Την παραμονή των Φώτων η νηστεία όλων, μικρών και μεγάλων ήταν αυστηρή. Την επόμενη ημέρα θα πίναμε το αγίασμα κι έπρεπε να είμαστε "καθαροί". Έβραζαν τα «παληκάρια» για να φάμε εμείς, αλλά και για να ταϊσουν εκείνη τη βραδιά τα ζώα τους. Τα λέγαμε και « ψαροκόλλυβα» ή «παπούδια», ή «μαγερειά».Η ονομασία "παπούδια" μάλλον οφείλεται στη συρρικνωμένη επιφάνειά τους και όψη τους.
Ήταν κουκιά φασόλια, στάρι, ρόβι, λαθούρι, αρακά, ρεβύθια. Τα έβραζαν, τα σύρρωναν, τα αλάτιζαν και τα έδιναν στα ζώα τους. Έλεγαν πως αυτό το βράδυ τα ζώα μιλούσαν με ανθρώπινη λαλιά. Τα ρωτούσε ο Θεός, αν ήταν ευχαριστημένα από τη συμπεριφορά και την περιποίηση, που έκαναν σ' αυτά τα αφεντικά τους.
Γι αυτό δεν έπρεπε να έχουν παράπονα. Φρόντιζαν τα αφεντικά ιδιαίτερα για τη διατροφή των ζώων τους εκείνη την ημέρα. Η περιέργειά μας ήταν έντονη, για να ακούσομε τα ζώα να μιλούν. Γι αυτό νύχτα της παραμονής των Φώτων κρυφακούαμε έξω από το στάβλο, μήπως ακούσομε τις παράξενες ομιλίες των ζώων. Ποτέ όμως δεν τα καταφέραμε και η περιέργεια παρέμενε…
Τα «παληκάρια» χρησιμοποιούσαν και οι χωριανοί ως τροφή τους νηστήσιμη την παραμονή των Φώτων ή κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής. Το πρωί πετούσαν ψημένα "παπούδια" στα δώματα των σπιτιών, στους δρόμους, στα αλώνια, για να ταϊσουν τα πετούμενα (πουλιά) και να χορτάσουν, ώστε να μην τους κάνουν ζημιές στις καλλιέργειές τους και να τρώνε τους σπόρους των σιτηρών, που δεν είχαν ακόμη φυτρώσει και βλαστήσει
.
Η συνήθεια αυτή συνδέεται με την προσφορά που έκαναν οι αρχαίοι Αθηναίοι προς τον Απόλλωνα κατά την εορτή των Πυανεψίων. Ετυμολογικά: Πυανέψια=πύανος(κύαμος)+ έψω= κουκιά ψήνω. Έβραζαν ιδίως κουκιά μέχρι να γίνουν πολτός, μαζί με άλλα όσπρια και ξεφλουδισμένο κριθάρι. Γίνονταν σε ανάμνηση του τάματος του Θησέα στον Απόλλωνα στο νησί Δήλος, πως , αν γυρίσουν από την Κρήτη και το Μινώταυρο σώοι στη γη της Αττικής, θα έκαναν αυτές τις θυσίες προς τιμή του.
Την ημέρα των Φώτων πίναμε αγίασμα, αφού είχαμε νηστέψει την παραμονή. Οι γονείς έριχναν σταγόνες αγίασμα στις γωνιές του σπιτιού και στους κήπους και χωράφια. Σε μικρό μπουκαλάκι φύλασσαν αγίασμα μέχρι τα Φώτα του επόμενου χρόνου. Ο παπάς του χωριού περνούσε από όλα τα σπίτια για να φωτίσει. Κρατούσε την αγιαστούρα με το αγίασμα.
Με ένα ματσάκι μανουσάκια και ψάλλοντας «εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου,Κύριε..»,μας ράντιζε στο μέτωπο, προσκυνούσαμε το σταυρό και μας φώτιζε. Ράντιζε και όλα τα δωμάτια. Τον ακολουθούσαν δυο τρεις χωριανοί, που κρατούσαν δοχεία για λάδι και σακιά για καρπό. Ήταν ένας τρόπος αμοιβής των εφημερίων στα χωριά την παλιά εποχή, τότε, που δεν αμείβονταν από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Κάλαντα των Φώτων: " Σήμερα τα Φώτα και οι φωτισμοί και χαρά μεγάλη και αγιασμοί..." τα ψάλλαμε ελάχιστες φορές. Ίσως το θεωρούσαμε υπερβολικό τρία καλαντίσματα μέσα στο 12ήμερο.
Έλεγαν στο χωριό ότι εκείνες τις ημέρες των Χριστουγεννιάτικων εορτών συναγωνίζονται ο Βοριάς και ο Νοτιάς ποιος θα γεννηθεί (θα φυσάει τα Χριστούγεννα) και ποιος θα βαπτιστεί (θα φυσάει τα Φώτα). Ακόμη ότι δεν πρέπει να λούζονται την περίοδο από τα Χριστούγεννα έως τα Φώτα.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΜΜ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΑΚΗΣ
συνταξιούχος δάσκαλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου