Κυνηγετικά γεράκια και γερακάρηδες της Κρήτης - του Νίκου Ψιλάκη

 Τα ατίθασα αρπακτικά ακολουθούν τους αφέντες τους, κυνηγούν μαζί τους και αναπτύσσουν συμπεριφορά οικόσιτου ζώου.

Βασιλιάδες και Άρχοντες, όπως ο Βασιλιάς τη Ισπανίας Φίλιππος ο Β΄ και ο Σουλτάνος,
έστελναν ανθρώπους στην Κρήτη για να αγοράσουν γεράκια κατά την εποχή της Ενετοκρατίας.

D



Παρακολουθώντας το ατίθασο αρπακτικό να κάνει κύκλους γύρω από τα κεφάλια μας, 
ένιωσα μια παράξενη συγκίνηση. Είχα ακούσει πολλά για γερακάριους, ήξερα ότι το
 κυνήγι με γεράκια ήταν μια συνηθισμένη δραστηριότητα των Κρητικών του παλιού 
καιρού, αλλά βρισκόμουν για πρώτη φορά μπροστά σε μια τέτοια εμπειρία. 
Το γεράκι εξαφανιζόταν για λίγα λεπτά, χανόταν στον ορίζοντα, κι ύστερα ερχόταν 
πάλι μπροστά μας… Φώναζε συνέχεια δυνατά και αποκρινόταν με τρόπο θαυμαστό 
στα προστάγματα του αφέντη του.
Ήταν ένα από κείνα τα υπέροχα ηλιόλουστα και λιόχαρα πρωινά του φετινού χειμώνα 
όταν βρέθηκα στο κτήμα ενός από τους ελάχιστους γερακάρηδες της Κρήτης, 
του Δημοσθένη Καπετανάκη. Έβλεπα το ατίθασο αρπακτικό πτηνό, τη γερακίνα, 
να κάθεται σε κορφές δέντρων, σε κεραμίδια αγροικιών και να δείχνει απόλυτα 
εξοικειωμένο με τον άνθρωπο. Συμπεριφερόταν φιλικά, υπάκουε στα προστάγματα, 
έκανε «νάζια» όταν περίμενε το «μεζεδάκι» του. Χάρις τη φωνάζει τη γερακίνα του 
ο Δήμος. Αλλά πιο συχνά τη λέει. Μπέμπα. Είναι το χαϊδευτικό της…
Είχα γνωρίσει και άλλη φορά γερακάρη. Έναν νεαρό χημικό – οινοποιό στο 
νησί Λανθαρότε του Ατλαντικού (βρίσκεται στο σύμπλεγμα των Καναρίων). 
Μου είχε χαρίσει κι ένα μικροσκοπικό μπρούτζινο κουδούνι απ’ αυτά που κρεμάει 
στα γεράκια του. Αλλά δεν είχα μπορέσει να τον παρακολουθήσω σε εξοχική 
δραστηριότητα, καθώς το συνέδριο στο οποίο συμμετείχαμε και οι δυο είχε πολύ 
«σφιχτό» πρόγραμμα. Εκείνος, όμως, ήταν κανονικός κυνηγός. Τα γεράκια του 
έπιαναν λαγούς και κουνέλια.
Στην Ελλάδα είναι δύσκολο να ασχοληθεί κανείς με το κυνήγι αυτής της μορφής. 
Ο Δημοσθένης μου εξηγεί τα νομικά προβλήματα που συναντά η εκτροφή 
και η εκγύμναση γερακιών. Απαγορεύεται το κυνήγι, απαγορεύεται η κατοχή 
ντόπιων γερακιών, απαγορεύεται… απαγορεύεται… απαγορεύεται! Σκέφτομαι 
ότι ο παραλογισμός έχει απλώσει παντού τα πλοκάμια του. Επιτρέπεται το κυνήγι 
με σύγχρονα όπλα που ρημάζουν τα ζωντανά (θηράματα τα λένε οι ίδιοι) αλλά 
απαγορεύεται η άσκηση μιας πανάρχαιας συνήθειας που θα μπορούσε να 
συμβάλει στη διατήρηση απειλούμενων ειδών της ντόπιας άγριας ζωής. 
Το γεράκι πετά ψηλά στους αιθέρες κι όταν εντοπίσει το θήραμά του ορμά 
με τρομακτική ταχύτητα. Αλλά δεν πετυχαίνει πάντα. Μια στις πέντε, μια στις δέκα. 
«Ζημιά» ασυγκρίτως μικρότερη από αυτή που θα μπορούσε να προκαλέσει 
το κυνήγι με συμβατικά μέσα.

 B

Το γεράκι θέλει σεβασμό!
Οι σημερινοί γερακάρηδες δεν ασχολούνται με το κυνήγι. Κυκλοφορούν στις εξοχές 
με τα γεράκια τους, παίζουν μαζί τους, επιδίδονται σε «διαλόγους» με τα πουλιά. 
Μη σας παραξενεύει: το άγριο πουλί μπορεί να καταλαβαίνει, να ακούει 
στο όνομά του, να αντιλαμβάνεται το σφύριγμα ως κλητική προσφώνηση. 
Μπορεί να σταματά με χάρη στο βραχίονα του αφέντη του, να τον εγκαταλείπει
 για κάποιο χρόνο πετώντας μακριά και να ξαναγυρίζει, λες κι είναι παιδί και 
παίζει κρυφτούλι.
«Αν δεν θέλει το ίδιο να μείνει κοντά σου, δεν μπορείς να το κρατήσεις. 
Ακόμη κι αν του έχεις περάσει αλυσίδα στο πόδι, το γεράκι θα βρει την ευκαιρία 
να πετάξει μακριά και να φύγει, να εξαφανιστεί», λέει ο γερακάρης. Και έχει δίκιο! 
Το γεράκι χάνεται στον ορίζοντα μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου. 
Αν θέλει επιστρέφει, αν δεν θέλει… αντίο! Οι ανθρώπινες δυνάμεις δεν επαρκούν 
για να το φέρουν πίσω. Για τον Δημοσθένη, όμως, υπάρχει ένα μικρό μυστικό 
στην ιστορία της εκτροφής αρπακτικών πτηνών. Μονολεκτικό μυστικό: σεβασμός: 
«Το γεράκι θέλει σεβασμό, να το σέβεσαι, να μην προσπαθείς να το υποτάξεις. 
Δηλαδή να σέβεσαι τη φύση». Συνειδητός οικολόγος ο ίδιος έχει εκπαιδεύσει 
το γεράκι του να τον παρακολουθεί όταν καλλιεργεί τις ελιές και τα αμπέλια του. 
Συντροφιά εξαίσια!

Κάθε εκπαιδευτής αρπακτικών πουλιών χρειάζεται ένα βασικό εξοπλισμό. 
Ένα σκληρό γάντι για να μπορεί να κάθεται πάνω το πτηνό και να μην πληγώνει 
τα χέρια με τα αιχμηρά γαμψά νύχια του, μια αλυσίδα μήκους μόλις μισού μέτρου, 
μια μαύρη κουκούλα, ένα κλουβί σαν αυτό που χρησιμοποιούν οι κτηνίατροι 
για τα σκυλιά… Δεν χρειάζεται να είναι μεγαλύτερη η αλυσίδα γιατί μπορεί να 
τραυματιστεί το ζώο αναπτύσσοντας ταχύτητα κατά την εκκίνησή του.   

Z

Γερακίσιο μάτι

Παρακολουθώ το παιγνίδι του γερακάρη με το γεράκι του… Τον βλέπω να πετά 
ένα κομμάτι ωμό κρέας στον αέρα. Το πουλί το αρπάζει πριν πέσει στη γη. 
Κι ύστερα τον περικυκλώνει, μάλλον για να προκαλέσει κι άλλες παρόμοιες… ρίψεις 
τροφής. Αν δεν το προλάβει στον αέρα, δεν υπάρχει πρόβλημα. Το γεράκι μπορεί 
να το δει από μίλια μακριά, να κάνει τη βουτιά και να το αρπάξει. Έτσι καταλαβαίνει
 κανείς τι σημαίνει «γερακίσιο» ή και «αετίσιο» μάτι. Τα πουλιά αυτά έχουν εκπληκτική 
όραση! Ακόμη και μυρμήγκι που περπατά στη γη μπορούν να εντοπίσουν 
πετώντας σε δυσθεώρητα ύψη.
Καθώς συνεχίζεται η άσκηση ζητώ από τον Δήμο να κάνομε ένα πείραμα: 
Το κρέας που πέφτει κρύβεται μέσα στις ξινίδες, σε μια περιοχή με πυκνή βλάστηση. 
Το γεράκι δεν μπορεί να το βρει και εγκαταλείπει αμέσως την προσπάθεια. 
Να, λοιπόν, μια βασική διαφορά με τον άλλο μεγάλο φίλο του ανθρώπου, τον σκύλο. 
Εκείνος μυρίζεται, οδηγείται από την όσφρηση, μπορεί να μυρίσει οσμές που 
είναι αδύνατο να τις αντιληφθεί ο άνθρωπος, μπορεί να ξετρυπώσει μέσα από 
σωρούς άοσμων υλικών την τροφή του. Το γεράκι, όμως, έχει ως ακαταμάχητο 
όπλο το μάτι του. Και τα νύχια. Και τη δύναμη των φτερών του.

C

Σύμβολο των ευγενών
Στην Κρήτη το κυνήγι με γεράκια ήταν μάλλον συνηθισμένο στα παλιότερα χρόνια, 
ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας. Ήταν, όμως, πάντα δραστηριότητα 
των ευγενών, των φεουδαρχών και των πλουσίων. Οι φτωχοί χωρικοί δεν ήταν εύκολο 
να συντηρήσουν αρπακτικά πουλιά. Τις περισσότερες φορές επιδίδονταν στην
 εκτροφή και στην εκγύμνασή τους για λογαριασμό κάποιου φεουδάρχη.

Μου έρχεται στο νου η εξαιρετικά παραστατική περιγραφή ενός Κρητικού 
του 17ου αιώνα, του Ιωάννη Παπαντόπολι (Παπαδόπουλου), που έζεσε 
στα χρόνια της τουρκικής εισβολής και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα 
του και να ζήσει στην προσφυγιά, στις ενετικές κτήσεις, στη σημερινή Ιταλία. 
Ως νοσταλγός της πατρικής γης και του αγαπημένου του Χάνδακα, ο Παπαντόπολι
 κάθισε και έγραψε τις αναμνήσεις του από την Κρήτη σε ένα πολύ ενδιαφέρον 
κείμενο που ευτύχησε να εκδοθεί μόλις πρόσφατα. Ανάμεσα στις άλλες ωραίες 
εικόνες μεταφέρει και τις σκηνές με τους κατόχους κυνηγετικών γερακιών. 
Μόλις δυο Ηρακλειώτες (Καντιώτες ή Χανδακίτες τους έλεγαν τότε), ενετικής καταγωγής 
και οι δυο, είχαν γεράκια. Όταν κινούσαν από την πόλη για να βγουν στην ύπαιθρο, 
είτε για δουλειές είτε για κυνήγι, είχαν μαζί τους και τα γεράκια. Ένας υπηρέτης που 
τους ακολουθούσε φορούσε γάντι και πάνω στον αριστερό του βραχίονα καθόταν 
το γεράκι. Θέαμα εκπληκτικό! Και όπως φαίνεται, οι συμπολίτες του σταματούσαν 
στις άκρες, κοίταζαν και θαύμαζαν. Το σημειώνει, άλλωστε, και ο ίδιος ο παλιός 
Χανδακίτης: η πορεία στους δρόμους της πόλης με το γεράκι στο χέρι γινόταν 
για επίδειξη! Και για μεγαλείο, όπως λέει. Επίδειξη πλούτου, επίδειξη κοινωνικής 
τάξης, κοινωνικής διαφοροποίησης. Γιατί το γεράκι ήταν τεκμήριο όχι μόνο 
οικονομικού πλούτου, αλλά και τάξης και θέσης, τεκμήριο κοινωνικού στάτους… 
Ας φανταστούμε την εικόνα του έφιππου φεουδάρχη να περνά στην πλατιά 
στράτα και να καμαρώνει έχοντας πίσω του τους υπηρέτες. Και να κρατούν 
γεράκια στα χέρια τους.

Ιερακάριοι – οι Βυζαντινοί Γερακάρηδες
Μελετώντας τη γλώσσα και σταματώντας σε τοπωνύμια, επώνυμα, ονομασίες 
χωριών και οικισμών μπορούμε να υποψιαστούμε το ρόλο των κυνηγετικών 
γερακιών στην Κρήτη κατά τις παλαιότερες εποχές, στα βυζαντινά χρόνια
 και στην εποχή της Βενετιάς. Ένα χωριό στο Αμάρι ονομάζεται Γερακάρι. 
Κι άλλο ένα στο Μονοφάτσι. Μόνο που το τελευταίο δεν υπάρχει πια. 
Δεν ξέρομε καν πού ακριβώς βρισκόταν. Ένας οικισμός στην Κίσαμο λέγεται 
Γερακιανά. Και το επώνυμο Γεράκης δεν είναι άγνωστο στο νησί. 
Αφήνω το ορεινό χωριό Γεράκι της Πεδιάδας, αφού η προέλευση της λέξης
 μπορεί να είναι απλώς ζωονυμική. Χωριά παλιών γερακάρηδων 
ή και απόγονοι γερακάρηδων οι σημερινοί Γεράκηδες. Ιερακάριους 
τους έλεγαν οι Βυζαντινοί, Γερακάρηδες ακούγονταν στη λαϊκή γλώσσα μέχρι
 και πρόσφατα.

A

Η πραγματική διάσταση του φαινομένου, όμως, αποκαλύπτεται μόνο μέσα 
από τις πηγές. Ο θρηνωδός που είδε την Κρήτη να πέφτει στα χέρια 
των Τούρκων, χρησιμοποιεί δραματικούς τόνους λέγοντας:
Ώφου, καημένοι Κρητικοί, και πού ’ναι τ’ άλογα σας
και πού ’ναι τα μουλάρια σας και τα λαγωνικά σας
γή πού ’ναι τα γεράκια σας και πού ’ναι οι λογισμοί σας…
Τα γεράκια, λοιπόν, ανάμεσα στα είδη που χρησιμοποιεί ο Μπουνιαλής 
(αυτός είναι ο ποιητής) ως σύμβολα της κρητικής αρχοντιάς. 
Οι μαρτυρίες, όμως δεν τελειώνουν εδώ. Δεν είναι λίγα τα δικαιοπρακτικά 
έγγραφα που αναφέρονται σε γεράκια και εκτροφείς. Ακόμη και το δικαίωμα
 να μαζεύει κάποιος τα μικρά πουλιά από τις φωλιές των γερακιών που 
βρίσκονταν σε ξένες ιδιοκτησίες αναφέρεται σε συμβολαιογραφικές πράξεις.


Ένας περιηγητής, ο Γάλλος Bellon, περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο 
κατάφερναν οι Κρητικοί να πιάνουν τα γεράκια και να τα εξημερώνουν. 
Στα Αστερούσια, αυτά τα βουνά που «κλείνουν» την κεντρική Κρήτη 
από το νότο, είχε γίνει προσοδοφόρο επάγγελμα η πώληση μικρών 
γερακιών που προορίζονταν για εκπαίδευση. Οι κάτοικοι επιβιβάζονταν 
στις βάρκες τους και έκαναν βόλτες στο Λιβυκό. Από κει παρατηρούσαν 
τις απότομες πλαγιές που καταλήγουν στη θάλασσα, εντόπιζαν τις φωλιές
 των γερακιών και τα υπόλοιπα ήταν… εύκολα. Αφού επέστρεφαν στο βουνό, 
έβαζαν μέσα σε μεγάλα καλάθια τα παιδιά, τα κατέβαζαν στους γκρεμούς 
και προσπαθούσαν να τα πλησιάσουν κοντά στις φωλιές. Ήταν, καθώς φαίνεται, 
εξοικειωμένα τα παιδιά με τέτοια επικίνδυνα εγχειρήματα γιατί δεν ήταν λίγες 
οι φορές που κατάφερναν να πιάσουν νεοσσούς γερακιών.

E

Ο βασιλιάς της Ισπανίας
και ο Σουλτάνος των Οθωμανών
Οι χωρικοί της Κρήτης πουλούσαν τα μικρά γεράκια σε πλούσιους ευγενείς. 
Όπως αποκάλυψε ο Β. Σιακωτός, στα χωριά της Γεράπετρας συνηθιζόταν 
η αναζήτηση νεοσσών. Σημείωσε, μάλιστα, με έμφαση ότι ο γερακάρης 
του βασιλιά της Ισπανίας Φιλίππου του Β΄ είχε έρθει στην Κρήτη γύρω στο 1565, 
μάλλον για να αγοράζει γεράκια από το νησί και να τα στέλνει στην ισπανική
 βασιλική αυλή. Οι κάτοικοι του χωριού Πηγαϊδάκια των Αστερουσίων ήταν 
ανάμεσα στους συνεργάτες του. Ο γερακάρης ήταν Έλληνας, Μανιάτης, 
και ονομαζόταν Δημήτριος Κοσμάς. Έμεινε στο Χάνδακα και όταν πέθανε, 
το 1585, η γυναίκα του Μαρούλα πούλησε 50 θηλυκά γεράκια που είχε στην 
κατοχή του!

Εκείνα τα χρόνια φαίνεται πως τα γεράκια της Κρήτης ήταν περιζήτητα. 
Δεν ήταν μόνον ο Ισπανός βασιλιάς. Και άλλοι βασιλιάδες και φεουδάρχες 
έστελναν εκπροσώπους τους στην Κρήτη για να βρουν αρπακτικά πουλιά. 
Ακόμη και ο Σουλτάνος είχε αγοράσει κρητικά γεράκια!
Σήμερα τα πουλιά αυτά έχουν λιγοστέψει πολύ. Και δεν φταίνε οι παλιοί 
γερακάρηδες γι’ αυτό. Φταίει γενικά η ανθρώπινη δραστηριότητα. 
Η δική μας συμπεριφορά απέναντι στη φύση. 

Το παράνομο κυνήγι. 
Η μόλυνση του περιβάλλοντος και η αλλοίωση του τοπίου. 
Με αυτές τις σκέψεις αποχαιρέτησα τον Δήμο. Και τράβηξα τις τελευταίες 
φωτογραφίες της ημέρας την ώρα που οι δυο φίλοι «συζητούσαν». 
Ο άνθρωπος και το αρπακτικό πτηνό ήταν πλάι–πλάι. 
Οι μύτες τους σχεδόν ακουμπούσαν. Και το αυστηρό γερακίσιο μάτι χαλάρωνε 
κοιτάζοντας κατάματα τα μάτια του αφέντη και φίλου του…




ΚΕΙΜΕΝΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου