Η γιορτή του Σταυρού στην Κρήτη - του Νίκου Ψιλάκη

 Κάθε Σεπτέμβρη στις κορφές των βουνών…


Κάθε χρόνο στα μέσα του Σεπτέμβρη ζωντανεύουν οι κορφές των  βουνών. Άνθρωποι κάθε ηλικίας σε όλο το νησί ανηφορίζουν στα φημισμένα ιερά, περπατούν σε μονοπάτια ξεφτισμένα από το χρόνο, ακολουθούν τα βήματα άλλων, αυτών που χιλιάδες χρόνια πριν είχαν καταφύγει στα ίδια  βουνά και στις ίδιες κορφές, αναζητώντας στο μυστήριο του ύψους την επαφή με το θεό.

Ιερά Κορυφής, προσφορές και λατρείες χαρακτηρίζουν τον λαμπερό κόσμο της μινωικής Κρήτης. Κι αργότερα, τα περισσότερα ελληνικά βουνά ταυτίστηκαν με τους αρχαίους θεούς. Κοντά σε κάποιο κρητικό κορφοβούνι λέγανε πως είχε γεννηθεί ο ίδιος ο Δίας. 
Σε μια ορεινή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα, το βουνό ήταν πάντα πηγή ζωής. Τα ελληνικά βουνά έδωσαν τόπο στους θεούς και στους ανθρώπους. Βοσκοί, ξυλοκόποι, κυνηγοί, απεικάσματα των θεϊκών μορφών, ανηφόριζαν για να φτάσουν κοντά στους θεούς τους. Και σε ένα απ’ αυτά ειπώθηκε πως βρίσκονταν οι κατοικίες του Δωδεκάθεου, στον Όλυμπο.

1

Η αναζήτηση της θεότητας στις κορφές των βουνών δεν φαίνεται να είναι άσχετη με τη γεωμετρία του χώρου. Οι κορφές είναι πιο κοντά στον ουρανό. Κι όταν τις βλέπεις από κάτω, νομίζεις πως εκεί ακουμπά ο γαλάζιος θόλος του στερεώματος. Το ίδιο έκαναν και οι άνθρωποι του προϊστορικού κόσμου. Τα μονοπάτια δεν φαίνεται να άλλαξαν ποτέ, πιθανόν να παραμένουν ίδια κι απαράλλακτα για χιλιάδες χρόνια. Ίδια, μέχρι το σαρωτικό πέρασμα της μπουλντόζας και την ασέβεια απέναντι στα ιερά βήματα των θεών και στα ιερά βήματα των ανθρώπων.
Στα χριστιανικά χρόνια οι άνθρωποι ανηφορίζουν στα βουνά κάθε χρόνο στα μισά του Σεπτέμβρη κρατώντας κλαδιά βασιλικού, πρόσφορα, άρτους κι αφιερώματα. Όπως και τώρα. Με κλαδιά βασιλικού. Μοσχομυρίζουν τα παλιά μονοπάτια.
Στις θέσεις της αρχαίας λατρείας εγκαταστάθηκαν νεότερα ιερά. Και πολλά απ’ αυτά αφιερώθηκαν στο ιερό σύμβολο του χριστιανικού κόσμου, στο Σταυρό. Στα μισά του Σεπτέμβρη λοιπόν, στις 14 του μήνα, τιμάται ο Σταυρός. Κι ο βασιλικός είναι το βοτάνι της γιορτής. Η ανάμνηση της εύρεσής του και η σχετική παράδοση διαμορφώνουν ένα ισχυρό εθιμικό πλαίσιο με συνήθειες λατρευτικές και μαγικοθρησκευτικές. Οι γυναίκες προσφέρουν γλάστρες στους ναούς ή προσέρχονται κρατώντας απαραιτήτως από ένα μάτσο βασιλικό. Στο τέλος παίρνουν πάλι από ένα κομμάτι βασιλικό για να τον βάλουν στα εικονίσματα, στα κελάρια με τα γεννήματα, ακόμη και μέσα στα πιθάρια (τώρα βέβαια είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που μπορεί να βρει κανείς ανθρώπους που διατηρούν δικά τους σπορικά), για θεραπευτικά θυμιάματα και για το ξανακαινούργιωμα (ανάπιασμα) του προζυμιού.
Ο σταυρός, το σύμβολο της Χριστιανικής Πίστης, βρίσκεται στη συνείδηση των ανθρώπων στο μέγιστο ύψος της συμβολικής ιεράρχησης των πραγμάτων. Οι αφιερωμένοι στην Ύψωση ναοί βρίσκονται στα ψηλότερα σημεία της Κρήτης, ξεκινώντας από την πιο ψηλή κορφή του νησιού. Εύκολα μπορούμε να καταλάβομε γιατί η κορφή της Κρήτης, στον Ψηλορείτη, αγιάζεται από το μικρό πετρόχτιστο ναό του Σταυρού. Όπως και στα Ρεθεμνιώτικα βουνά και σε πολλές περιοχές της Μαδάρας. Όπως και στον ιερό Κόφινα, και στη Θριφτή και στα Στειακά βουνά

2

Και τη νύχτα, πριν ξημερώσει η μέρα του Σταυρού, το σύμβολο αυτό γινόταν λαμπερό, σαν αστέρι που λάμπει εκτυφλωτικά, και ξεκινούσε μια φωτεινή πορεία από το ’να στ’ άλλο βουνό. Από τον Ψηλορείτη ως τη Μαδάρα ή ως το Κέντρος, από τον Ψηλορείτη ως τον Κόφινα, από τον Ψηλορείτη ως τη Δίκτη κι από τη Δίκτη ως τα Στειακά βουνά. Παρά τις τοπικές παραλλαγές (η πορεία του Σταυρού δεν είναι ίδια σε όλες τις τοπικές παραδόσεις), άλλοτε λένε πως κινείται από τα ανατολικά προς τα δυτικά, άλλοτε αντιστρόφως και άλλοτε ότι κάνει τη βόλτα όλου του νησιού, δηλαδή αγκαλιάζει την Κρήτη πετώντας από κορφή σε κορφή. 
Όποιος κατόρθωνε να δει το σταυρό σ’ αυτήν τη νυχτερινή γεμάτη μυστήριο πορεία του, λογιζόταν τυχερός. Κι ό,τι προλάβαινε να ζητήσει από το θεϊκό σύμβολο, το ’χε αμέσως. Οι κάτοικοι της Μεσαράς πίστευαν πως είναι τυχεροί γιατί πάνω από τον τόπο τους διασταυρώνονται οι θείες (εναέριες) διαδρομές. Και προκαλούσαν την τύχη τους. Κοίταζαν τον ουρανό, ή ακόμη και ξενυχτούσαν περιμένοντας. Έλεγαν, όμως, ότι η πορεία του Σταυρού είναι γρήγορη, μόλις που προλαβαίνεις να τον κοιτάξεις πριν πάει σ’ άλλη κορφή. Μια ωραία παράδοση εκφράζει με χαρακτηριστικό τρόπο τις δοξασίες περί ταχύτητας και παράλληλα μεταφέρει στις γενιές που την ακούνε τις παραδοσιακές αξίες: 
«Ήταν και μια γριά που λίγο μετά το μεσονύχτι είδε τον ιπτάμενο Σταυρό να τρέχει σαν αστραπή από τον Ψηλορείτη ως τα Αστερούσια. Εκ¬στασιάστηκε και κοιτάζοντας το θεϊκό σύμβολο αναφωνεί. 
- Πέψε μου, Σταυρέ, χίλια... χίλια... χίλια
χίλια φλουριά, χίλια ριάλια, ήθελε να πει, αλλά ώσπου να τελειώσει τη φράση της η ιπτάμενη φλόγα του Σταυρού είχε χαθεί πίσω από τις μαβιές κορφές ή είχε κουρνιάσει στην ψηλή κορφή, στο ξωκλήσι του Σταυρού...
Κι όταν είδε τα χείλια της να μεγαλώνουν, να μεγαλώνουν και να κρεμάνε ως κάτω από το πηγούνι, τότε κατάλαβε... Ο Σταυρός της έπεψε ό,τι του ζήτησε: χείλια!» 

3




ΣΤΟΝ ΨΗΛΟΡΕΙΤΗ

Στην κορφή του Ψηλορείτη, όπως είπαμε, υπάρχει «ναΐσκος τιμώμενος επ’ ονόματι του Τιμίου Σταυρού, όστις είναι εκτισμένος δια ξηρολίθων (ξεροπέτρι), άνευ ασβέστου ή χώματος». Το πανηγύρι που γίνεται εκεί ακόμη και σήμερα απαιτεί μια κοπιαστική ανάβαση αρκετών ωρών γι’ αυτό και δεν είναι πολλοί εκείνοι που μπορούν να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους και να βρεθούν στην κορφή της Κρήτης. Για τη γιορτή αυτή και το διήμερο ταξίδι των προσκυνητών κάνει λόγο ο Ιωσήφ Χατζηδάκης (1888) σημειώνοντας πως μόνο μια μεταλλική εικόνα (κεχαραγμένη) υπάρχει εκεί και ένας σταυρός. Εντυπωσιακή και λεπτομερή περιγραφή μας άφησε ο Παύλος Βλαστός, ο οποίος αναφέρεται στις «ιερές πορείες» προσκυνητών κατά τα έτη 1860 και 1872:
Της εσπέρας επελθούσης οι προσκυνηταί αφίωνται εις την θέσιν Πάνα, {εις τον Πάνα τον ποιμενικόν θεόν των αρχαίων), και εις την Κορακιά, αι θέσεις αύται είναι εκτεταμένον λεκανοπέδιον, ένθα ευρίσκονται και σήμερον τα ποιμνιοστάσια, (μητάτα και μάνδραι των κατοίκων του Βυζαρίου και Φουρφουρά, άτινα λέγονται «το μητάτο του Παππά Παύλου» το μητάτο του..........................ονόματα 100 και 150 ετών ιδιοκτητών μεγάλων ποιμνίων, και πέριξ των ποιμνιοστασίων τούτων ευρίσκονται παρ' ελπίδα ουχί πηγαί, αλλά φρέατα τινα εκ καθαρωτάτου και διαυγεστάτου ύδατος, μιας περίπου οργυιάς έχοντα βάθος.
Ενταύθα παρατηρεί τις υψήκορμα δένδρα πευκών (αγριοκουκκουναρεών), στηράκων (αστυράκων), αγριακανθών, μαυρακάνθης (λουτσές).
Εντός δε των ποιμνιοστασίων (μητάτων) και των καλυβών των ποι¬μένων, ανάπτοντες πυράν αναπαύονται οι προσκυνηταί, ενδυόμενοι χειμερινά ενδύματα. δειπνώσι, διανυκτερεύουσι υπνόττοντες μέχρι του μεσονυκτίου

4


Οι ιερείς (οι συνοδοιπόροι και οδηγοί πολλάκις) οι ποιμένες ως εκ των σημείων των αστέρων και πλανητών και των αστερισμών γνωρίζοντες ακριβώς τας ώρας της νυκτός, ξυπνούν μετά το μεσονύκτιον τους προσκυνητάς οίτινες αφίνωσι πάντα τα περιττά βάρη, τινές δε και τους ίππους και ημιόνους αυτών, ως δυσβάτου της ανόδου ούσης, άρχεται η προς την κορυφήν του όρους ανάβασις. Οι παρακολουθούντες ωκύποδες νέοι προπορευόμενοι κρατώσιν αναμμένας δάδας (δαυλούς) καταγίνονται εις την εργασίαν να βάλλωσι πυρ υπό τα χαμόκλαδα, τας ακάνθας και λουτσαίς κ.λ.π. αίτινα ευρίσκονται πολυπληθεί ένθεν και ένθεν των μονοπατίων διά να φωτίζονται και βλέπουν οι διερχόμενοι και ανερχόμενοι ανεπιτήδειοι και αγύμναστοι..
Η ανάβασις αύτη επί των υπωρειών της Ίδης έχει τι το τερπνόν και διασκεδαστικόν όταν οι προσκυνηταί είναι πολυπληθείς, διότι αι εκα¬τέρωθεν της οδού αναπτώμεναι πυραί των ακανθών και χαμόκλαδων διαρκούσης εκάστης καιομένης από εν τέταρτον της ώρας και πλέον, και προχωρούντες προς τα άνω καίοντες, σχηματίζονται ούτω γραμμαί, αίτινες φωτίζουσαι ως είπωμεν τους αναβαίνοντας,, φαίνονται εκ μακρόθεν φωταυγάζουσαι, όπως πολλάκις βλέπωμεν ταύτας κατά την νύκτα ταύτην και εκ Ρεθύμνης, φαίνονται δε και εκ των λευκών ορέων, και όθεν γίνεται ορατή η πλευρά αύτη της Ίδης, δεικνύουσαι και τοις μακράν θεωμένοις την πρόοδον της αναβάσεως των προσκυνητών. Έχει προς τούτοις και το κοπιαστικόν και αγωνιώδες, διότι εις τους αγυμνάστους φέρει κόπωσιν τοιαύτην ώστε αναγκάζονται μετά 20-30 βημάτων αναβίβασιν να σταματήσωσιν ή να αναπαυθώσι καθήμενοι ή και ιστάμενοι επί τινα λεπτά της ώρας όπως αναλάβουν τας δυνάμεις αυτών.



ΣΤΟΝ ΚΟΦΙΝΑ

Η εκκλησία στον Κόφινα ήταν άστεγη. Ο φόβος των καιρικών συνθηκών, δηλαδή ένας πρακτικός λόγος, δεν επέτρεψε παλιότερα τη στέγασή του. Ωστόσο, αυτή η έλλειψη μας θυμίζει τα υπαίθρια ιερά κορυφής των Μινωιτών. Στον ίδιο χώρο, στην ίδια ακριβώς κορυφή, ανέβαιναν και τότε για να εκπληρώσουν κάποιο τάμα, για να συναντήσουν, ίσως, το δικό τους θεό. Μια ξερολιθιά, μια πρόχειρη διαμόρφωση του χώρου και το ιερό είναι έτοιμο. Ο ναός σκεπάστηκε τώρα και λίγα χρόνια, λίγες δεκαετίες μόνο. Όμως «και σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της τελετής γίνεται στην ύπαιθρο, αφού το εκκλη¬σάκι με τη βία χωράει τον παπά. Έτσι, εκτός ναού γίνεται η προσκύνηση των εικόνων, η λιτανεία, η είσοδος των Αγίων, η ανάγνωση των ιερών Ευαγγελίων, η ευλόγηση των άρτων, αλλά προπάντων η εντυπωσιακή τελετή της Υψώσε¬ως του Τιμίου Σταυρού…», σύμφωνα με τον Γιώργο Σταματάκη.
Η ανάβαση στον Κόφινα αρχίζει νωρίς το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου. Ένα πανάρχαιο μονοπάτι (για χιλιάδες χρόνια πολλά από τα παλιά μονοπάτια παραμένουν ίδια και απαράλλακτα) οδηγεί ως την κορφή του βουνού. Όσο κι αν είναι δύσκολη η πορεία, δίπλα σε απότομους μεγάλους γκρεμούς, ακόμη και οι ηλικιωμένοι δεν διστάζουν να ανηφορίσουν μέχρι το μικρό ναό. Κοντά στο μονοπάτι, αλλά σε πολύ δύσβατα σημεία, βρίσκονται οι τρεις «μηλίτσες», τα δέντρα από τα οποία λαμβάνεται ο καρπός για το εντυπωσιακό έθιμο της ευλογίας, που θα δούμε αμέσως παρακάτω. 


5




Τα ιερά μήλα του Κόφινα 

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα στο πανηγύρι του Κόφινα είναι η προσφορά των καρπών ενός άγριου δέντρου που φυτρώνει στις απότομες πλαγιές του βουνού και οι οποίοι ωριμάζουν την εποχή της γιορτής. Τα δέντρα αυτά είναι συγκεκριμένα και έχουν καθαγιαστεί από την τοπική παράδοση. Λένε πως φύτρωσαν από το αίμα μιας γυναίκας που ανηφόριζε στον Κόφινα και στο δρόμο μετάνιωσε. Πήρε άλλο δρόμο υπακούοντας στα κελεύσματα της σάρκας, ή για να μαζέψει δίκταμο, σύμφωνα με μιαν άλλη εκδοχή. Τα δέντρα πήραν το όνομά της: Μηλιά. Οι νέοι τα κόβουν με μεγάλη δυσκολία, πάντα την παραμονή της γιορτής. Η κοπή τους θεωρείται ευλογία και πράξη κοινωνικής καταξίωσης. 
Αφού τα αφήσουν για ένα βράδυ μέσα στο νερό για να κοκκινίσουν τα μεταφέρουν την επομένη στην κορφή του βουνού, στην εκκλησία, και τα βάζουν στο πανέρι με το σταυρό και το βασιλικό. 
«Στο τέλος της δοξολογίας ο ιερέας τοποθετεί το πανέρι με τα μηλάκια πάνω στο κεφάλι του και το περιφέρει τρεις φορές στην κορυφή του Κοφίνου συνοδευόμενος απ' όλο το εκκλησίασμα. Ταυτόχρονα οι ψάλτες ψάλλουν το «Άγιος ο Θεός» και το απολυτίκιο του Τίμιου Σταυρού, το οποίο επαναλαμβάνουν έως ότου ολοκληρωθεί η περιφορά. Έπειτα ο ιερέας σταματά στη μέση της κορυφής και παίρνει στα χέρια του τον Τίμιο Σταυρό μαζί με ένα μάτσο κλαδάκια της μηλιάς φορτωμένα με μηλάκια και αφού ευλογήσει μ' αυτά και τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα αρχίζει την καθορισμένη από το τυπικό της Εκκλησίας τελετή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Καθ' όλη τη διάρκεια της τελετής οι ψάλτες και ο συγκεντρωμένος λαός επαναλαμβάνουν σε πολύ γρήγορο ρυθμό τη φράση «Κύριε Ελέησον» που αποτελεί τη βάση της νοερής καρδιακής προσευχής και οδηγεί στη νίψη και την κατάνυξη. Στο τέλος της τελετής ο κόσμος περνά, προσκυνά το σταυρό και παίρνει το μηλαράκι του, που διανέμει ο παπάς ως αντίδωρο. Όσοι έχουν νηστέψει την προηγούμενη, τρώνε αμέσως τα μηλάκια σα να πρόκειται για Θεία Κοινωνία. Οι υπόλοιποι τα μεταφέρουν στο σπίτι και τα τοποθετούν για «ώρα ανάγκης» στα εικονίσματα. Τα μηλάκια αποξηραίνονται και όποτε κάποιος από το σπίτι αρρωστήσει, τρώει μέρος απ' αυτά, αφού προηγουμένως νηστέψει. Χρησιμοποιούνται επίσης στην «βυστηριά» (φταρμό, δαιμονισμό, μάτιασμα κλπ.) Τότε καίγονται και ο άρρωστος θυμιάζεται με τον καπνό τους.», όπως έγραψε ο Σταματάκης.
Μια ακόμη λεπτομέρεια: «…Τη μέρα της Υψώσεως οι πιστοί πaίρνουν κλαδάκια και τα μεταφέρουν σε όλα τα ξωκλήσια της περιοχής για να λάβουν και αυτά από τη χάρη τους (λες και ολόκληρος ναός έχει ανάγκη τα κλαδάκια αυτά για να καθαγιαστεί.)»


Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΒΕΛΗ

Στη Μονή του Πρέβελη δεν τιμάται μόνον ο άγιος – προστάτης στον οποίο είναι αφιερωμένο το μοναστήρι, αλλά και ένα φημισμένο κειμήλιο, ο χρυσός Σταυρός, σύμβολο και ταυτότητα της μοναστικής κοινότητας που, σύμφωνα με την παράδοση, επιχείρησαν να τον κλέψουν οι Γερμανοί με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια μεγάλη καινούργια σειρά θρησκευτικών παραδόσεων. Λέγεται πως όσο ο σταυρός βρισκόταν στο αεροπλάνο που θα τον μετέφερε έξω από την Κρήτη, το αεροπλάνο δεν κινούνταν. 


Κι όταν χρησιμοποίησαν δεύτερο και τρίτο αεροπλάνο συνέβη το ίδιο. 
Ο σταυρός θεωρείται θαυματουργός και ιδιαίτερα για τις οφθαλμικές παθήσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συρρέουν κάθε χρόνο στη γιορτή του χιλιάδες άνθρωποι, ακόμη και από μακρινές περιοχές. Η σύναξη αυτή άρχισε να γίνεται ακόμη μεγαλύτερη κατά τα μεταπολεμικά χρόνια, τότε που τα γεγονότα της ναζιστικής κατοχής ήταν πρόσφατα. 


Το νερό του Βωσάκου και ο σκίνος του Σταυρού

Οι ναοί του Σταυρωμένου που υπάρχουν στην Κρήτη ανέρχονται σε πολλές δεκάδες. Ακόμη κι ένα μεγάλο μοναστήρι, εκείνο του Βωσάκου πάνω στα Ταλαία Όρη, είναι αφιερωμένο στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Παλαιότερα συγκέντρωνε πολλούς προσκυνητές και υπάρχουν πληροφορίες για μακρινές αναμνήσεις συγκινητικών εθίμων, όπως είναι το νερό της βρύσης το οποίο θεωρούνταν ιαματικό (λέγεται ότι έπλυναν τα πρόσωπά τους εκεί). Επίσης, έκοβαν φύλλα σκίνου για φυλακτά επειδή η παράδοση αναφέρει ότι κάτω από τους σκίνους του Βωσάκου βρέθηκε η εικόνα του Σταυρού και ιδρύθηκε το μοναστήρι. 


Το έθιμο, πάντως, με το νερό της βρύσης παρουσιάζει έκτακτο ενδιαφέρον, καθότι φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε από τους προσκυνητές για επαλείψεις (όπως γίνεται και στο Βένι με τον αγιασμό) και για προγνώσεις. Αν και στα τέλη της δεκαετίας του 1980 υπήρχαν αρκετοί ηλικιωμένοι που είχαν ακούσει αυτές τις πρακτικές, κανείς δεν τις είχε ζήσει.
Λόγω της επί μακρόν ερημώσεώς του (το είδα όχι μόνο εγκαταλελειμμένο πριν από το 1993 αλλά και με τις αίγες να περπατούν στις στέγες, όπου δεν είχαν καταρρεύσει) τα έθιμα ξεχάστηκαν και το πανηγύρι σταμάτησε να έχει την πρωτινή του αίγλη. 


Ο δρόμος ήταν δύσβατος και ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι διατεθειμένος να υποστεί την ταλαιπωρία μιας οδοιπορίας στα βουνά. Επιπλέον, δεν υπήρχαν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορούσε να συντηρηθεί η μνήμη και να διατηρηθούν τα έθιμα. Η μοναστική κοινότητα που τα συντηρούσε είχε εκλείψει και τα κοντινά χωριά είχαν υποστεί δημογραφική συρρίκνωση. Μετά την ανασύσταση της Μονής άρχισε πάλι να συγκεντρώνει κατοίκους, κυρίως των κοντινών χωριών του Μυλοποτάμου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου