Ελάχιστα υπολείμματα από φρούριο που έχτισαν οι Οθωμανοί για την στρατοπέδευσή τους κατά την μακρόχρονη πολιορκία του Ηρακλείου (τότε Χάνδακα) τον 17ο αιώνα.
Το φρούριο βρισκόταν στο σημερινό προάστιο Φορτέτσα του Ηρακλείου, σε λόφο κοντά στο Βενιζέλειο νοσοκομείο. Σε διάφορες πηγές αναφέρεται ότι η επιλογή της θέσης έγινε για να βομβαρδίζονται από εκεί τα τείχη του Χάνδακα. Αυτός μάλλον ήταν δευτερεύων λόγος. Ο κύριος λόγος που χτίστηκε το κάστρο ήταν η στρατοπέδευση των πολιορκητών το χειμώνα και η θέση πρέπει να προτιμήθηκε γιατί πρόσφερε ασφάλεια από τις αιφνιδιαστικές επιθέσεις των αντιπάλων δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα εύκολης επιτήρησης της πολιορκημένης πόλης και του λιμανιού.
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι σε τέτοιες μακρόχρονες πολιορκίες οι πολιορκητές συνήθως δεν περικύκλωναν μόνιμα την πόλη από όλες τις πλευρές, αλλά την έλεγχαν από κάποιες οχυρές θέσεις. Όπως το φρούριο στην Φορτέτσα.
Οι Οθωμανοί ονόμασαν το φρούριο αυτό Kal’a-ı Cedid που σημαίνει καινούργιο κάστρο. Αργότερα επικράτησε η ονομασία Ιναντιγιέ που παραπέμπει στην αποφασιστικότητα ή το γινάτι (τουρκιστί ινάντ) που επέδειξαν οι πολιορκητές...
Στις ενετικές αναφορές το κάστρο ονομάζεται “Fortezza Città del Turco” και αργότερα “ Nuova Candia”. H τελευταία ονομασία δόθηκε προφανώς περιπαικτικά, καθώς μέσα και γύρω από το νέο φρούριο αναπτύχθηκε γρήγορα ένας απερίγραπτος και πολυπληθέστατος μαχαλάς που ερχόταν σε αντίθεση με τη φινέτσα της κανονικής Candia.
Το όνομα «Φορτέτσα» έμεινε από τότε στην περιοχή, η οποία αναφέρεται και σαν «Κάτω Φορτέτσα».
Οι Τούρκοι αποβιβάστηκαν στην Κρήτη το 1645 και μέχρι το 1648 είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του νησιού εκτός από μερικά κάστρα και από τον Χάνδακα.
Η πολιορκία του Χάνδακα κράτησε 21 χρόνια: από την 1η Μαΐου του 1648 μέχρι τις 25 Αυγούστου του 1669. Είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια πολιορκία στην παγκόσμια ιστορία.
Οι Οθωμανοί έκοψαν το νερό (καταστρέφοντας τον αγωγό που έφερνε νερό από την Κνωσό) και βομβάρδισαν την πόλη χωρίς όμως επιτυχία. Οι τουρκικές επιθέσεις και οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν τις επόμενες δύο δεκαετίες αλλά πάντα χωρίς αποτέλεσμα. Ένας βασικός λόγος που οι Ενετοί μπόρεσαν να αντισταθούν επί τόσο καιρό ήταν ότι ο στόλος τους μπλόκαρε τα Δαρδανέλια εμποδίζοντας με αυτό τον τρόπο τον ανεφοδιασμό και την ενίσχυση των εχθρικών δυνάμεων.
Διοικητής των Τούρκων ήταν ο Γκαζί Ντελή Χουσεΐν πασάς (μέχρι το 1658). Το καλοκαίρι του 1649 ο Χουσεΐν πασάς αντιμετώπισε μια ανταρσία των γενιτσάρων που αρνήθηκαν να περάσουν ακόμα ένα χειμώνα στα χαρακώματα γύρω από την πόλη και ζήτησαν να αποχωρήσουν. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος ο Χουσεΐν ζήτησε και πήρε άδεια από το σουλτάνο να κτίσει το φρούριο.
Η κατασκευή του φρουρίου άρχισε τον Απρίλιο του 1650 και ολοκληρώθηκε μέσα σε τρεις μήνες.
Καθώς η πολιορκία συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, το φρούριο εξελίχθηκε σε διοικητικό κέντρο των Οθωμανών αλλά και σε επίκεντρο της κοινωνικής ζωής.
Στα βόρεια και δυτικά του φρουρίου αναπτύχθηκε ένας οικισμός που σύμφωνα με τον Εβλιγιά Τσελεπή αποτελούνταν από 77,000 σπίτια, επτά τζαμιά χωρίς μιναρέ, 40 μικρά τεμένη, πέντε σχολεία, δύο τεκέδες, έξι μικρά χαμάμ, επτά χάνια και 2,000 μαγαζιά. Δηλαδή μια τεράστια πόλη για τα μεγέθη της εποχής. Το σύνολο των κτισμάτων ήταν από ευτελή υλικά, καθώς όλα αυτά υποτίθεται πώς ήταν προσωρινά.
Τελικά αποδείχθηκε πως πραγματικά ήταν προσωρινά καθώς το 1669, στην τελική φάση της πολιορκίας ο Μεγάλος Βεζίρης Κιοπρουλού Φαζίλ Αχμέτ πασάς διέταξε την ολοκληρωτική καταστροφή του οικισμού. Αυτό έγινε με την πρόφαση της χρησιμοποίησης των υλικών σε διάφορες πολιορκητικές κατασκευές (διώρυγες, τούνελ κ.ά.) αλλά ο βασικός λόγος πρέπει να ήταν ότι ήθελε να ξεβολέψει τους πολιορκητές και να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να πετύχουν το στόχο τους.
Η πόλη παραδόθηκε τελικά τον Αύγουστο του 1669. Την απόφαση πήρε ο Ενετός επικεφαλής Φραντσέσκο Μοροζίνι, μετέπειτα κατακτητής του Μοριά και Δόγης (και καταστροφέας του Παρθενώνα). Στους εναπομείναντες 3600 χριστιανούς κατοίκους επετράπη να αποχωρήσουν ειρηνικά.
Σύμφωνα με τον Τσελεμπή, μετά την παράδοση του Χάνδακα, το φρούριο Ιναντιγιέ γκρεμίστηκε. Αυτό δεν πρέπει να είναι σωστό καθώς το 1692 αναφέρεται ότι εκεί έδρευε μια μονάδα γενιτσάρων και κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα καταγράφονται τρεις επισκευές. Το βέβαιο είναι ότι παραμελήθηκε και έχασε τελείως τη σπουδαιότητά του και ίσως να γκρεμίστηκε ή να αφέθηκε να ρημάξει τελείως τον 19ο αιώνα. Σταδιακά στη θέση του χτίστηκαν νεώτερες κατασκευές και οικισμοί.
Σύμφωνα με περιγραφή από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή που επισκέφτηκε την Κρήτη το 1667-1668, το φρούριο είχε πενταγωνικό σχήμα και περίμετρο 3.050 βημάτων. Διέθετε επίσης επιχωμάτωση πλάτους και ύψους δέκα βημάτων. Είχε τέσσερις πύλες: την πύλη του Χάνδακα στη βόρεια πλευρά, την πύλη του Βουνού προς τη μεριά του όρους Γιούχτα την πύλη του Βαροσιού στη δυτική πλευρά και μια ακόμα πύλη στην ανατολική πλευρά.
Στο εσωτερικό του φρουρίου υπήρχαν 500 λιθόκτιστα σπίτια. Το φρούριο διέθετε οπλαποθήκη, αποθήκες σιτηρών, δεξαμενές νερού, και φυλάκια περιμετρικά. Η μόνιμη φρουρά του αποτελούνταν από 300 άνδρες.
Ο Τσελεμπή αναφέρει ότι το φρούριο είχε πέντε προμαχώνες. Οι χάρτες των Βενετσιάνων δείχνουν έξι προμαχώνες αλλά παράλληλα υπάρχουν επισημάνσεις ότι λόγω του προχειρότητας της κατασκευής, το υπόστρωμα ήταν σαθρό και η κατασκευή καθόλου στέρεη με αποτέλεσμα να σημειώνονται κατολισθήσεις και καταστροφές της οχύρωσης, πράγμα που εξηγεί γιατί ο Τσελεμπή είδε έναν προμαχώνα λιγότερο.
Ο Τσελεμπή επίσης επισημαίνει ότι μέσα στο φρούριο υπήρχαν πέντε τζαμιά αλλά αναφέρει ονομαστικά μόνο το τζαμί του Σουλτάνου Ιμπραήμ, το οποίο όμως δεν χρησιμοποιήθηκε σαν τζαμί αλλά σαν πυριτιδαποθήκη. Το τζαμί του σουλτάνου Ιμπραήμ στη Φορτέτσα καταστράφηκε μετά την παράδοση του Χάνδακα και επανιδρύθηκε στο ναό του Αγίου Πέτρου μέσα στην πόλη. Σημειωτέον ότι κανένα τζαμί στο φρούριο και στο βαρόσι δεν είχε μιναρέ για να μη δίνουν στόχο στο πυροβολικό των Ενετών.
Πηγές
ΣΤΕΡΙΩΤΟΥ ΙΩΑΝΝΑ, «Νέα Στοιχεία για το φρούριο των Τούρκων Νέα Κάντια στον οικισμό Φορτέτζα του Ηρακλείου», Κρητικά Χρονικά, 26, 1986, 137-151
Elias Kolovos, “A TOWN FOR THE BESIEGERS: SOCIAL LIFE AND MARRIAGE IN OTTOMAN CANDIA OUTSIDE CANDIA (1650-1669)”, Halcyon Days in Crete VI, A symposium held in Rethymno, 13-15 January 2006, Crete UNIVERSITY PRESS, page103, and online here
Πληροφορίες από τον κ. Ιωάννη Δέδε
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου