι ακριβώς δυτικά της γέφυρας η κοίτη του ποταμού όπου φαίνονται ακόμη οι αναβαθμοί των λατόμων.
Το ψηλότερο σημείο του τόξου απέχει από την κοίτη του ποταμού 8,40 μ. κι έχει μέγιστο άνοιγμα τόξου 11,10 μ., ενώ ο τοίχος έχει πάχος 4,8 μ. Στις αρχές του αιώνα μας, στα 1918, τη γέφυρα περιγράφει ο περιηγητής Δέφνερ που διασώζει κι ένα τραγούδι της από το Μπρόσνερο.
Η γέφυρα θεωρείται από τις παλιότερες της Κρήτης κι έζευγνε μέρος της βόρειας αρτηρίας της Κρήτης γνωστή μετέπειτα στη βενετοκρατία σαν βασιλική στράτα (1645 - 1669 μ.Χ.).
Θρύλοι που συνδέονται με την Ελληνική Καμάρα είναι πολλοί. Κατά ένα θρύλο (αφήγηση Κυρ. Παινεσάκη, Βαφές), το κλειδί της καμάρας έχει τοποθετήσει ένας άντρας μόνος του ο “Έλληνας Μάρκος”.
Σε εποχές επίσης παλιότερες που δεν υπήρχε υπεράντληση υδάτων και στην “Καμάρα” παρέμενε κόλυμπος, υπήρχαν θρύλοι ότι το βράδυ της πρωτοχρονιάς, άνοιγαν τα νερά κι έβγαιναν νεράιδες από υπόγεια κρυστάλλινα παλάτια. Οι θρύλοι αυτοί εξαφανίστηκαν στις μέρες μας μαζί με τα νερά.
Στην ευρύτερη περιοχή επίσης αναφέρεται ο θρύλος της χρυσής γουρούνας με τα δώδεκα χρυσά γουρουνάκια (Λύκαινας γα λα το τροφού σας;) που κι αλλού στην Κρήτη απαντά καθώς κι ο θρύλος της “Λιθωμένης αρκούδας” στον παρακείμενο Άγιο Αντώνη.
Στην Αγία Παρασκευή επίσης έχουν βρεθεί δακτυλίδια (αργυρά ή μολυβένια) καθώς και κλειδαριές σπιτιών σε τάφους, σημείο ότι ο νεκρός είναι ο τελευταίος αποθανών από αδερφοσύνη ολόκληρη “κι έκλεινε το σπίτι” (πληροφορία Αγγελάκη Ηλία, Βρύσες). Εκτός από το τραγούδι που αναφέραμε ήδη και διασώζει ο Δεφνερ το 1918 στο Μπρόσνερο κι εκείνο που αναφέρει ο Αντώνης Γιανναράκης από τους Λάκκους (Κάτω στο Μαύρο Ποταμό…).
Τραγούδι διέσωσε κι ο Παπαγρηγοράκης στη συλλογή του “Πέρα στη μπάντα τω Χανιώ” και που τα επαναδημοσιεύει ο Αποστολάκης στην πρόσφατη συλλογή του “Ριζίτικα της Κρήτης” (εκδόσεις Γνώση).
Τραγούδι επίσης για την Ελληνική Καμάρα διασώθηκε στο χωριό “Χαμιντιέ” της Συρίας από την τουρκοκρήτισσα Γιασεμώ Μαρκάκη "Στην πέρα μπάντα τω Χανιώ, στην πόδε του Ρεθύμνους". Τελευταία, η αρχαιολογική υπηρεσία, άρχισε εργασίες αποκατάστασης του μνημείου που θα πρέπει να αποκατασταθεί και να δια μορφωθεί ο χώρος σε πάρκο αναψυχής.
Επίσης υπαρχει η Καμαρα του Κουτσου η οποια βρισκεται στα συνορα με τον Βαφέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου