Η Γέφυρα Μπέιλι (αναφερόμενη και ως Μπέλεϋ) είναι είδος μεταφερόμενης, προκατασκευασμένης γέφυρας. Αναπτύχθηκε στη Βρετανία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο για στρατιωτικούς σκοπούς και γνώρισε εκτεταμένη χρήση από το Σώμα Μηχανικού τόσο του Βρετανικού όσο και του Αμερικάνικου στρατού.
Επινοήθηκε από τον Ντόναλντ Μπέιλι, πολιτικό μηχανικό και υπάλληλο του Υπουργείου Πολέμου της Βρετανίας, ο οποίος είχε σαν χόμπι την κατασκευή μοντέλων γεφυρών. Ο Στρατάρχης Μοντγκόμερυ, Διοικητής των Βρετανικών δυνάμεων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε δηλώσει πως «Χωρίς τη γέφυρα Μπέιλι, δεν θα είχαμε κερδίσει τον πόλεμο».
Ένα σπουδαίο έργο της κρητικής πολιτείας το 1901, που έδωσε πνοή στο δυτικό και νότιο τμήμα του Νομού συνδέοντας, κυρίως, τις επαρχίες Σελίνου και Κισάμου σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε σιδερένια, εξαιτίας του μεγάλου πλάτους που είχε ο ποταμός από τον μηχανικό Μιχάλη Σαββάκη.
Η γέφυρα έπαψε να λειτουργεί στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, μετά την κατασκευή της νέας σύγχρονης τσιμεντένιας γέφυρας, ακριβώς δίπλα σε αυτήν λόγω στενότητας της γέφυρας που δεν επέτρεπε τη διέλευση δύο οχημάτων ταυτόχρονα,
Τα σίδερα που χρειάστηκαν μεταφέρθηκαν από τη Γερμανία. Το πάτωμά της είναι ξύλινο με γερά μαδέρια και έχει πλάτος 3,5 μέτρα. Χαρακτηριστικό μάλιστα στοιχείο για την εποχή εκείνη -που η κυκλοφορία ως επί το πλείστον γινόταν από κάρα που έσερναν ζώα- είχε και πεζοδρόμια στα πλάγια, πλάτους 60 εκατοστών. Η γέφυρα του Ταυρωνίτη χαρακτηρίστηκε αργότερα ως νεότερο ιστορικό Μνημείο για τη σημασία της στη Μάχη της Κρήτης, αφού βρίσκεται δίπλα από το τότε αεροδρόμιο του Μάλεμε. Την περίοδο της κατοχής ένα μέρος της γέφυρας κατέρρευσε από τους βομβαρδισμούς για ν’ αναστηλωθεί πρόχειρα λίγο μετά την κατάληψη του αεροδρομίου του Μάλεμε.
Η κατασκευή των τεσσάρων μεταλλικών γεφυρών, Ταυρωνίτη, Αποσελέμη, Περάματος και Γαζίου, ήταν το πρώτο μεγάλο δημόσιο έργο που επιχειρούσε η νεοσύστατη αυτόνομη Κρήτη.
Η ΜΕΤΑΛΛΙΚΗ ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΠΟΤΑΜΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΜΑ
Η γέφυρα του Περάματος είναι κάτω διαβάσεως, έχει ένα άνοιγμα, θεωρητικού μήκους 44,00 μ. και εδράζεται σε δύο λίθινα ακρόβαθρα. Το πλάτος της είναι 4,0 μ. και δεν υπάρχουν πεζοδρόμια. Οι δύο κύριες δοκοί της είναι δικτυωτής μορφής και ορθογωνικού σχήματος με ύψος 4,65 μέτρα . Τα πέλματα των δοκών άνω και κάτω είναι σύνθετες δοκοί. Τα διαγώνια στοιχεία μορφώνονται με χιαστί ράβδους. Οι εγκάρσιες δοκοί είναι, επίσης, σύνθετες. Οι κατά μήκος ενδιάμεσες δοκοί είναι υψίκορμες ολόσωμες, με κεκλιμένα πέλματα και το άνω πέλμα τους βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τα άνω πέλματα των εγκάρσιων δοκών. Οι αντιανέμιοι σύνδεσμοι τοποθετούνται στο άνω πέλμα των κυρίων δοκών. Εγκάρσιες ολόσωμες δοκοί, υψίκορμες με κεκλιμένα πέλματα τοποθετούνται μεταξύ των κόμβων των άνω πελμάτων των κυρίων δοκών. Στο κάτω πέλμα τοποθετούνται και χιαστί σύνδεσμοι. Τέλος οι δύο κύριες δοκοί στην αρχή και το τέλος τους συνδέονται εγκαρσίως με ισχυρό ορθογώνιο πλαίσιο, αποτελούμενο από σύνθετη διατομή.
Στην άνω πλευρά του κάτω πέλματος των διαμήκων δοκών, κυρίων και ενδιαμέσων, τοποθετούνται ξύλινες δοκοί, κατά πλάτος. Τέλος, πάνω στις ξύλινες δοκούς στερεώνονται με λοξή διάταξη οι σανίδες του τελικού καταστρώματος. Το ύψος του καταστρώματος,μετρούμενο από το κάτω πέλμα των κυρίων δοκών είναι 0,70 μ.
Κατά μήκος της εσωτερικής πλευράς των κυρίων δοκών υπάρχει προστατευτικό κιγκλίδωμα από τρεις σειρές γωνιακών ελασμάτων. Το ύψος του κιγκλιδώματος, μετρούμενο από το κάτω πέλμα των κυρίων δοκών είναι 1,60 μ.
Όλα τα μεταλλικά μέλη είναι από μαλακό χάλυβα ισχυρά συνδεδεμένα μεταξύ τους με γωνιακά ελάσματα και κομβοελάσματα, κατά κύριο λόγο με ηλώσεις
Οι κύριες δοκοί έχουν ύψος 4,65 μ. , αποτελούνται από 11 φατνώματα, μήκους 4,00 μ. το καθένα και μορφώνονται ως εξής. Το άνω πέλμα είναι σύνθετη διατομή και συντίθεται από κορμό λάμα, πάχους 8 χιλ. και μεταβλητού ύψους, από 180 χιλ. στο προς τη στήριξη φάτνωμα, μέχρι 340 χιλ. στο μεσαίο φάτνωμα, και ένα ζεύγος γωνιακών ελασμάτων 100/100/10
Το πλεονέκτημα αυτού του είδους γέφυρας είναι ότι για την συναρμολόγησή της δεν απαιτούνται ειδικά εργαλεία ή βαρύς εξοπλισμός. Τα στοιχεία της γέφυρας, κατασκευασμένα από υλικά όπως ξύλο και μέταλλο είναι αρκετά ελαφριά ώστε να μεταφέρονται άνετα με φορτηγά, καθώς και να αποτίθενται στην τελική θέση συναρμολόγησης με χρήση μόνο μυϊκής δύναμης. Οι γέφυρες είχαν αντοχή αρκετή ώστε να μπορούν να τις διαβαίνουν τανκς. Η χρήση τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα κατά την κατασκευή έργων πολιτικού μηχανικού, καθώς και για τη δημιουργία προσωρινών διαβάσεων πεζών και οχημάτων.
Η γέφυρα σην περιοχή 3 Βαγιές της πόλη του Ηρακλείου τοποθετήθηκε με πρωτοβουλία και βοήθεια του συλλόγου πριν από δεκαετίες. Ασφαλτοστρώθηκε πρίν απο λίγα χρόνια μετά τον κίνδυνο κατάρρευσης της .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου