H λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Chrysanthemum coronarium (Χρυσάνθεμο το στεφανωματικό) και ανήκει στην οικογένεια των Αστερίδων (Σύνθετα) η οποία περιλαμβάνει περίπου 20 ποικιλίες που υπάρχουν σε Ευρώπη, κεντρική και ανατολική Ασία. Κάποια από τα είδη καλλιεργούνται εδώ και 2000 χρόνια στην Κίνα και την Ιαπωνία.
Προφανώς την ονομασία coronarium την οφείλει στο γεγονός ότι τα άνθη του φυτού είναι τόσο όμορφα που τα κάνανε σε όλο τον κόσμο στεφάνια και γιρλάντες.
Είναι πολύ κοινό φυτό στην Κρήτη και στη χώρα μας το συναντούμε με την ονομασία Μαντηλίδα, Χρυσάνθεμο ή Τσουτσουμίδα.
Η Μαντηλίδα είναι φυτό ετήσιο και φτάνει σε ύψος τα 1,20μ. Πολυκλαδισμένο με πολλά φύλλα δις-πτερωτά. Οι βλαστοί είναι λείοι και τα κεφάλια φτάνουν σε διάμετρο τα 5 με 6 εκατοστά. Τα άνθη είναι κίτρινα ή λευκά με κίτρινα στη βάση. Τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα και επικονιάζονται από μέλισσες, μύγες, κάνθαρους και λεπιδόπτερα (σκώροι και πεταλούδες). Προτιμά εδάφη που στραγγίζονται καλά και απαιτεί υγρό χώμα.
Τη Μαντηλίδα την συναντούμε σε χέρσους αγρούς, σε άκρες δρόμων, χαντάκια, αμπελώνες και καλλιεργημένα χωράφια ορεινής και ημιορεινής ζώνης και συχνά καλύπτει μεγάλες επιφάνειες εδάφους. Κάνουν καλό στα φυτά που βρίσκονται δίπλα τους γιατί απωθούν τις κάμπιες.
Ιστορικά στοιχεία:
Εξ’ αιτίας του χρυσού χρώματος των ανθέων οι αρχαίοι αποκαλούσαν το φυτό «Διός Όφρυς». Πιθανώς πρόκειται για το «χάλκινον άνθος» του Νίκανδρου. Ένα μαγικό και ιαματικό φυτό της Μήδειας, κόρης της Εκάτης, ο έρωτας της οποίας για τον Ιάσονα είναι γνωστός σε όλους μας.
Ο Διοσκουρίδης το αποκαλεί χρυσάνθεμον και αναφέρει ότι στεφάνια φτιαγμένα από μαργαρίτες κοσμούσαν τα ιερά αγάλματα των θεών.
Με αυτό το φυτό οι γιατροί της αρχαιότητας έφτιαχναν αλοιφή που την χρησιμοποιούσαν για τη διάλυση των ογκιδίων και για τα έλκη. Τα άνθη της χρησίμευαν για τον ίκτερο και χρησιμοποιήθηκε ως συστατικό στη θεραπεία της γονόρροιας και της σύφιλης.
Στην Αθήνα, τα νεαρά βλαστάρια ήταν μια λιχουδιά στις αρχές του 11ου αιώνα.
Παραδοσιακά στην Κρήτη την Μεγάλη Σαρακοστή μάζευαν τους τρυφερούς βλαστούς του φυτού και αφού αφαιρούσαν τα φύλλα την έτρωγαν με λαδόξιδο. Επίσης έβαζαν φυτό και άνθη κάτω από το κρεβάτι για να μην πηγαίνουν οι ψύλλοι. Με τους στήμονες της μαντηλίδας έβγαζαν ένα ωραίο κίτρινο χρώμα για βαμβακερά νήματα και πανιά.
Στην Κρήτη Μαντηλίδα ονομάζουν και το χρυσάνθεμο το σιτόφιλον, το οποίο έχει άνθη κίτρινα μικρά και φύλλα λίγο σαρκώδη. Θεωρούνται όμως δηλητηριώδη και δεν χρησιμοποιούνται ούτε κόβονται.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Το βότανο περιέχει πρωτεΐνες 27,7%, λίπος 4,6%, υδατάνθρακες 50,8%, ίνες 13,8% και τέφρα 16,9%. Έχει άφθονα μεταλλικά στοιχεία όπως ασβέστιο, φωσφόρο, σίδηρο, μαγνήσιο, νάτριο, κάλιο (610mg σε 100γραμμάρια βρώσιμου μέρους), καροτίνη (3,4γραμμάρια σε 100γραμμάρια βρώσιμου μέρους), ψευδάργυρο. Περιέχει επίσης βιταμίνη Α, Β1 (θειαμίνη) , Β2 (ριβοφλαβίνη) , Νιασίνη και βιταμίνη C.
Ανθιση – συλλογή – χρησιμοποιούμενα μέρη:
Ανθίζει από Ιούλιο έως Σεπτέμβριο και οι σπόροι του ωριμάζουν από Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο. Συλλέγεται την εποχή της ανθοφορίας. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται τα φύλλα και τα άνθη. Χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο του χαμομηλιού.
Τα άνθη και τα φύλλα του φυτού είναι εδώδιμα. Οι νέοι βλαστοί και οι μίσχοι τρώγονται ωμοί σε σαλάτα ή μαγειρεμένοι. Είναι έντονα αρωματικά. Τα ζεματίζουμε σε νερό για λίγα λεπτά και τα προσθέτουμε στη σαλάτα. Το κέντρο της μαργαρίτας είναι πικρό και έτσι χρησιμοποιούνται μόνο τα πέταλα.
Τα 100 γραμμάρια από το φυτό περιέχουν 292 θερμίδες. Στην ασιατική κουζίνα χρησιμοποιείται μαζί με άλλα χόρτα τα οποία τηγανίζουν. Το έγχυμα των φύλλων και των ανθέων το πίνουν ως τσάι. Τα νεαρά φύλλα συνοδεύουν ως διακοσμητικά τις μπριζόλες ενώ χρησιμοποιείται στις σάλτσες για χρώμα και γεύση, σε πιάτα ρυζιού και σαλάτες.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Το βότανο δρα ως αρωματικό, πικρό, αποχρεμπτικό, καθαρτικό και στομαχικό
Τα φύλλα είναι αποχρεμπτικά και ευστόμαχα και τα άνθη είναι αρωματικά, πικρά και ευστόμαχα. Ο φλοιός είναι καθαρτικός και τον χρησιμοποιούσαν από παλιά στη θεραπεία της σύφιλης.
Πλούσιο σε αμινοξέα και βιταμίνες Α,D και Ε θεωρείται ότι τονώνει τον οργανισμό. Η ύπαρξη σε υψηλό ποσοστό ασκορβικού οξέως και καρωτινοειδών και το γεγονός ότι περιέχει σημαντικές ποσότητες σιδήρου, ασβεστίου, καλίου και διαιτητικών ινών αυξάνουν τη χρησιμότητα του στην αντιμετώπιση καρδιαγγειακών ασθενειών και τονίζουν την αντιοξειδωτική του δράση.
Συνίσταται σε στηθάγχη, κρυολόγημα, πυρετό και υπέρταση.
Σε συνδυασμό με μαύρο πιπέρι χρησιμοποιείται στη θεραπεία της γονόρροιας. Καθαρίζει το σώμα από τοξίνες μετά από πλούσια και πικάντικα φαγητά.
Το έγχυμα των φύλλων του φυτού χρησιμοποιείται για ξέβγαλμα σε λιπαρά δέρματα και το αφέψημα χρησιμοποιείται για σπυριά ακμής και πληγές δέρματος.
Χρησιμοποιείται επίσης για προβλήματα συκωτιού και ματιών (υπερκόπωση, επιπεφυκίτιδα και πονεμένα κόκκινα μάτια).
Προφυλάξεις
Δεν υπάρχει κανένας γνωστός κίνδυνος για τοξικότητα του φυτού. Έχουν αναφερθεί αλλεργίες (δερματίτιδα εξ επαφής, υπερευαισθησία και φωτοευαισθησία) σε άτομα ευαίσθητα σε φυτά γένους αμβροσία. Τα ενεργά συστατικά του βοτάνου δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς και για τον λόγο αυτό δεν συνίσταται στις εγκύους.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου