ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΑΜΙΩΛΑΚΗ
Μια επίπονη, πολύ κουραστική και πολύπλοκη εργασία για τις νοικοκυρές ήταν το πλύσιμο των ρούχων, η μπουγάδα. Γινόταν συνήθως μέσα στο σπίτι και όταν οι καιρικές συνθήκες και η εποχή το επέτρεπαν, γινόταν στον ποταμό ή σε κάποιο κοντινό πηγάδι.
Η διαδικασία του πλυσίματος ήταν επίπονη γιατί δεν υπήρχε νερό στο σπίτι και η μπουγάδα έπρεπε να μεταφερθεί από το σπίτι στο πηγάδι και πίσω. Ακόμα, τότε δεν υπήρχαν απορρυπαντικά και το πράσινο ή λευκό σαπούνι ήταν το μόνο μέσο καθαρισμού.
Τα σύνεργα για το πλύσιμο τη μπουγάδα ήταν:
1. Η σκάφη πλυσίματος
2. Η πλύστρα, ένα ειδικά κατασκευασμένο ξύλο που προσαρμοζόταν στη σκάφη με οριζόντιες εγκοπές για το καλύτερο τρίψιμο των ρούχων.
3. Το μπουγαδοκόφινο, ένα κοφίνι από λυγαριά όπου τοποθετούνταν τα ασπρόρουχα και περιλούζονταν με αλουσά και αθόνερο7
4. Το μπουγαδοτσίκαλο για το ζέσταμα του νερού
5. Ένα μικρότερο δοχείο ή κουβάς για τη μεταφορά του ζεστού ή κρύου νερού από και προς το μπουγαδοτσίκαλο
6. Ξύλα για το άναμμα της φωτιάς όπου θα ζεσταινόταν το νερό
7. Αθομαντήλα, ένα ειδικό ύφασμα χοντρό και ανθεκτικό που το έβαζαν πάνω στο μπουγαδοκόφινο και έβαζαν μέσα άθο, στάχτη από καμένα ξύλα και νερό
8. Στάχτη από ξύλα, η οποία διαλυόταν με νερό και στη συνέχεια σουρωνόταν μέσα από την αθομαντήλα το καθαρό νερό μαζί με τη χημική ουσίπου καθάριζε και άσπριζε τα ρούχα. Αυτό το μείγμα ονομαζόταν αλουσά. Από την προηγούμενη μέρα λοιπόν η νοικοκυρά ετοίμαζε τα σύνεργα και τα παιδιά μετέφεραν νερό στο σπίτι. Από το πρωί άρχιζε με το άναμμα της φωτιάς και ζέσταινε νερό στο μπουγαδοτσίκαλο.
Έβαζε ζεστό νερό στη σκάφη και με σαπούνι έτριβε τα ρούχα για να καθαρίσουν. Χωριστά πάντα τα άσπρα από τα χρωματιστά και τα μαύρα. Ύστερα τοποθετούσε τα άσπρα στο μπου γαδοκόφινο, αφού φυσικά τους έκανε μια πρώτη πλύση με άσπρο σαπούνι και τοποθετούσε το κοφίνι πάνω στη σκάφη για να σουρώσει η αλουσά. Όταν γέμιζε το κοφίνι, έβαζε μέσα στην αθομαντήλα στάχτη και στη συνέχεια νερό.
Αυτό το διάλυμα διηθιζότανε και περίλουζε όλα τα ασπρό ρουχα, τα οποία έμεναν εκεί για περίπου δυο ώρες και υγραίνονταν με την αλουσά.
Η αλουσά ή αλισίβα, όπως ονομάζεται σε άλλα μέρη, χρησιμοποιού νταν από αρχαιο - τάτων χρόνων για το καθάρισμα των ρούχων. Οι ουσίες που περιέχει δίνουν στα ρούχα ένα υπέροχο άρωμα καθαριότητας και τα κάνει άφρατα και λαμπερά.
Η νοικοκυρά εν τω μεταξύ έπλενε χωριστά τα χρωματιστά και τα μαύρα ρούχα. Στη συνέχεια τα ξέπλενε με νερό και τα άπλωνε στο ήλιο, στον απλωτό, για να στεγνώσουν.
Στη συνέχεια έβγαζε τα άσπρα από το κοφίνι, τους έκανε ακόμα ένα χέρι πλύσιμο με σαπούνι, τα ξέπλενε με άφθονο νερό και τα άπλωνε στον απλωτό για να στεγνώσουν.
Όταν στέγνωναν, τα μάζευε, τα δίπλωνε όμορφα και τα μετέφερε στα ντουλάπια. Κάποια ρούχα, όπως τα πουκάμισα και τα ρούχα των κοριτσιών, τα σιδέρωνε με σίδερο που λειτουργούσε με κάρβουνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου