Είναι κάτι τραγούδια που τα κομποδένω ασυναίσθητα με μυρωδιές, εικόνες και αναμνήσεις. Το "Φιλεντέμ" για παράδειγμα. Μυρίζει αρνάκι στη σούβλα. Πασχαλιά και λεμονανθούς. Η Ζαμπία είναι χωμένη στο μικρό κουζινάκι και στέκεται γελαστή πάνω από το μαυροτήγανο με τις πατάτες. Το πικ-απ βγαλμένο στο δώμα.
Κοιτά τους άλλους που ανακατεύουν τους δίσκους και το χρυσό της δόντι στραφταλίζει στο φως. Ώσπου, ακούγεται το Φιλεντέμ. Παρατά το τηγάνι, σκουπίζει βιαστικά τα χέρια στην ποδιά της και βάζει μία φωνή:
Ανεβαίνει στο δώμα και πετάει τα παντοφλάκια της στο τελευταίο σκαλί. Βουτάει τη λαδωμένη πετσέτα, ανοίγει τα χέρια κρατώντας τις άκρες της κι αρχίζει το χορό. Χρόνια την άκουγα να μιλάει με κείνη την τσιριχτή -ενοχλητική σχεδόν- φωνή της και απορούσα πώς γλύκαινε τόσο κι άλλαζε σαν τραγουδούσε το Φιλεντέμ.
Είχε τους λόγους της όμως η Ζαμπία. Χήρα με 4 παιδιά πια και 7 εγγόνια. Τον πόλεμο τον θυμάται αχνά στα μικράτα της, αλλά ήταν αιτία η πείνα και η φτώχια του και την πάντρεψαν αμέσως μετά με τον Χαραλάμπη. Είκοσι χρόνια μεγαλύτερος εκείνος, κι αυτή παιδί ακόμη. Σχεδόν συνομήλικη με τα ορφανά του.
Την στεφανώθηκε και την πήρε από το χωριό της για να ζήσουν μαζί στο Μυλοπόταμο. Άσχημος ο Χαραλάμπης, κακοσουλούπωτος. "Μαύρο" τονε φωνάζανε στα γύρω χωριά. Κυβερνούσε τον τόπο όμως με την πιστόλα και το βιός που βρήκε από τα γονικά του.
Η Ζαμπία τονε δέχτηκε κύρη και πατέρα συνάμα. Του κανε κι άλλα δυό παιδιά. Μα το χωριό είχε να λέει πως το βλέμμα της λιγωνότανε σαν αντίκρυζε τον μικρό του αδερφό: τον Λυκούργο. Ερχότανε αραιά και που να παίξει στους γάμους και τα πανηγύρια του χωριού. Λυράρης αυτός, αλλιώτικος τελείως από τον αδερφό του και στην όψη και στην ψυχή. Ο ένας γύρευε να μερέψει τους ανθρώπους με τον βούρδουλα κι ο άλλος με τη λύρα.
Σε ένα γιορτάσι σταμάτησε τις κονδυλιές και είπε δυνατά: "Τώρα θα παίξω ένα σκοπό να τονε χορέψει η νύφη μου". Και της τραγούδησε το Φιλεντέμ. Μόνο που το χέρι του Χαραλάμπη δεν την άφησε να ξεσύρει από τη θέση της. Τα δύο αδέρφια κοιτάζονταν κατάματα όσο κρατούσε το τραγούδι.
Η Ζαμπία δεν είπε ποτέ σε κανέναν τι έγινε εκείνο το βράδυ. Ο Λυκούργος δεν ξαναφάνηκε στο χωριό. Μήνες μετά έφυγε για την Αθήνα.
Τα χρόνια πέρασαν κι ο Χαραλάμπης χάθηκε. Στα στερνά του, άρρωστο πια στο νοσοκομείο "Άγιος Σάββας" πήγε να τον δει κι ο Λυκούργος. Η θεία μου η Γαρουφαλιά ήταν μπροστά. Κανείς δεν πολυμίλησε. Ο Λυκούργος έσφιξε το χέρι του Χαραλάμπη και πριν φύγει είπε δύο λόγια μόνο στη Ζαμπία. Η θεία μου ορκίζεται πως την ρώτησε αν χόρεψε ποτέ το Φιλεντέμ. Κι η Ζαμπία μουγκάθηκε και δεν απάντησε.
Ήμουν παιδί όταν πηγαίναμε το Πάσχα στο χωριό και την πρωτάκουσα να το λέει.
- Σιγά το τραγούδι, βρε θεία. Τι πάει να πει "Φιλεντέμ"; ρώτησα με όλη μου την παιδική αφέλεια. Η Ζαμπία όμως συνέχισε να χορεύει με τα μάτια κλειστά και να τραγουδάει. Και μόνο σαν τελείωσε το τραγούδι ήρθε κοντά και μ' έπιασε χαδιάρικα από το αυτί:
Είσαι μικρή ακόμη, κυρά μου. Φιλεντέμ πάει να πει .. ζωή. Άμα μεγαλώσεις θα το μάθεις κι εσύ.
Το θυμήθηκα πρόσφατα ακούγοντας μία παρέα να συζητά για την καταγωγή του τραγουδιού. Λίγοι ξέρουν ότι στην πραγματικότητα ο γνήσιος αρχικός στίχος δεν ήταν καν "Φιλεντέμ" αλλά "Φίλε Εντέμ".
Το τραγούδι ήταν η αγωνιώδης επίκληση των Χριστιανών στον Τούρκο Αγά Εντέμ, που εξόντωνε άλλοτε με δυσβάστακτη φορολογία κι άλλοτε με διωγμούς τις φαμίλιες τους. Την δεκαετία του 1930 -που Κεμάλ και Βενιζέλος πάσχιζαν να θέσουν βάσεις ελληνοτουρκικής φιλίας- το τραγούδι ακουγότανε στη Σμύρνη και στην Πόλη.
Ένα πλοίο με Τούρκους ναύτες που έδεσε στο λιμάνι του Ρεθύμνου, το φερε στην Κρήτη. Ο Στέλιος Φουσταλιέρης -από τους τελευταίους πια πρωτομάστορες της κρητικής μουσικής που χάθηκαν- έπεισε τους Τούρκους ναυτικούς να το μουρμουράνε συνεχώς, μέχρι να πιάσει το σκοπό και να τον αναπαράγει με το μπουλγαρί του. Έπειτα του φτιαξε λόγια ταιριαστά με τον Τούρκικο αμανέ:
«Μια Τουρκοπούλα στο τζαμί πάει να προσκυνήσει, γιαλελέλι, τοάδες κάνει στο θεό για ν' αλλαξοπιστήσει.
Φίλε Edem , ωχ αμάν, αμάν.
Τουρκοπούλα, ο φερετζές σου κρύβει μέσα τσ' ομορφιές σου, κρύβει μέσα τσ' ομορφιές σου, Τουρκοπούλα, ο φερετζές σου.
Μια Τουρκοπούλα στο τζαμί, "Αλλάχ, Αλλάχ" φωνάζει, γιαλελέλι, Κι όταν θα πει το "μπιρ Αλλάχ" μεσ' στην καρδιά με σφάζει.
Φίλε Edem , ωχ, αμάν, αμάν.
Τα νεότερα χρόνια, το τραγούδι άλλαξε μορφή με τους στίχους του Νίκου Ξυλούρη κι έγινε πια το γνωστό «Μια παντρεμένη αγαπώ...».
Φίλε Edem , ωχ αμάν, αμάν.
Τουρκοπούλα, ο φερετζές σου κρύβει μέσα τσ' ομορφιές σου, κρύβει μέσα τσ' ομορφιές σου, Τουρκοπούλα, ο φερετζές σου.
Μια Τουρκοπούλα στο τζαμί, "Αλλάχ, Αλλάχ" φωνάζει, γιαλελέλι, Κι όταν θα πει το "μπιρ Αλλάχ" μεσ' στην καρδιά με σφάζει.
Φίλε Edem , ωχ, αμάν, αμάν.
Τα νεότερα χρόνια, το τραγούδι άλλαξε μορφή με τους στίχους του Νίκου Ξυλούρη κι έγινε πια το γνωστό «Μια παντρεμένη αγαπώ...».
** Στη φωτογραφία επάνω ο Στέλιος Φουσταλιέρης, "δημιουργός" της κρητικής εκδοχής του παλιού Φίλε Εντέμ με το μπουλγαρί ανά χείρας. Το παλαιότερο νηκτό τρίχορδο της Κρήτης που μέχρι την δεκαετία του 1920 συνόδευε τη λύρα. Το λαγούτο το διαδέχτηκε και το .. αφάνισε.
ΚΡΗΤΗ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ kritipoliskaixoria
Η Κρήτη στο ίντερνετ με πλούσιο φωτογραφικό υλικό, πολιτιστικά, λαογραφικά νέα και ιστορικά στοιχεία, Αφιερώματα αε πόλεις και χωριά της Κρήτης, αρχαιολογικούς χώρους, θρησκευτικά μνημεία, και Ανθρώπους
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου