Κανένας πια δεν τις θυμάται από διάθεση. Δεν υπάρχει κέφι για πραγματικό αποκριάτικο ξεφάντωμα, όπως γινόταν άλλοτε, την ¨παλιά καλή εποχή!...¨
Σήμερα, σκλάβοι ενός εθίμου που εκφυλίστηκε πια, προσπαθούμε να το ζωντανέψουμε και με ¨κατά παραγγελία¨ κέφι¨ αλλά κάτω από τέτοιες συνθήκες αποκριάτικο γλέντι δεν γίνεται.
Έτσι λοιπόν αποφασίσαμε, θέλοντας να ζήσουμε μαζί με τους αναγνώστες μας λίγες στιγμές πραγματικού αποκριάτικου γλεντιού, να μη πάμε στις κοσμικές ταβέρνες, γιατί εκεί δεν υπάρχει γλέντι, αλλά, επισκεφτήκαμε κάποια παλιά αρχοντικά της Αθήνας, ζητώντας να μάθουμε πως γλεντούσαν τις Αποκριές οι παλιοί Αθηναίοι...
Πρώτος μας σταθμός στο σπίτι της Κας Ασπασίας Νάζου. Η ευγενική οικοδέσποινα μας δέχτηκε με όλη την φιλόξενη αρχοντιά που την χαρακτηρίζει και δεν άργησε να θυμάται...
Σε ένα αποκριάτικο χορό της Κας Μελά, είχε πάει και η ωραιότατη δεσποινίς Μαντζαβίνου –το ¨ένσαρκο άγαλμα¨ όπως την αποκαλούσαν- ντυμένη Άρτεμις. Στον χορό βρισκόταν και ο Πρεσβευτής της Αγγλίας Φορντ, ο οποίος έως εκείνη τη στιγμή θαύμαζε με ζωηρό τρόπο τη μελαχρινή καλλονή Λαίδη Λω...
Μόλις όμως αντίκρισε το ¨ένσαρκο άγαλμα¨, που την εποχή εκείνη ήταν 19 χρονών, τα έχασε κυριολεκτικά και άρχισε στενή πολιορκία στη νεαρή ¨Αρτέμιδα¨.
Ω!... να και μια Άρτεμις με βέλη εις την πλάτη,
φωτιές από τα μάγουλα και από τα μάτια χύνει.
Ο γέρο-Φορντ της ρίχνεται με όλα τα σωστά του,
σε πείσμα μιας μελαχρινής που ήτανε κοντά του.
η Άρτεμις πλήγωσε τον Πρέσβη με σαΐτα.
Αλλά ο θαυμασμός του Φορντ δεν σταμάτησε με το τέλος του αποκριάτικου εκείνου χορού.
Την άλλη μέρα κιόλας πήγε στη Βασίλισσα και ζήτησε να μεσολαβήσει για να την παντρευτεί!
Ονομαστά ήταν και τα γλέντια που γινόντουσαν και στο σπίτι του Συγγρού. Μαζευότανε εκεί μασκέ όλη η τότε αριστοκρατία, και γλεντούσε μέχρι πρωίας.
Σε ένα τέτοιο χορό εμφανίστηκε και η δεσποινίδα Λίζα Σούτσου ντυμένη ψαράς. Ο πανταχού παρών Σουρής αυτοσχεδίασε το παρακάτω ποίημα:
Ψαρά μου ζηλεμένε, με το καμάρι σου
χαράς το παλληκάρι, που γίνει ψάρι σου.
Αλλά άφησε τα δίχτυα και τα πλεμάτια σου,
εσύ για να ψαρεύεις, φτάνουν τα μάτια σου!...
Ο οικοδεσπότης, πάλι, είχε την συνήθεια όταν άνοιγε τον ιδιαίτερα πλούσιο μπουφέ, να λέει στους καλεσμένους του:
-Ελάτε να φάτε, γιατί στα σπίτια σας δεν τρώτε τέτοια πράγματα!...
Σε ένα χορό του ¨Παρνασσού¨, το τελευταίο Σάββατο της Αποκριάς, η Σοφία
Σλήμαν, που δεν ήξερε καλά ελληνικά, και πάντα μπέρδευε τη λέξη
¨αρραβωνιαστικός¨ με την λέξη ¨ερωμένος¨, ρώτησε δύο-τρεις γνωστές
αρραβωνιασμένες κοπέλες:
-Τι κάνει ο ερωμένος σας;
Τα κορίτσια κοκκίνισαν και θα ξεσπούσε ασφαλώς σοβαρό σκάνδαλο αν δεν
επενέβαιναν οι ψυχραιμότεροι για να διαλύσουν την παρεξήγηση.
Η Βασίλισσα Όλγα την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς συνήθιζε να δίνει
στο παλάτι ένα αποκριάτικο χορό. Δυστυχώς για τους καλεσμένους της οι
συμμετέχοντες έπρεπε λίγο πριν τα μεσάνυχτα να αποχωρήσουν, γιατί η
Βασίλισσα δεν ήθελε να μπει η Καθαρή Δευτέρα και να τους βρει να
γλεντούν αποκριάτικα...
Εκεί που είναι σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδος ήταν παλαιότερα το σπίτι της
οικογένειας Καμάρα. Τα γλέντια και οι δεξιώσεις ήταν συχνές και
εκλεκτές.
Νεαροί φοιτητές έστησαν την εξής φάρσα μπροστά στο σπίτι τους, την
τελευταία Κυριακή της Αποκριάς, και ενώ μέσα το γλέντι και οι χοροί
έδιναν και έπαιρναν. Παρουσιάστηκε και σταμάτησε ένα μακρύ κάρο
κατάλληλα διαρρυθμισμένο σε κομψό σαλόνι γεμάτο φοιτήτριες που ήσαν
παρίσταναν τις κομψές κυρίες ντυμένες με την τελευταία λέξη της μόδας.
Στο πλάι, το κάρο έφερε την εξής επιγραφή:
ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΗΣ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ... ΚΑΜΑΡΑ!
Σε ένα χορό του Παλατιού, το δεύτερο Σάββατο της Αποκριάς, η Βασίλισσα
Αμαλία πρόσεξε τα βαμμένα μουστάκια ενός γέρου στρατηγού. Όπως πάντα δεν
κρατήθηκε και τον ρώτησε:
-Πως γίνεται, στρατηγέ μου, τα μαλλιά σας να είναι κάτασπρα, και το μουστάκι σας κατάμαυρο;
-Μα Μεγαλειοτάτη, το πράγμα είναι απλούστατο. Το μουστάκι μου είναι 30 χρόνια νεώτερο από τα μαλλιά μου!
Σε ένα άλλο παλιό αρχοντικό που βρισκόταν στην οδό Πειραιώς, γινόταν
χορός μεταμφιεσμένων. Αλλά, η λάσπη του δρόμου ήταν τόση ώστε ανάγκαζε
τα αμάξια να στέκονται πολύ μακρύτερα από το σπίτι. Είχαν λοιπόν
προνοήσει οι οικοδεσπότες και εύσωμοι και ρωμαλέοι υπηρέτες με σηκωμένα
παντελόνια μέχρι τα γόνατα, σήκωναν τους καλεσμένους και τους μετέφεραν
στα χέρια!
Αλλά είναι τόσα πολλά τα αποκριάτικα ανέκδοτα των Παλιών Αθηναίων που αναγκαστικά θα ξαναγράψουμε για αυτά.
(Βασισμένο σε ρεπορτάζ της εφημερίδας ΑΘΗΝΑΙΚΗ, 1952)
Θωμάς Σιταράς, Συγγραφέας-Αθηναιογράφος, FB: Σιταράς Θωμάς
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου