Γενάρης, όπως και όλοι οι μήνες του ημερολογίου μας, του Παγκοσμίου Χριστιανικού ημερολογίου μπορούμε να πούμε, οφείλει τ΄ όνομά του στους Αρχαίους Ρωμαίους και μάλιστα στο Θεό του Ιανό, που προς τιμή του τον ονόμασαν έτσι. Δεν είχε όμως απ΄ την αρχή την τιμή να αποτελεί τον πρώτο μήνα του χρόνου.
Είναι γνωστό πως οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν σαν Πρωτοχρονιά την 21η Ιουνίου (του μηνός Σκιροφοριώνος όπως τον έλεγαν) και οι Ρωμαίοι την 1η Μαρτίου. Η τελευταία μάλιστα είχε διατηρηθεί να γιορτάζεται και από τους Έλληνες της Αδριανουπόλεως, πριν τους διώξουν οι Τούρκοι από την Ανατολική Θράκη.
Η πρώτη Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν πρωτοχρονιά από τους Ρωμαίους το 153 π.χ. Την ημέρα αυτή μάλιστα συνήθιζαν να εκλέγουν τους ανώτατους άρχοντες, τους υπάτους και με την ευκαιρία επιδίδονταν σε τελετές και θορυβώδεις διασκεδάσεις. Από αυτούς την πήραν αργότερα οι Βυζαντινοί και την
καθιέρωσαν (περί το 1.000 π.χ.). Τον Ιανουάριο ο λαός τον λέει με πολλά ονόματα, που τα περισσότερα αναφέρονται στις ιδιότητές του. Όπως π.χ. «Μεσοχείμωνα» γιατί είναι μεσαίος από τους τρεις μήνες του χειμώνα. «Κρυαρίτης», γιατί κάνει πολύ κρύο. Άλλες ονομασίες είναι «Κλαδευτής», γιατί το μήνα
αυτό κλαδεύουν. Ακόμα τον Ιανουάριο τον ονομάζουν μεγάλο μήνα ή Μεγαλομήνα, επειδή έχει 31 μέρες και οι νύχτες του είναι μεγάλες, όπως λέει και το τραγούδι: «Να ΄ταν οι μέρες του Μαγιού κι οι νύχτες του Γενάρη» και τέλος Καλαντάρη ή Καλαντέρη από τα Κάλαντα που τραγουδούν τα παιδιά την πρωτοχρονιά και τα φώτα.
Στην αρχαία εποχή, στη μέση του σημερινού μας Γενάρη άρχιζε ο ιερός μήνας της Ήρας, ο Γαμηλιών. Η Ήρα, εκτός από βασίλισσα τ΄ ουρανού και των θεών, ήταν προστάτιδα του γάμου και της οικογένειας. Γι΄ αυτό τον μήνα αυτό οι αρχαίοι έκαναν τους πιο πολλούς γάμους, απ΄ όπου πήρε και το όνομά του. Συνήθιζαν δε κάθε χρόνο, στις 27 του Γαμηλίωνα με την Πανσέληνο, να κάνουν θυσίες και εισφορές, που τις έλεγαν «Γαμήλιες».
Υπάρχουν και πολλές παροιμίες που αναφέρονται στον Ιανουάριο, όπως: «Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζεις», «Κότα, πίτα το Γενάρη, κόκορα τον Αλωνάρη», «Κόψε ξύλο το Γενάρη και μη καρτερείς φεγγάρι», «Του Γενάρη το ζευγάρι διάβολος θε να το πάρει», « Όποιος θε να βαμπακώσει, τον Γενάρη θε ν΄ οργώσει», «Του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο μέρας μοιάζει», «Έκαμε κι ο Γενάρης ήλιο», «Εγέλασεν ο Γενάρης», «Οι γεναριάτικες νύχτες, για να περάσουν θέλουν συντροφιά και κουβέντα», «Χιόνισ΄ έβρεξεν ο Γενάρης, όλοι οι μύλοι μας θ΄αλέθουν», «Χιόνι πέφτει το Γενάρη, χαρές θάν΄τον αλωνάρη. Απ΄τα νερά λοιπόν του Γενάρη εξαρτάται η σοδειά σε στάρι.
Μήνας γιορτών μπορεί να ονομαστεί με τις πολλές γιορτές που έχει ο Γενάρης. Μα και σημάδια πολλά για του ανθρώπου το μέλλον, τουλάχιστο της χρονιάς. Η πρώτη μέρα του μήνα είναι η πρωτοχρονιά και γιορτάζεται σ΄ όλο τον κόσμο με λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια και πολλές εκδηλώσεις. Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων.
Οι Ελληνικές λαϊκές παραδόσεις, θέλουν τον Άγιο Βασίλειο είτε ζευγολάτη που γυρίζει και ευλογεί τα χωράφια, είτε οδοιπόρο ή μάντη. Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας.
Ο Άγιος Βασίλειος ενσαρκώνει για το λαό, το πνεύμα του καινούριου χρόνου. Η καλοσυνάτη μορφή του με τη λευκή γενειάδα, τα κάτασπρα μαλλιά, το γλυκό χαμόγελο, το μειλίχιο βλέμμα, δεσπόζει παντού, τριγύρω μας τις μέρες τις γιορτινές. Αυτή την εικόνα η λαϊκή φαντασία έπλασε και ριζώθηκε στην ψυχή μας. Και τον οραματιζόμαστε να έρχεται από την μακρινή Καισαρεία, φορτωμένος δώρα και χίλια καλά.
Από το Βυζάντιο και συγκεκριμένα από το χειρόγραφο του δωδεκάτου αιώνα, έχουμε το επόμενο αλφαβητάριο, που θυμίζει παρόμοια νεοελληνικά που τα λένε σήμερα τα παιδιά. Να ο ψυχωφελής βυζαντινός Αλφάβητος του δωδεκάτου αιώνα.
Όπως καθένας βλέπει, το περιεχόμενο του Βυζαντινού Αλφάβητου αναφέρεται στη Γέννηση του Χριστού, δηλαδή στο κοσμοϊστορικό γεγονός που τα μικρά παιδιά μας αναγγέλλουν με τα κάλαντα των Χριστουγέννων και με την Άλφα-Βήτα του μικρού Άη-Βασίλη, στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς. Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς στη Σιάτιστα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκιά και μέσα βάζουν νόμισμα τον «Παρά» που λένε.
Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα σε κομμάτια για κάθε άτομο στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια και ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Όποιος βρει το νόμισμα είναι ο τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Με την ημέρα της Πρωτοχρονιάς συνδέθηκαν διάφορες προλήψεις, όπως η επιλογή από την οικογένεια του ατόμου το οποίο θα περάσει πρώτο το κατώφλι του σπιτιού, το πρωί της πρώτης του έτους για το «ποδαρικό». Την ίδια μέρα αποφεύγουν να προσφέρουν οτιδήποτε, έξω από το σπίτι, ούτε να ρίξουν νερό έξω απ΄ αυτό.
Στις 6 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Φώτων, που θεωρείται μεγάλη Χριστιανική γιορτή, γιατί τότε αγιάζονται τα νερά. Αυτή η γιορτή συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου και ο λαός τη λέει «Μεγάλη γιορτή , Θεότρομη». Είναι η μέρα που βαφτίστηκε ο Χριστός απ΄ τον Άη –Γιάννη τον
Πρόδρομο στ΄ άγια νερά του Ιορδάνη. Και από τότε πιστεύεται πως κάθε φορά, την ημέρα των Αγίων διώχνονται τη νύχτα των Θεοφανίων, κυνηγημένα από τους δυνατούς θορύβους που κάνουν μεταμφιεσμένοι και μη. Ανάλογα συμβαίνουν και σ΄ άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με περισσότερη ιδιόρρυθμη εκδήλωση στην Πορτογαλία και στην Αγγλία. Στη Σιάτιστα τα Θεοφάνια γίνονται τα καρναβάλια «ΤΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΣΙΑΡΙΑ» και για το λόγο αυτό συγκεντρώνεται πολύς κόσμος.
Η λέξη «Μπουμπουσιάρια» είναι παραφθορά του ονόματος «ΕΜΠΟΥΣΑ». Ήταν δε ΕΜΠΟΥΣΑ κατά τις δοξασίες των προγόνων μας φάσμα νυχτερινό με πόδια γαιδάρου, που άλλαζε μορφές από τη μια στιγμή στην άλλη και τρόμαζε τα παιδιά. Επίσης τα Θεοφάνια στη Σιάτιστα μετά τη Θεία λειτουργία και συγκεκριμένα μετά την εκφώνηση του «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε..» η εκκλησία δονείται από το εκκωφαντικό «Κύριε Ελέησον…».
Μετά την απόλυσή της εκκλησίας οι επίτροποι, κρατώντας ένα κουδούνι γυρίζουν στα σπίτια και μοιράζουν από ένα κομμάτι γλυκιά πίτα παίρνοντας χρήματα για την εκκλησία. Η πίτα αυτή έχει μέσα της ένα φλουρί. Σε όποια οικογένεια πέσει το φλουρί δίνεται η τιμή να παρασκευάσει την πίτα για τα Θεοφάνια της επόμενης χρονιάς.
Οι επίτροποι που μοιράζουν αυτή την πίτα λέγονται «Πνιχτάδες» ίσως από το πνίξιμο του σταυρού στο αγίασμα κατά την τελετή του Αγιασμού.
Στις 7 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Βαπτιστή. Στις 17 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και στις 18 του Αγίου Αθανασίου. Του Αγίου Αθανασίου η ημέρα μεγαλώνει μία ώρα. Γι΄ αυτό πολλοί λένε «Άη-Θανάσης ήρθε, καλοκαίρι ήλθε». Στις 20 Ιανουαρίου είναι η γιορτή του Αγίου Ευθυμίου.
Για τους Άγιους Αντώνιο, Αθανάσιο και Ευθύμιο υπάρχει ο εξής μύθος: «Οι τρεις Άγιοι πήγαιναν μαζί. Ο Άγιος Ευθύμιος ήταν σπανός και οι άλλοι δυο δεν τον ήθελαν. Κάποτε σ΄ ένα ταξίδι τους στην Έρημο σηκώθηκαν οι δυο πρωίπρωί και έφυγαν.
Για να τους προκάνει ο Άγιος Ευθύμιος στη βία του επάνω, κόλλησε το κεφάλι του γαιδάρου στο μουλάρι (γι΄ αυτό από τότε το μουλάρι έχει αυτιά γαιδάρου) καθώς οι άλλοι φεύγοντας έκοψαν τα κεφάλια απ΄ τα δυο ζώα, που ήταν του Αγίου Ευθυμίου. Τους πρόκανε και επειδή ήξερε την αιτία που δεν τον ήθελαν, έπιασε με τα δυο του χέρια το πρόσωπό του και αμέσως φύτρωσε μια γενειάδα που ακούμπησε στη γη.
Στις 30 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η γιορτή των μεγάλων αυτών Ιεραρχών είναι η γιορτή των Ελληνικών και Χριστιανικών Γραμμάτων.
Την ημέρα αυτή στη Σιάτιστα τελείται πανηγυρική θεία λειτουργία καθώς και μνημόσυνο των ευεργετών των σχολείων της πόλης. Κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Ιανουαρίου συνήθως «καλοσυνεύει» ο καιρός και απολαμβάνουμε για μερικές μέρες μια σχετική καλοκαιρία, μια ανάπαυλα από τα χειμωνιάτικα μπουρίνια. Οι γλυκές αυτές χειμωνιάτικες ημέρες, είναι οι γνωστές μας «Αλκυονίδες ημέρες», που σύμφωνα με τον πανάρχαιο μας μύθο, πήραν το όνομά τους από την Αλκυόνα, το ψαροπούλι της ακτής που κλωσά τα αυγά του αυτές τις μέρες.
Η Αλκυόνη, το σημερινό κακόσχημο ψαροπούλι με τα όμορφα φτερά, σύμφωνα με τον πανάρχαιο μύθο μας, ήταν κάποτε μια χαρούμενη και ευτυχισμένη γυναίκα, κόρη του Θεού των ανέμων, του Αιόλου- που ζούσε στ΄ ακρογιάλια της θάλασσας με τον άντρα της Κήυκα και αλληλοαποκαλούνταν, Ζευς και Ήρα. Για την ασέβεια τους όμως αυτή προς τον Δία οργίστηκε τόσο πολύ ο πρώτος των Θεών και μεταμόρφωσε τον Κήυκα σε όρνιο.
Ξετρελαμένη τότε η δύστυχη γυναίκα, έτρεχε από δω και από εκεί, στις ερημιές στις βαλτώδεις εκβολές των ποταμιών και μέσα στις πυκνές τους καλαμιές, για να βρει τον αγαπημένο της Κήυκα. Όποτε, οι Θεοί του Ολύμπου την λυπήθηκαν και την μεταμόρφωσαν και αυτήν σε πουλί, τη γνωστή μας Αλκυόνη, για να ψάχνει και στις θάλασσες μήπως εκεί βρει το χαμένο της άντρα.
Ωστόσο όμως η δυστυχία εξακολουθούσε να την συντροφεύει, γιατί αντίθετα από τ΄ άλλα πουλιά που γεννούν και κλωσούν τ΄ αυγά τους την Άνοιξη αυτή γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά, όποτε μανιασμένα τα κύματα της θάλασσας τέτοιον καιρό, της άρπαζαν αυγά και πουλιά κάνοντάς την να κλαίει σπαραχτικά.
Οι Θεοί που τόσο σκληρά είχαν τιμωρήσει την κόρη του Αιόλου, διέταξαν τότε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάσουν, να γίνει καλοκαιρία για δυο εβδομάδες, για όσες ημέρες η Αλκυόνη κλωσά τα αυγά της.
Μια τέτοια ωραία και ποιητική ερμηνεία δόθηκε από τον πανάρχαιο αυτόν Ελληνικό μύθο για την, καλοκαιρινή αυτή παρεμβολή μέσα στην καρδιά του χειμώνα, που δεν έχει βέβαια καμία σχέση με τη σημερινή επιστημονική εξήγηση του φαινομένου αυτού.
Ο μύθος μιλάει για την απέραντη συζυγική αγάπη και την τρυφερή στοργή της γυναίκας, ενώ η μετεωρολογική υπηρεσία μιλάει για εξίσωση των βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της νοτίου και βορείου Ευρώπης.
Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων ασχολήθηκε ο Πλούταρχος που αφηγείται ότι αν ο σύζυγός της Αλκυόνης γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει, τότε η θηλυκιά Αλκυόνη τον παίρνει στους ώμους και τον φέρνει πάντοτε μαζί της, τον ταΐζει και τον περιποιείται ως το θάνατο. Το ψαροπούλι όπως αποκαλείται στη γλώσσα του λαού η Αλκυόνη, εξακολουθεί και σήμερα να είναι σύμβολο της χειμωνιάτικης ωραίας διακοπής μέσα στον Ιανουάριοκαι σε πολλά μέρη την θεωρούν πουλί που φέρνει γούρι.
Οι έμποροι, οι καταστηματάρχες, την κρατούν παλσαμωμένη στα μαγαζιά τους για ν΄ αυξήσουν τα πλούτη τους, οι πρώτοι και τους πελάτες τους οι δεύτεροι. Οι φιλάργυροι την διατηρούν για να τους φέρνει πολλά πλούτη και οι χωριανοί για να μη πέφτει αστροπελέκι στο σπίτι τους.
Το φαινόμενο της καλοκαιρίας μέσα στη βαρυχειμωνιά του Ιανουαρίου απασχόλησε πολύ τους αρχαίους μας που έδιναν μυθολογικές εξηγήσεις γεμάτες ομορφιά. Ο Αιλιανός λ.χ. έγραψεν ότι «κυούσης δε Αλκυόνος Ίσταται τα πελάγη, ειρήνην δε και φιλίαν άγουσιν άνεμον». Ο Μέγας Αριστοτέλης λέγει: «Η δε Αλκυών κύει επί τροπάς χειμερινάς, διο και καλούνται όταν ευδιειναί γένονται αι τροπαί, αλκυόνοιοι ημέραι».
Ο Λουκιανός άπαν το πέλαγος, όμοιν, ως ειπείν κατόπτρω. Ωστόσο, όμως οι Αλκυονίδες ημέρες δεν έρχονται πάντα. Υπάρχουν χρόνια που το γλυκό αυτό καλοκαιρινό διάλειμμα στην καρδιά του χειμώνα δεν παρατηρείται καθόλου. Η Αλκυόνη τότε γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά και όπως είπαμε τα κύματα αρπάζουν τα αυγά ή τα πουλιά της.
Το ψαροπούλι τότε θρηνεί πάλι τον πόνο του, καθώς πετιέται μέσα από τα βράχια και περιμένει τον Μάρτη για να φύγει από τον τόπο μας. Γιατί η Αλκυόνη είναι πουλί αποδημητικό με το δικό του δρομολόγιο, το ιδιόμορφο. Μας έρχεται στα τέλη του καλοκαιριού και μας αποχαιρετάει μόλις καλοσυνέψει ο καιρός κατά τις αρχές του Μάρτη.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου