Από το Δημήτρη Σάββα
Χρόνια
τώρα η ίδια διαδρομή! Κατηφορίζω καθημερινά από το σχολικό συγκρότημα
της οδού Κονδυλάκη προς το πολύβουο κέντρο της πόλης μας. Βέβαια τα δυο
τελευταία χρόνια η απόσταση μειώθηκε, έγινε πιο σύντομη, αφού τυχαίνει ο
προορισμός μου να είναι μέχρι τη γειτονιά του Αγίου Ματθαίου, δίπλα
στην ομώνυμη εκκλησία, εκεί στο ανακαινισμένο νεοκλασικό κτήριο που
βρισκόταν μέχρι και πρίν απο λίγες ημέρες μέρος του πλούτου της
Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Άγιος Ματθαίος!
Μια
ιστορική γειτονιά, ζεστή, φιλόξενη, με έντονα τα σημάδια κάποιας, ίσως
περασμένης, αριστοκρατικής παρουσίας. Με ένα ιδιαίτερο χρώμα που πάντα
εκπέμπει όλο και κάποια νοσταλγία, κάποιες ζωντανές μνήμες, αλλά και
θύμησες αλλοτινές, πάντα όμορφες και γραφικές, άριστα συνδεδεμένες με
την πλούσια ιστορία του Μεγάλου Κάστρου. Και ο Άγιος Ματθαίος, έτσι όπως
Αυτός ξέρει να μας φυλάει και να μας προσέχει, εμάς και τη γύρω
συνοικία από κάθε κακό, κατέχοντας πρωτεύουσα θέση στην τοπική μας
Αγιολογία, μετά από τον γείτονά του, τον Άγιο Μηνά. “Πρώτος και
μοναδικός” αναφέρεται ο ιερός ναός του Αγίου Ματθαίου, ανάμεσα στους
Ορθόδοξους Χριστιανούς μετά την άλωση του Χάνδακα από τους Τούρκους. Εδώ
εκκλησιάζονταν όλοι οι Χριστιανοί της πόλης μας. Σκόπιμα παραχωρήθηκε
στους σιναϊτες μοναχούς, λίγα χρόνια μετά την άλωση, οι οποίοι μετέφεραν
εκεί εικόνες και άμβωνα. Σύμφωνα με το Νικόλαο Σταυρινίδη, η
προαναφερόμενη γειτονιά άρχιζε από το “Καρά Καδή Μεϊντάνι”. Πρόκειται
για την σημερινή πλατεία του Ρήγα Φεραίου, όπου βρίσκονται τα γραφεία
της εφημερίδας “ΠΑΤΡΙΣ” και το παραδοσιακό καφενείο “Ευκάλυπτοι” του
φίλου μου του Παναγιώτη, του Μυτιληνιού. Μας αναφέρει λοιπόν ο
Σταυρινίδης: “ότι αυτή η γειτονιά, περιλάμβανε τη γύρω συνοικία στο
μικρό Χαμαμάκι, τα Σπιτάλια, την Παιδαγωγική Ακαδημία κι έφθανε μέχρι το
Πανάνειο Νοσοκομείο.
Σε
κάποιο δημοσίευμά του ο μεγάλος ιστοριοδίφης μας αποκαλύπτει ότι εκεί
που ήταν το μικρό Χαμαμάκι, υπήρχε παλιότερα ένα κτίσμα, καθαρά
χριστιανικό, μια ορθόδοξη χριστιανική εκκλησούλα. Πρόκειται για τον
“Άγιο Νικόλαο στα μουρχουταργιά”. Αυτή η λέξη είναι βυζαντινή και
σημαίνει τον τόπο όπου πλάθονται πήλινα σκεύη. Στην Κρήτη, οι πήλινες
γαβάθες λέγονται “μουρχούτες” ή “μουχρούτες”. Οι Τούρκοι διεμόρφωσαν
αυτή την εκκλησία σε λουτρό, γκρεμίζοντας φυσικά και προσθέτοντας. Ο
γνωστός μας περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, αναφέρει το μικρό Χαμαμάκι ως
“Χαμάμι των περιβολιών”, περιγράφοντάς το με γούρνες, σαν ένα χώρο
περιορισμένο αλλά συμπαθητικό. Χαρακτηριστικά μας λέει ο κ. Κωνσταντίνος
Καρούζος από τους πιο παλιούς γείτονες της συγκεκριμένης περιοχής, γιος
του παλιού εστιάτορα Καρούζου, που είχε το μαγέρικό του στην αγορά:
“Πράγματι, στην συμβολή των οδών Ξωπατέρα και Ιουστινιανού, εκεί που
σχηματίζεται ένα μικρό πλατεάκι, ήταν το μικρό Χαμαμάκι.
Σήμερα
εκεί ακριβώς υπάρχει μια πολυκατοικία με είσοδο από την οδό
Ιουστινιανού. Προπολεμικά, μας έπαιρνε η μητέρα μου, μικρά παιδιά τότε,
και πηγαίναμε να κάνουμε το μπάνιο μας. Είχε ξεχωριστούς χώρους για
άνδρες και γυναίκες. Υπήρχαν γούρνες στον κάθε χώρο και ακόμα θυμάμαι
τους ατμούς που ήταν έντονοι. Θυμάμαι τον ιδιοκτήτη και τη γυναίκα του
οι οποίοι δεν πρέπει να μιλούσαν τόσο καλά την Ελληνική γλώσσα, και ίσως
να κατάγονταν από τα βάθη της Μικράς Ασίας. Είχαν και τέσσερα παιδιά.
Ένας άλλος παλιός γείτονας, ο κ. Δημήτρης Χατζηανδρέου, θυμάται τη
διαμόρφωση του συγκεκριμένου χώρου και επίσης μας λέει ότι, πρέπει να
λειτούργησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του πενήντα. Λίγο παραπάνω,
και συγκεκριμένα στην οδό Ξωπατέρα αριθμός 10, εκεί που σήμερα είναι
επίσης κτισμένη μια πολυκατοικία με υπόγειο πάρκινγκ, υπήρχε το
ξενοδοχείο “Ελβετία” ιδιοκτησίας του κ. Παπουτσάκη. Πολλοί το θυμούνται
σαν ένα από τα παλιότερα ξενοδοχεία της πόλης μας, το οποίο ήταν και
στέκι των Γερμανών αλεξιπτωτιστών, οι οποίοι έμειναν απέναντι σε κάποιο
σπίτι και πήγαιναν εκεί για να πιουν τον καφέ τους και να περάσουν την
ώρα τους.
Στοιχεία
όμως και πολλά άλλα ενδιαφέροντα για τη γειτονιά του Αγίου Μτθαίου και
τους ανθρώπους, που έδωσε η κυρία Ηλέκτρα Αναστασάκη - Βαρδάκη, την
οποία και ευχαριστώ θερμότατα. Πιο συγκεκριμένα, μας διηγείται: “Τα
στοιχεία που παραθέτω, τα ανασύρω από τις έντονες παιδικές μου
αναμνήσεις και τις καταγεγραμμένες πληροφορίες της μητέρας μου Λιλής.
Ανάγονται στην δεκαετία του πενήντα, και αφορούν το τμήμα της Ταξιάρχου
Μαρκοπούλου από τη στροφή του Υγειονομικού μέχρι τη στροφή προ του 8ου
Δημοτικού Σχολείου (Παλαιά Παιδαγωγική Ακαδημία, με την τότε ιστορική
μορφή της). Στο κτήριο που στεγάζεται τώρα μέρος της Βικελαίας
Βιβλιοθήκης και ειδικά στο βόρειο μισό του, κατοικούσε στις αρχές του
20ου αιώνα ο υποθηκοφύλακας Ηρακλείου, εξέχον μέλος της τότε κοινωνίας, ο
Μύρων Φλαμπουριάρης με τη σύζυγό του κ. Τούλα. Αρχοντικό με τα όλα του.
Όταν έμεινε χήρα η κ. Τούλα Φλαμπουριάρη, δημιούργησε μια μικρή πανσιόν
για νέες κοπέλες που επιζητούσαν μια επιμόρφωση. Βέβαια αυτές οι
κοπέλες δεν ήταν τυχαίες και γνώριζαν οι περισσότερες να μιλούν Γαλλικά
και να παίζουν και πιάνο. Προσόντα σπάνια για την εποχή. Η οικοδέσποινα,
μικρόσωμη αλλά σεβάσμια, διέλυσε το σπιτικό της και έφυγε για την
Αθήνα.
Στη
διάρκεια της Κατοχής το συγκρότημα αυτό το κατέλαβαν οι Γερμανοί και
φιλοξένησαν ελαφρές υγειονομικές μονάδες, οδοντιατρείο, αναρρωτήριο και
κάτι άλλο που δεν θυμάμαι. Προς το τέλος της παραμονής τους, το νότιο
τμήμα το μετέτρεψαν σε αποθήκες αναλώσιμων υλικών, όπως καυσόξυλα,
τρόφιμα, ιματισμό. Στην πίσω αυλή, μεταξύ κτηρίου και εκκλησίας, οι
Γερμανοί είχαν κατασκευάσει ένα καταφύγιο για τις δικές τους ανάγκες.
Αυτό είχε μια περίεργη μορφή, ίσως σύμφωνα με το σκεπτικό μιας
αναμενόμενης αντοχής του σ’ ένα συμβατικό βομβαρδισμό. Δηλαδή, κωνική
στέγη με εσωτερικούς πλατείς ενδιάμεσους τοίχους, που άφηναν παράλληλους
στενούς διαδρόμους για τους ανθρώπους. Όντας υγειονομικοί οι Γερμανοί
(Αυστριακοί, απ’ ό,τι θυμάμαι) δεν είχαν τη σκληρή συμπεριφορά των
μάχιμων και οι σχέσεις τους με τη γειτονιά, με πέντε οικογένειες που
όλες κι όλες είχαν απομείνει, ήταν καλές. Έτσι, μόλις σήμαινε συναγερμός
άνοιγαν την πόρτα προς το δρόμο, ώστε όσοι γείτονες ήθελαν, κατέφευγαν
στο καταφύγιο αυτό, όπου μόνιμα διατηρούσαν σκαμνάκια, νερό, κουβέρτες
και λύχνους ή κεριά. Έτσι απέφευγαν να πάνε στο Μακάσι, τη στοά που
συγκέντρωνε πάρα πολλούς. Αυτό βέβαια το κατασκεύασμα κατεδαφίστηκε.
Βόρεια
της εκκλησίας υπήρχε ένα μεγάλο κτήριο, όμοιο μ’ αυτό που στεγάζεται η
Βικελαία Βιβλιοθήκη, το οποίο καταστράφηκε από βομβαρδισμούς, όπως και
το μεγαλύτερο μέρος της εκκλησίας του Αγίου Ματθαίου. Σώθηκε όμως η
διώροφη οικία του ιερέα που λειτουργούσε και ως χώρος ιστορικού αρχείου
και η οποία υψώνεται επιβλητική τώρα πίσω από την αυλή της εκκλησίας.
Όλα αυτά απαρτίζουν το σιναϊτικό μετόχι του Αγίου Ματθαίου με τον
ιστορικό του ρόλο που έπαιξε κατά την Τουρκοκρατία. Μετά τα καταστροφικά
αποτελέσματα των βομβαρδισμών, ο τότε ιερέας πατήρ Ιάκωβος, μεγάλος
εμψυχωτής και συμπαραστάτης στα δεινά των ανθρώπων της γειτονιάς,
σκάβοντας στα χαλάσματα, μάζεψε ιερά σκεύη και κειμήλια και τα μετέφερε
σ’ ένα δωμάτιο του σπιτιού του, δημιουργώντας ένα λιτό ευκτήριο οίκο,
όπου γίνονταν δεήσεις χωρίς χρήση καμπάνας. Μετά τον πόλεμο, και λόγω
της έλλειψης στέγης, γερά σπίτια ή μέρη σπιτιών, επιτάχθηκαν κι έτσι η
γειτονιά ζωήρεψε, γεμίζοντας από οικογένειες και κυρίως πολλά παιδιά.
Ο
σημερινός δρόμος της “Ταξιάρχου Μαρκοπούλου” τότε λέγονταν “Οδός Ιεράς
Μονής Απεζανών” και κακώς ταυτίζεται με την περιοχή του Λάκκου. Στην
πλατεία του Υγειονομικού υπήρχε ένα κτήριο που λειτουργούσε ως
απολυμαντήριο του Πανανείου και αυτό ήταν το όριο μεταξύ της γειτονιάς
μας και του Λάκκου. Βέβαια, είχαμε εικόνες από την κυκλοφορία των
ελεύθερων ηθών γυναικών, είτε γιατί μετακινούνταν από το τότε ξενοδοχείο
“Ελβετία”, είτε γιατί πήγαιναν για ιατρικό έλεγχο στο Υγειονομικό
Κέντρο. Πολύ προ του πολέμου, η ευρύτερη περιοχή του Υγειονομικού
αποτελούσε μέρος της λεγόμενης “Περβόλας”. Η ονομασία παραπέμπει σε
καλλιέργεια κηπευτικών που ποτίζονταν από μια χαβούζα γεμάτη πάντα νερό
από μαγγανοπήγαδο. Ήταν φυσικά και το προσφιλές μέρος των παιδιών για
παιδικά παιχνίδια. Η γειτονιά που αναβίωσε μετά τον πόλεμο, στην τωρινή
Ταξιάρχου Μαρκοπούλου, είχε όλα τα στοιχεία της τότε αστικής γειτονιάς -
κυψέλης, με τις ανοιχτές πόρτες, τις λουλουδιασμένες αυλές, τις
βεγγέρες στα πεζοδρόμια, τα σκουτελικά, τον ελεύθερο δρόμο, την
οικειότητα και τη ζεστή επαφή των ανθρώπων της. Τώρα οι γονείς δεν ζούνε
πια! Υπάρχουν όμως μερικοί απόγονοι δεύτερης ή τρίτης γενιάς, για να
θυμίζουν το παρελθόν. Όμως από τα παιδιά της τότε εποχής, πολλά έχουν
διαπρέψει σήμερα στον επιστημονικό, στον εμπορικό, στο
δημοσιοϋπαλληλικό, στον πολιτικό και στον κοινωνικό γενικά τομέα.
Στο
κτήριο της τωρινής Βικελαίας και στο ανώγειο, έμεινε ο τότε
υποδιευθυντής και αργότερα διευθυντής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Στάμος
Γλύκας με τη σύζυγό του Αλεξάνδρα και τα παιδιά τους, το Γιάννη, τη Ρένα
και τη Μάρω. Στο ισόγειο, εκεί που σήμερα είναι το τμήμα εφημερίδων και
περιοδικών, έμεινε η δασκάλα Ελευθερία Λιναρδάκη με την αδελφή της και
επίσης η δασκάλα Γαρυφαλιά Αλέξη. Στο διπλανό ισόγειο, στο σημερινό
παιδικό και δανειστικό τμήμα της Βιβλιοθήκης, ζούσε η οικογένεια
Χαραλαμπίδη με τα παιδιά τους τον Αποστόλη, το Νίκο και την Καίτη και
στο ανώγειο ο εφοριακός Ανδροκλής Χαλκιαδάκης με τη σύζυγό του τη Μαίρη.
Παραδίπλα, ο Αδαμάντιος και η Αργυρώ Μανωλεσάκη και πιο πέρα η
οικογένεια Μαραυγάκη. Απέναντι ζούσαν οι “Κοκούδες” τρεις αδελφές και
ένας αδελφός, όλοι ανύπαντροι. Η Ροδώ, πρωτοπόρος για την εποχή της,
φιλοξενούσε κάποιες ώρες και επέβλεπε μικρά παιδάκια μέσα στην ασφαλή
και καταπράσινη αυλή της. Στο διπλανό σπίτι με τη βαθιά αυλή,
συγκατοικούσαν η Μαρία Παττακού με το Γιώργο της, ο Μηνάς και η
Ανδρονίκη Σεμερτζάκη με τις κόρες της Γεωργία και Άννα και αργότερα η
οικογένεια Γιακουμάκη. Δίπλα ο Κατσαρός και στη συνέχεια ο Νίκος και η
Άννα Παχιαδάκη. Αυτό το σπίτι που έχει αναπαλαιωθεί, φιλοξένησε για
πολλά χρόνια το Γιώργο και την Εύα Πικράκη, το γένος Καρέλλη, με τους
τέσσερις γιους Αντώνη, Νίκο, Αλέκο και Βαγγέλη. Οι επόμενοι στη σειρά
κάτοικοι ήταν ο Γιάννης και η Λιλή Αναστασάκη με τα παιδιά τους Ηλέκτρα,
Βαγγέλη και Λάμπρο. Βόρεια ο Στερεός, η οικογένεια Δημάκη, η οικογένεια
Τζουανάκη, η Στέλλα και ο Γιώργος Ξειδιανάκης, οι Λαμπράκηδες και
απέναντι ο Ευτύχης και η Μαρία Βασιλάκη με τα παιδιά τους Γιώργο και
Θόδωρα και παραδίπλα η οικογένεια Γιέτη με το γιό τους το Μηνά.
Αργότερα, η οικογένεια Ζαχαριουδάκη και η οικογένεια του δασκάλου Μιχάλη
Σερπετσιδάκη”.
Μ’
αυτό τον αναλυτικό περιγραφικότατο τρόπο η κυρία Ηλέκτρα μας φέρνει
πίσω κάμποσες δεκαετίες σ’ αυτή τη γειτονιά, τη γειτονιά του Αγίου
Ματθαίου. Μια γειτονιά, που κατά τα λόγια της Μαρίκας Ζαχαριουδάκη, μιας
παλιάς γειτόνισσας που δεν ζει πια, “ότι η περιοχή αυτή συγκέντρωνε την
αφρόκρεμα του Ηρακλείου”.
Μεταπολεμικά,
απέναντι ακριβώς από το τωρινό κτήριο της Βικελαίας έμεινε ο γνωστός
δικηγόρος κ. Γιάννης Σερπετσιδάκης, ο οποίος με μια ομάδα παιδιών
εκείνης της εποχής, όπως: Γιάννης Λεμπιδάκης, Μιχάλης Οικονόμου, Μηνάς
Γιέτης, Βαγγέλης Αναστασάκης, ο Μίμης Ζερβουδάκης, ο Τίτος Αθανασιάδης
και άλλα παιδιά, τα ονόματα των οποίων πιθανόν να μου διαφεύγουν, τα
οποία ασχολούνταν με τον προσκοπισμό. Επίσης στην ίδια γειτονιά έμεινε
και ο μακαριστός Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, κυρός Θεόδωρος
Τζεδάκης. Ακόμα σύχναζε εκεί και ο κ. Μανόλης Καρέλλης, πρώην δήμαρχος
Ηρακλείου και ευρωβουλευτής, ο οποίος επισκεπτόταν την αδελφή του. Το
πατρικό σπίτι του κ. Καρέλλη βρισκόταν στην οδό Καρδιωτίσσης. Το
σημερινό όγδοο Δημοτικό Σχολείο παλιότερα ονομαζόταν πέμπτο και ακόμα
παλιότερα και συγκεκριμένα από το 1905 λειτούργησε ως Παιδαγωγική
Ακαδημία. Πολλοί το έλεγαν Διδασκαλείο. Ένα κτήριο με ξεχωριστή ομορφιά
θυμούνται οι παλιότεροι. Πιο κάτω από το σχολείο, εκεί που σήμερα
υπάρχει ένα εστιατόριο - ψητοπωλείο, υπήρχε ο “Φάρος” που ήταν παράρτημα
τυφλών και αργότερα έγινε εκεί η Στέγη των Ανηλίκων.
Άφησα
τελευταία την εκκλησία του Αγίου Ματθαίου και τον ιερέα της που την
διακόνησε για αρκετά χρόνια, τον πατέρα Ιάκωβο. Τον “παππούλη” των
μικρών παιδιών, ο οποίος τα υπεραγαπούσε και τα καλοδέχονταν, τους έκοβε
από το μεγάλο κήπο χαμομήλι, τους έδινε κουφέτα και διάφορες
μπομπονιέρες, πολλά παιδιά θυμούνται τους σταυρούς της Κυριακής των
Βαϊων, τα βράδια του μεγαλοβδόμαδου. Τα αγόρια συνωστίζονταν για το ποιο
θα χτυπούσε την καμπάνα ή θα ντύνονταν παπαδάκι προκειμένου να
υπηρετήσουν τον ιερέα. Ο σημερινός ξενώνας, το αρχονταρίκι, που
βρίσκεται πίσω από την αυλή του Αγίου Ματθαίου, τότε το έλεγαν
Οικονομικό, στο οποίο διέμειναν οι οικογένειες Καρφοπούλου και
Κουναλάκη. Εκεί έβρισκαν ηρεμία για διάβασμα και πραγματική στοργή από
τον πατέρα Ιάκωβο, πολλά παιδιά, που ήθελαν να μελετήσουν και είχαν
όρεξη για γράμματα.
Χαρακτηριστικά
παραδείγματα ο μετέπειτα Μητροπολίτης Θεόδωρος Τζεδάκης και ο καθηγητής
αργότερα του Μετσοβίου Πολυτεχνείου Βαγγέλης Αναστασάκης, ο οποίος δεν
ζει πια. Ο πατήρ Ιάκωβος ήταν πολύ φίλος με τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο
Κρήτης κυρό Ευγένιο Ψαλιδάκη και όπως έλεγε πολλές φορές όταν οι
Γερμανοί ήθελαν να ανατινάξουν το λιμάνι του Ηρακλείου, στις
διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς πήγαν για να τους συναντήσουν μαζί με
τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο. Ο σεβαστός γέροντας του Αγίου Ματθαίου ήταν
Χανιώτικης καταγωγής και ως μοναχός ήταν Σιναϊτης. Ήταν πολύ μορφωμένος
και μιλούσε τρεις γλώσσες, μεταξύ αυτών και Αραβικά. Κάθε Κυριακή το
πνευματικό Ηράκλειο σύχναζε στον Άγιο Ματθαίο προκειμένου να
λειτουργηθεί αλλά και πολλοί απ’ αυτούς εξομολογούνταν στον γέροντα.
Ήταν κοινωνικότατος προς το ποίμνιό του και μετά τη Θεία Λειτουργία
συνήθιζε να προσφέρει ένα νερό κι έναν καφέ. Ήταν μια μορφή
επικοινωνίας, σύνδεσης και αγάπης. Διακόνησε μεταπολεμικά τον Άγιο
Ματθαίο για αρκετά χρόνια και εκοιμήθη στα 1968. Έχει ενταφιαστεί στο
νεκροταφείο του Αγ. Κων/νου. Σαράντα χρόνια μετά, όλοι μιλούν με
θαυμασμό και συγκίνηση για το μακαριστό γέροντα. Εκείνα τα χρόνια το
λάβαρο της Αναστάσεως του Αγίου Μηνά, συνηθίζονταν να πηγαίνει στον Άγιο
Ματθαίο συνοδεία της Μουσικής του Δήμου και μετά μαζί και τα δύο
λάβαρα, του Αγίου Ματθαίου και του Αγίου Μηνά, γύριζαν στον
Μητροπολιτικό Ναό της πόλης μας για την τελετή της Αναστάσεως. Ίσως οι
πιο μεγάλοι θυμούνται τον πατέρα Ιάκωβο στις διάφορες λιτανείες του
Αγίου Μηνά να κρατάει ο ίδιος πάντοτε τα ιερά Λείψανα.
Κλείνοντας
το κείμενό μου, θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς αυτούς που με
βοήθησαν και μου εμπιστεύθηκαν φωτογραφικό υλικό και παράλληλα μου
έδωσαν πρόθυμα πολύτιμες πληροφορίες. Πρώτα - πρώτα την κυρία Ηλέκτρα
Βαρδάκη - Αναστασάκη, την κυρία Άννα Ζαχαριουδάκη, την Μαρία
Σερπετσιδάκη - Πυργιανάκη, την Κατερίνα Ζαχαριουδάκη, τον κ. Κώστα
Καρούζο, τους κυρίους Μανόλη Καρέλλη και Γιάννη Σερπετσιδάκη, τον κ.
Δημήτρη Χατζηανδρέου και ίσως και κάποιους άλλους που πιθανότατα αυτή τη
στιγμή μου διαφεύγουν, ζητώντας γι’ αυτή μου την παράλειψη
προκαταβολικά συγνώμη.
Επίσης θεωρώ αναγκαίο για μια ακόμα φορά, να
υποκλιθώ στα μοναδικά κείμενα του αείμνηστου ιστοριοδίφη Νικολάου
Σταυρινίδη που με βοήθησαν σημαντικά σ’ αυτή την εργασία. Σ’ όλους
οφείλω από καρδιάς ένα μεγάλο ευχαριστώ! Κι εγώ, αισθανόμενος πια ως
γείτονας της προαναφερόμενης γειτονιάς, αφού τυγχάνει να είναι ο χώρος
της εργασίας μου, θα έχω να διηγούμαι αυτά και κάποια άλλα. Γι’ αυτή την
όμορφη γειτονιά με τους πεζόδρομους, με τις αυλές της και με τους
καταδεκτικούς ανθρώπους της. Έτσι, όπως ήταν παλιά!
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου