Το διδακτήριο Άνω Αρχανών στο οποίο σήμερα στεγάζονται τα δύο Δημοτικά Σχολεία και το Νηπιαγωγείο Άνω Αρχανών είναι πολύ αξιόλογο κτίσμα του τέλους του περασμένου αιώνα. Τη μελέτη του άρχισε να εκπονεί το 1899 ο αρχιτέκτονας Σαλιβέρος ο οποίος ανήκε στο επιτελείο του Αρμοστή Κρήτης Πρίγκηπα Γεωργίου.
Το οικόπεδο που επιλέχθηκε για την κατασκευή του
βρισκόταν στην θέση «Πατητήρια? στην βορειοανατολική είσοδο του
οικισμού, εκεί όπου κατά την μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1897 υπήρχε
το στρατόπεδο του «Τάγματος Επιλέκτων Κρητών? του Ιωάννη Νταφώτη.
Το
κτιριολογικό του πρόγραμμα καταρτίστηκε με υποδείξεις του δασκάλου
Σημαντήρα ώστε να καλύψει τις ανάγκες της κωμόπολης. Ο όγκος και η
σημασία του κτηρίου μαρτυρούν τη σπουδαιότητα που δόθηκε στην κάλυψη των
κτιριακών αναγκών της εκπαίδευσης ενός πλουσίου και σημαντικού
οικισμού.
Τα
σχέδια τελείωσαν το 1901 και άρχισε αμέσως η κατασκευή του έργου το
οποίο αποπερατώθηκε με δωρεές πλουσίων Αρχανιωτών από τις Η.Π.Α. Το
κτήριο λειτούργησε ως εκπαιδευτήριο μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Τότε αναγκάσθηκαν να μεταφέρουν και να στεγάσουν εδώ τους αρρώστους του
Πανανείου Δημοτικού Νοσοκομείου Ηρακλείου, όπως επίσης και τους
τραυματίες της Μάχης της Κρήτης. Στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής
στεγάστηκε στο κτήριο η Γερμανική Μεραρχία του Μύλερ τον οποίο
αντικατέστησε μετά ο στρατηγός Κράιμπε.
Από το στρατηγείο αυτό ο Μύλερ
κατεύφθυνε τις επιχειρήσεις της περίφημης μάχης της Βιάννου. Επίσης από
το κτήριο αυτό τον Απρίλη του 1943, ο στρατηγός Κράιμπε αναχώρησε μετά
από δεξίωση για κάποια γερμανική επέτειο για το νυκτερινό του κατάλυμα
στην Κνωσό και κατά τη διαδρομή έγινε η απαγωγή του από αντιστασιακές
ομάδες και η μεταφορά του στη συνέχεια στην Αίγυπτο.
Μετά
την απελευθέρωση στο διδακτήριο στεγάσθηκαν για λίγο διάστημα
αντιστασιακές οργανώσεις της Ανατολικής Κρήτης και μετά το 1945 άρχισε
να λειτουργεί ξανά ως διδακτήριο. Η χρήση αυτή συνεχίζεται μέχρι
σήμερα.
Πρόκειται
για κτήριο λιθόκτιστο που στεγάζεται στο μεγαλύτερο μέρος του με ξύλινη
κεραμοσκεπή στέγη. Οι κατόψεις του υπογείου και του ισογείου
αναπτύσσονται σε σχήμα Π ενώ δεύτερος όροφος έχει κατασκευασθεί μόνο στο
μεσαίο τμήμα πράγμα που προσδίδει μνημειακό χαρακτήρα στην όλη
αρχιτεκτονική σύνθεση.
Η
οργάνωση των όψεων έχει γίνει σύμφωνα με τα πρότυπα του νεοκλασικισμού.
Άξονες συμμετρίας διέπουν το κτήριο, η κύρια όψη είναι ιδιαίτερα
προσεγμένη και τονίζεται η κεντρική είσοδος με προεξοχή του τμήματος
αυτού με μπαλκόνι και αετωματική απόληξη.
Τα ανοίγματα είναι υψίκορμα,
με ενδιαφέροντα μορφολογικά τζαμιλίκια στην κύρια όψη, ενώ είναι
απλούστερα στις πλάγιες και πίσω όψεις. Τέλος γείσα και ψευδοπαραστάδες
στην κύρια και στις πλάγιες όψεις χαρακτηρίζουν μορφολογικά το κτίσμα.
Είναι πολύ ενδιαφέρον δείγμα ειδικού κτηρίου κατασκευασμένου σύμφωνα με
τα πρότυπα της νεοκλασικής αστικής αρχιτεκτονικής, όπως αυτά
εφαρμόστηκαν σε ένα πλούσιο επαρχιακό κέντρο, πολύτιμο για τη μελέτη της
ιστορίας της αρχιτεκτονικής και έχει αναπόσπαστα συνδεθεί με την
ιστορία του τόπου και τις μνήμες των κατοίκων.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου