Στις 8 Δεκεμβρίου του 1966 συνέβη μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες της χώρας μας. Το επιβατηγό – οχηματαγωγό «Ηράκλειον» βυθίστηκε κοντά στη βραχονησίδα Φαλκονέρα, προκαλώντας το θάνατο 224 ανθρώπων.
Πολλά έχουν γραφτεί στη διάρκεια των δεκαετιών που μεσολάβησαν από το ναυάγιο, σχετικά με τις αιτίες που το προκάλεσαν και έτσι όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε πως επρόκειτο για ένα παλιό δεξαμενόπλοιο, που είχε αγοραστεί από τους αδελφούς Τυπάλδους το 1964 και είχε μετατραπεί σε επιβατηγό – οχηματαγωγό, εκτελώντας δρομολόγια από και προς την Κρήτη.
Οι μετατροπές είχαν επιπτώσεις στην ευστάθεια του πλοίου, αλλά παρ’ όλα αυτά είχε πάρει άδεια πλοϊμότητας από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. Το μοιραίο φορτηγό-ψυγείο που φορτώθηκε τελευταία στιγμή στο πλοίο δεν στερεώθηκε σωστά, με αποτέλεσμα στη διαδρομή, λόγω των κλυδωνισμών από την έντονη θαλασσοταραχή, να προσκρούσει στην -πρόχειρα στερεωμένη- μπουκαπόρτα και να την ανοίξει.
Τα νερά εισέβαλαν ορμητικά οδηγώντας στη βύθιση του πλοίου μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 224 νεκροί και 47 μόλις επιζώντες. Εικάζεται ότι οι νεκροί ήταν πολύ περισσότεροι, καθώς υπήρχαν δεκάδες επιβάτες χωρίς εισιτήριο επάνω στο πλοίο.
Στη δίκη που ακολούθησε οι υπαίτιοι καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης μόλις 5-7 ετών, ξεσηκώνοντας τη λαϊκή οργή. Όσο για αποζημιώσεις, επιδικάστηκαν ποσά ύψους 10.000 δραχμών για τους συγγενείς των θυμάτων (ο μέσος μισθός εκείνη την εποχή ήταν 2.800 δραχμές).
Ωστόσο λίγοι κατάφεραν να εισπράξουν έστω και αυτά τα ψίχουλα, καθώς η εταιρία των Τυπάλδων πτώχευσε και τα περιουσιακά της στοιχεία κατασχέθηκαν από τις τράπεζες.
Και αν αναρωτιέστε γιατί δεν αποζημιώθηκαν από την ασφαλιστική εταιρία στην οποία ήταν ασφαλισμένο το πλοίο, η απάντηση είναι απλή: δεν είχε θεσμοθετηθεί ακόμη η υποχρεωτική ασφάλιση για αστική ευθύνη έναντι τρίτων και το πλοίο ήταν ανασφάλιστο.
Το σκεπτικό το εξήγησε με αποστομωτικό κυνισμό ένας εκ των ιδιοκτητών του πλοίου, ο εφοπλιστής Σπύρος Τυπάλδος: «Το Ηράκλειον ήταν ανασφάλιστο διότι δεν με συνέφερε. Είχα 37 βαπόρια, δεν με συνέφερε να έχω ασφάλεια. Έπρεπε να πληρώνω 2 εκατομμύρια ασφάλιστρα. Δύο χρόνια να μη μου συνέβαινε τίποτε, έπαιρνα ένα βαπόρι. Καταλάβατε;
Το πολύ-πολύ να έκανε μία σύγκρουση, να έπεφτε σε ένα βράχο, να χτυπήσει από λάθος του καπετάνιου ή να το πετάξει ο καιρός και να πνιγούνε ένας-δυο… και να πω, κύριε θα τους βγάλω… εκείνη την εποχή 40-50 χιλιάδες δραχμές αποζημίωση. Είχαν αξία τα λεφτά τότε».
Πέπη Μοίραλη
https://privateinsurance.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου