Η δισκοκήλη είναι πάθηση της σπονδυλικής στήλης. Είναι γνωστή στο ευρύ κοινό και ως δισκοπάθεια. Ο μεσοσπονδύλιος δίσκος είναι ένα ελαστικό μαξιλαράκι, μαλακό στο εσωτερικό του που περιβάλλεται από ένα σκληρότερο περίβλημα και βρίσκεται ανάμεσα σε δύο σπονδύλους. Η δισκοκήλη εκδηλώνεται όταν ο δίσκος προβάλλει προς τον σπονδυλικό σωλήνα και πιέζει τα παρακείμενα νεύρα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει πόνο, μούδιασμα ή αδυναμία στο χέρι ή το πόδι. Πολλοί άνθρωποι δεν εμφανίζουν καθόλου συμπτώματα.
Η δισκοκήλη είναι συνήθως αποτέλεσμα σταδιακής φθοράς που οφείλεται στην πάροδο της ηλικίας και ονομάζεται εκφύλιση δίσκου. Καθώς μεγαλώνουμε, ο σπονδυλικός δίσκος χάνει το περιεχόμενό του σε νερό. Αυτό τoν καθιστά λιγότερο ευέλικτο και περισσότερο επιρρεπή σε ρήξη ακόμη και με μικρότερη ένταση/φόρτιση.
Πολλοί άνθρωποι δεν μπορούν να εξακριβώσουν την ακριβή αιτία της δισκοκήλης. Μερικές φορές χρησιμοποιώντας τους μύες της πλάτης αντί για των ποδιών για να σηκώσεις κάποιο βάρος μπορεί να προκληθεί το πρόβλημα. Σπανίως, ένα τραυματικό γεγονός όπως μια πτώση ή ένα χτύπημα στην πλάτη μπορεί να γίνει αιτία δισκοκήλης.
Τα περισσότερα περιστατικά εντοπίζονται στην οσφυϊκή σπονδυλική στήλη (χαμηλά στη μέση), ωστόσο συχνά μπορούν να εντοπιστούν και στον αυχένα. Τα πιο συχνά συμπτώματα που αναφέρονται είναι:
Πόνος στο πόδι ή στο χέρι: Αν το πρόβλημα εντοπίζεται χαμηλά στη μέση, μπορεί να νιώσεις έντονο πόνο στους γλουτούς, στο μηρό και στη γάμπα. Αν εντοπίζεται στον αυχένα, ο πόνος θα είναι εντονότερος στον ώμο και στο χέρι.
Μούδιασμα και μυρμήγκιασμα: Αυτά τα συμπτώματα εμφανίζονται συχνά στα σημεία του σώματος που συνδέονται με τα επηρεαζόμενα νεύρα.
Αδυναμία: Οι μύες που συνδέονται με τα νεύρα αυτά γίνονται αδύναμοι. Αυτό μπορεί να οδηγήσει τον ασθενή να σκοντάφτει ή να μην μπορεί να σηκώσει ή να κρατήσει αντικείμενα.
Η νόσος δε συνοδεύεται απαραιτήτως από συμπτώματα. Σε κάποιες περιπτώσεις εντοπίζεται με τυχαίο απεικονιστικό έλεγχο.
Η διάγνωση της δισκοκήλης γίνεται με κλινική εξέταση από τον αρμόδιο γιατρό.
Κατά τη διάρκεια της κλινικής εξέτασης ο γιατρός θα ελέγξει την πλάτη σου για να δει αν υπάρχει ευαισθησία. Θα χρειαστεί να κάνεις διάφορες κινήσεις για να καθοριστεί το σημείο του πόνου.
Κατά τη νευρολογική εξέταση θα ελεγχθούν:
- Τα αντανακλαστικά σου
- Η δύναμη των μυών σου
- Το περπάτημά σου
- Η ικανότητά σου να αισθάνεσαι αγγίγματα ή δονήσεις
Συνήθως επαρκεί η κλινική εξέταση και η λήψη λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού για να καθοριστεί η διάγνωση. Αν ο γιατρός υποπτεύεται κάτι άλλο ή χρειάζεται να δει την ευαισθησία των νεύρων, θα συστήσει την εφαρμογή κι άλλων εξετάσεων. Μερικές από αυτές είναι η ακτινογραφία, η αξονική τομογραφία, η μαγνητική τομογραφία και το μυελόγραμμα. Μπορεί να χρειαστεί και ηλεκτρομυογράφημα. Με τις απεικονιστικές εξετάσεις θα εντοπιστεί το ακριβές σημείο και στάδιο της βλάβης.
Εάν τα συμπτώματα και η νευρολογική εικόνα το επιτρέπουν, προτιμάται πάντα η μη χειρουργική αντιμετώπιση.
Αυτή περιλαμβάνει φάρμακα για τον πόνο, αποχή από δραστηριότητες που μπορούν να επιβαρύνουν το πρόβλημα και φυσικοθεραπεία (όταν ο πόνος ελεγχθεί με την φαρμακευτική αγωγή).
Εάν ο πόνος δεν ελέγχεται καλά με την φαρμακευτική αγωγή, το επόμενο βήμα είναι η τοπική έγχυση μείγματος κορτιζόνης με αναισθητικό στην περιοχή της ρίζας που δίνει τα συμπτώματα. Αυτή η έγχυση γίνεται τόσο για θεραπευτικούς σκοπούς (αντιμετώπιση του πόνου) όσο και για διαγνωστικούς (επιβεβαίωση ότι το πρόβλημα ξεκινά από το συγκεκριμένο νεύρο).
Την τελευταία δεκαετία έχει αποκτήσει ιδιαίτερη δημοφιλία (κυρίως στην Ελλάδα) η ενδοδισκική έγχυση υπέρτονων διαλυμάτων. Αυτό οφείλεται τόσο στο, απολύτως κατανοητό, άγχος και ανησυχία των ασθενών να αποφύγουν ένα χειρουργείο σπονδυλικής στήλης, όσο και στην τεχνική ευκολία της μεθόδου. Σε κάθε περίπτωση η μέθοδος θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε ασθενείς που έχουν ένδειξη για να έχει καλά αποτελέσματα.
Στις περιπτώσεις εκείνες που όλα τα παραπάνω αποτύχουν (αυτό συμβαίνει σε λιγότερο από το 10% των ασθενών με δισκοκήλη) ή όταν συνυπάρχει νευρολογική βλάβη (πάρεση/παράλυση/ακράτεια ούρων και κοπράνων) η λύση δίνεται με τη χειρουργική αποκατάσταση του προβλήματος.
Η μέθοδος με τα καλύτερα αποτελέσματα στη βιβλιογραφία είναι η μικροδισκεκτομή. Με απλά λόγια, μέσω μια μικρής οπής στη βάση της μέσης και με την χρήση μικροσκοπίου και ειδικών εργαλείων, ο γιατρός αποκτά πρόσβαση στο σημείο του δίσκου που προβάλλει και πιέζει τα νεύρα. Κατόπιν, αφαιρεί το κομμάτι εκείνο του δίσκου που προκαλεί το πρόβλημα. Η μέθοδος αυτή είναι εξαιρετικά ασφαλής με ελάχιστες επιπλοκές και εξαιρετικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση του πόνου. Ο ασθενής παίρνει συνήθως εξιτήριο την ίδια ημέρα.
Νεότερη μέθοδος είναι η ενδοσκοπική δισκεκτομή, η οποία στην ουσία είναι μια παραλλαγή με ακόμη μικρότερο χειρουργικό τραύμα και ακόμα ταχύτερη μετεγχειρητική αποκατάσταση. Το μικροσκόπιο αντικαθίσταται από μια μικροσκοπική κάμερα και η όλη διαδικασία εκτελείται μέσω ενός "σωλήνα" εργασίας. Δυστυχώς αυτή η μέθοδος δεν είναι εφαρμόσιμη σε όλους τους ασθενείς.
Τα χειρουργεία της σπονδυλικής στήλης θα πρέπει να γίνονται μόνο από εξειδικευμένους γιατρούς στη χειρουργική της σπονδυλικής στήλης. Το ίδιο ισχύει και για την παρακολούθηση και καθοδήγηση των ασθενών με οποιαδήποτε πάθηση της σπονδυλικής στήλης.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου