Σαν σήμερα 23 Ιουνίου φεύγει απο την ζωή ο Ανδρέας Παπανδρέου

 Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου (Χίος, 5 Φεβρουαρίου 1919 - Εκάλη, 23 Ιουνίου 1996) ήταν Έλληνας πολιτικός, πρόεδρος και ιδρυτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.), ο οποίος επηρέασε πολιτικά την περίοδο της Μεταπολίτευσης στην Ελλάδα.


 Διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας (21 Οκτωβρίου 1981 - 2 Ιουλίου 1989 και 13 Οκτωβρίου 1993 - 18 Ιανουαρίου 1996) μετά τη νίκη του στις εκλογές του Οκτωβρίου 1981, του Ιουνίου 1985 και του Οκτωβρίου 1993. Πριν αναμειχθεί στην πολιτική, ήταν καθηγητής Οικονομικών στις ΗΠΑ και συγγραφέας.


Ο Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξε ηγέτης με ευρύτατη λαϊκή αποδοχή: σε έρευνα της εφημερίδας Η Καθημερινή το 2007, η πρώτη κυβέρνησή του αναδείχθηκε η καλύτερη της Μεταπολίτευσης και ο ίδιος ο σημαντικότερος πρωθυπουργός της περιόδου. Ομοίως, σε δημοσκόπηση για την εφημερίδα Real News το 2010 και σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 2013, ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος πρωθυπουργός μετά το 1974.


 Από την άλλη, δημιούργησε πολλούς φανατικούς εχθρούς στο εσωτερικό και προκάλεσε συχνά την αγανάκτηση της δυτικής κοινής γνώμης και σωρεία επικριτικών κειμένων στα δυτικά ΜΜΕ. 


Σε ακόμη πιο πρόσφατη έρευνα, του 2021, κατετάγη ως ο καλύτερος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης με τη δεκαετία της διακυβέρνησής του, να θεωρείται η καλύτερη ως προς τη λειτουργία των θεσμών αλλά και του βιοτικού επιπέδου.



Ήταν ίσως ο πολιτικός με τη μεγαλύτερη συμβολή στη διαμόρφωση του πολιτικού και κομματικού συστήματος στη σύγχρονη Ελλάδα. Ανέτρεψε τον κυρίαρχο πολιτικό διαχωρισμό «Εθνικόφρονες-Κομμουνιστές» και στη θέση του επέβαλλε το δίπολο «Δεξιά-Αντιδεξιά». Το ΠΑΣΟΚ που δημιούργησε ήταν το πρώτο κόμμα εξουσίας στην ελληνική ιστορία με μαζική οργάνωση (στα πρότυπα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας), αντί του παραδοσιακού κόμματος στελεχών, ένα πρότυπο οργάνωσης που θα υιοθετούσε από τον Παπανδρέου και η Νέα Δημοκρατία.


Από το κυβερνητικό του έργο ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική πολιτική ιστορία έχουν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) και η συνταγματική αναθεώρηση του 1985-1986, η οποία παγίωσε το σύστημα κοινοβουλευτικής εξουσίας που ισχύει έως και σήμερα, περιορίζοντας δραστικά τις εξουσίες του Προέδρου.


Άλλες σημαντικές τομές των κυβερνήσεών του ήταν η νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, η παραχώρηση ψήφου στα άτομα από 18 ετών και άνω, η εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος γραφής (1982), η κατάργηση της σχολικής ενδυμασίας (1982), η νομοθετική κατοχύρωση του πανεπιστημιακού ασύλου (1982), η θέσπιση των επιδομάτων (τέκνων, αναπηρίας κτλ.), η αναγνώριση του εργατικού ατυχήματος, οι αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο όπως η καθιέρωση της ισοτιμίας των δύο φύλων και η απαγόρευση του αναχρονιστικού θεσμού της προίκας, η κατάργηση πλείστων μεταξικών και μετεμφυλιακών νόμων, όπως αυτοί του τεντιμποϊσμού και της κατασκοπείας, η άσκηση ακηδεμόνευτης και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και η μεγάλη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, η αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και η παραχώρηση άδειας επιστροφής στην Ελλάδα στους πολιτικούς πρόσφυγες του Δημοκρατικού Στρατού.


Επίσης, υπήρξε ο πρώτος Έλληνας πρωθυπουργός που επισκέφθηκε την Κύπρο, το 1982.


Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου από τον συντηρητικό και τον φιλελεύθερο χώρο αναγνώρισαν τις προσπάθειές του να αποκαταστήσει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που είχαν υποστεί διώξεις και ταπεινώσεις από το αυταρχικό μετεμφυλιακό κατεστημένο και να χτίσει κράτος πρόνοιας, αλλά επέκριναν τη μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους στην οικονομική του διαχείριση, την προσπάθεια επιβολής του κόμματός του στη δημόσια διοίκηση και την εξωτερική του πολιτική, την οποία, ειδικότερα, θεωρούσαν μαξιμαλιστική και επικίνδυνη στις μεθόδους και τους στόχους της, ενώ από τον χώρο της Αριστεράς υπήρξαν επικρίσεις για την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων, καθώς και για το καθεστώς προσωπολατρίας με το οποίο τον περιέβαλλαν τα πλήθη των πολιτικών οπαδών του.


Πρώιμα χρόνια

Γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1919 στη Χίο και ήταν γιος του Γεωργίου Παπανδρέου, Γενικού Διοικητή Αιγαίου τότε και μετέπειτα πρωθυπουργού, και της Σοφίας Μινέικο (1887 - 1981), κόρης του Ζίγκμουντ Μινέικο, Πολωνού αριστοκράτη και στρατιωτικού μηχανικού. Μεγάλωσε στην Αθήνα και φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου μεταξύ άλλων ήταν συμμαθητής με τους Πέτρο Σιφναίο, Πάρι Κωνσταντινίδη, Γεώργιο Σκιαδαρέση, εργολάβο, και Λεωνίδα Αδάμ. 


Με τους τελευταίους τρεις θα δημιουργήσει, σε ηλικία δεκαπέντε ετών, το 1934, το Μαρξιστικό περιοδικό «Ξεκίνημα», όπου και δημοσίευσε πολλά άρθρα για το Σοσιαλισμό. Κάθε τεύχος του περιοδικού είχε στην προμετωπίδα του τους στίχους του Κωστή Παλαμά «Δουλέψτε τον ξανά τον κόσμο στη φωτιά!». Η «Εστία», η πιο σημαντική τότε εφημερίδα της Δεξιάς παράταξης, αντέδρασε απαιτώντας τον εξοβελισμό του νεαρού Ανδρέα Παπανδρέου από την ελληνική κοινωνία γιατί «θα καθίστατο επικίνδυνος για τη χώρα». 


Το Υπουργείο Παιδείας —στο οποίο δύο χρόνια νωρίτερα Υπουργός ήταν ο πατέρας του— διέταξε ανακρίσεις και οι «παρεκτραπέντες» μαθητές τιμωρήθηκαν με διαγωγή «επίμεμπτο» στο ενδεικτικό τους.


Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε γνωριστεί με τρεις σημαντικές μορφές του σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, τον Παντελή Πουλιόπουλο (αργότερα εντάχθηκε και στην οργάνωσή του, την ΕΟΚΔΕ), τον Μιχάλη Ράπτη («Πάμπλο») και τον Πλάτωνα Δρακούλη.


Ακαδημαϊκή και Πολιτική δράση ως τη Μεταπολίτευση

Το 1937 εισήλθε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών,αλλά το 1939,[18] μετά τη σύλληψή του από το καθεστώς Μεταξά, αναχώρησε για τις ΗΠΑ, όπου συνέχισε τις σπουδές του.


Το 1937 συμμετείχε σε ομάδα δεκατριών νεαρών τροτσκιστών κομμουνιστών -με πολιτικές αναφορές στην ομάδα «Προλετάριος»-, μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης. Τα μέλη της «ομάδας των δεκατριών», συνελήφθησαν από την αστυνομία, εξαναγκάστηκαν σε υπογραφή δήλωσης μετανοίας και αποκήρυξης του κομμουνισμού και τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι.

 Τον Ανδρέα Παπανδρέου ανέκρινε προσωπικά ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας. Χρόνια αργότερα, το 1964, ως βουλευτής της ΕΡΕ ο Μανιαδάκης χρησιμοποίησε τη «δήλωση μετανοίας» για να επιτεθεί πολιτικά στον Ανδρέα Παπανδρέου.


Υπηρέτησε εθελοντής σε σημαντική θέση στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ, ως εξεταστής μοντέλων για τον κατάλληλο χρόνο επισκευής πολεμικών πλοίων.Το 1943 έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στα Οικονομικά και τη Φιλοσοφία από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, όπου και διορίστηκε ως αναπληρωτής καθηγητής (associate professor). Το 1944, ο μόλις 25 ετών Ανδρέας Παπανδρέου είναι ένα από τα πέντε μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς —που σχεδίασε ολόκληρη την αρχιτεκτονική της παγκόσμιας οικονομίας ως τις πετρελαϊκές κρίσεις του '70— της οποίας ηγείται ο κορυφαίος Έλληνας οικονομολόγος Κυριάκος Βαρβαρέσος.


Το 1947 διορίστηκε επίκουρος και στη συνέχεια τακτικός καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μινεσότα[25] και του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ (Berkeley) της Καλιφόρνια, όπου και διετέλεσε πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης από το 1956 ως το 1959. Την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία συνέχισε στα χρόνια της δικτατορίας, οπότε εργάστηκε ως καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης (1968-69) και του Γιορκ (1969-1974), όπου διετέλεσε και διευθυντής μεταπτυχιακών σπουδών. Παντρεύτηκε διαδοχικά με τη Χριστίνα Ρασιά, μια ελληνοαμερικανίδα ψυχίατρο, τη Μαργαρίτα Τσαντ (με την οποία απέκτησε 4 παιδιά, τον Γιώργο (πρωθυπουργός της Ελλάδος από το 2009 με το ΠΑΣΟΚ), τη Σοφία, τον Νίκο και τον Αντρίκο) και τη Δήμητρα Λιάνη. 


Εκτός γάμου γεννήθηκε το 1969 η κόρη του Αιμιλία Νίμπλουμ.


Επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ στις 16 Ιανουαρίου του 1961 και έπειτα από πρόταση του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή ανέλαβε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος


Εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1964 με την Ένωση Κέντρου. Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του, Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως Υπουργός Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού. Ο οικονομικός του λόγος κινείται μέσα στο επίσημο πλαίσιο της τότε οικονομικής ορθοδοξίας. Άλλωστε, η πανεπιστημιακή του καριέρα στις ΗΠΑ ως την έλευσή του στην Ελλάδα εντασσόταν στο πλειοψηφικό ρεύμα της αμερικανικής οικονομικής σκέψης της εποχής.


 Έτσι ακολουθεί τη διαδομένη τότε αντίληψη μεταρρυθμιστικής οικονομικής πολιτικής για τις καθυστερημένες χώρες, η οποία επιδίωκε να συνδυάσει την ενίσχυση της ζήτησης μέσω της αύξησης των λαϊκών εισοδημάτων, με την άμεση παραγωγική δραστηριοποίηση του κράτους, ώστε να δοθεί η αναγκαία αναπτυξιακή δυναμική, να καλυφθούν τα παραγωγικά/κλαδικά κενά, να υποκατασταθούν βαθμιαία οι εισαγωγές


Παραιτήθηκε λίγο αργότερα μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων μέσα στο κόμμα και συσπείρωσε γύρω του τη λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως εμπνευστής και αρχηγός στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και στο συνωμοτικό Σχέδιο Ελικών.


Ήδη από εκείνα τα ταραχώδη χρόνια (1965-1967) ο Ανδρέας Παπανδρέου κερδίζει την αγάπη της μεγάλης πλειοψηφίας των πρώην ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών που θα συνεχίζουν να τον στηρίζουν ως το τέλος, αλλά οι σχέσεις του με την ηγεσία της Αριστεράς χαρακτηρίζονται από αμοιβαία καχυποψία. Γενικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου ενδιαφερόταν περισσότερο για τον «απλό κόσμο» της Αριστεράς και όχι για τους ηγέτες της, που τους θεωρούσε παρωχημένους και όχι ιδιαίτερα ευφυείς.


Στις 12 Οκτωβρίου του 1966, χιλιάδες οπαδοί του υποδέχθηκαν τον Ανδρέα Παπανδρέου που επέστρεφε από 12ήμερη περιοδεία στη Σκανδιναβία. Ένα πανό έγραφε: «Καλώς όρισες Κένεντι της Ελλάδος». Κύρια αιτία αυτής της θριαμβευτικής υποδοχής ήταν ότι την προηγουμένη της αναχώρησής του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για «συνωμοσία προς εκτέλεσιν πράξεων εσχάτης προδοσίας», κατά όσων είχαν αναμιχθεί στην οργάνωση ΑΣΠΙΔΑ, πολιτικός εγκέφαλος της οποίας κατηγορήθηκε από τους συντηρητικούς αντιπάλους του ότι ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. 

«Η δυναμική αυτή εκδήλωση αποφασιστικότητας στον αγώνα για τη δημοκρατία και οι επιδείξεις στοργής του αθηναϊκού λαού στο πρόσωπό μου θορύβησαν τους βασιλικούς κύκλους, τις αμερικανικές υπηρεσίες, το παρακράτος και φυσικά την κυβέρνηση Στεφανόπουλου», έγραψε αργότερα στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αμέσως μετά ο Α. Παπανδρέου πραγματοποίησε περιοδεία στην Κρήτη επικεφαλής ομάδας ογδόντα βουλευτών της Ενώσεως Κέντρου, όπου αποθεώθηκε, προκαλώντας έτσι έντονη ανησυχία και στο εσωτερικό του κόμματός του, ακόμη και στον ίδιο του τον πατέρα, που αναλογιζόταν τις συνέπειες της ραγδαίας ανόδου της πολιτικής ισχύος του γιου του, ο οποίος υπερασπιζόταν όλο και πιο ριζοσπαστικές θέσεις


Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη από τη χούντα των Συνταγματαρχών και φυλακίστηκε. Τις επόμενες μέρες ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Λύντον Τζόνσον παρενέβη υπέρ του Παπανδρέου και άλλων πολιτικών ηγετών.


Στη φυλακή ο Παπανδρέου ανέμενε να παραπεμφθεί σε δίκη για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ με την κατηγορία ότι προετοίμαζε στρατιωτικό πραξικόπημα με στόχο την εγκαθίδρυση σοσιαλιστικής δικτατορίας, την εκθρόνιση του βασιλιά Κωνσταντίνου και την απομάκρυνση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και συνέταξε ένα εννεασέλιδο αυτοβιογραφικό υπόμνημα για την απολογία του. Αποφυλακίστηκε, ωστόσο, μετά τη χορήγηση μερικής αμνηστίας μετά το αποτυχημένο αντικίνημα του Κωνσταντίνου το Δεκέμβριο του '67χάρη στην αμερικανική παρέμβαση μετά από έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των Ηνωμένων Πολιτειών στον Πρόεδρο Τζόνσον, όπως ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ (John Kenneth Galbraith), προσωπικός του φίλος από τα χρόνια του Χάρβαρντ.


 Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από τη χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Έδρα του ΠΑΚ ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας, Στοκχόλμη.


Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως την επιβολή της δικτατορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας (παρακράτος, συνωμοτικές οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ),[ ξεκινώντας την κόντρα του με τα «παλιά τζάκια» για τα οποία και είχε δηλώσει ότι πρέπει να ξηλωθούν οριστικά και αμετάκλητα.


Παράλληλα, σε πολύ μικρό διάστημα γίνεται ο δημοφιλέστερος Έλληνας πολιτικός, παρά τις συνεχείς επιθέσεις μερίδας του Τύπου.Ήρθε σε σύγκρουση με ορισμένους πολύ σημαντικούς συνεργάτες του πατέρα του, όπως ο τραπεζίτης και πολιτικός Σταύρος Κωστόπουλος. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήθελε τη δημιουργία ενός κόμματος αρχών με συγκεκριμένη ιδεολογία και ισχυρή οργάνωση σε εθνικό επίπεδο, κάτι στο οποίο αντιστέκονταν σθεναρά οι «βαρόνοι» της Ενώσεως Κέντρου. 


Επιπλέον, οι βαρόνοι της βενιζελικής παράταξης ανησυχούσαν για τη μεγάλη δημοτικότητά του και επέκριναν τον Ανδρέα ως «αλεξιπτωτιστή της πολιτικής», ότι δηλαδή είχε εμφανισθεί από το πουθενά και μέσα σε ένα-δύο χρόνια είχε γίνει το πιο αναγνωρίσιμο και δημοφιλές πρόσωπο της ελληνικής πολιτικής και απαιτούσε να αποφασίζει για όλα.


Η ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος

Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου. Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος. 


Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Κινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε. Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του ΠΑΚ Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, αργότερα βουλευτή νομού Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον Κώστα Σημίτη. Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ, αγωνιστές διωχθέντες από τη Χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στη διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος.


Από τη Μεταπολίτευση στην «Αλλαγή»

Οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου του 1974, όπου λαμβάνει 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές. Είναι η περίοδος που κυριαρχεί η αντιαμερικανική και αντιΝΑΤΟϊκή χροιά στην πολιτική του. Παράλληλα καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (κάτι στο οποίο συνέβαλαν και οι διαγραφές διαφωνούντων από το Κόμμα, όπως στελεχών της «Δημοκρατικής Άμυνας» και τη νεολαίας).


Στις 11 Δεκεμβρίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής λέει στη Βουλή «Η Ελλάς ανήκει εις τον δυτικόν κόσμο». Ο Παπανδρέου του απαντά «Προτιμούμε να ανήκουμε εις τους Έλληνας».


Στις εκλογές της 20 Νοεμβρίου 1977 οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στην αξιωματική αντιπολίτευση, λαμβάνοντας το 25,34% των ψήφων και εκλέγοντας 93 βουλευτές, για να το οδηγήσει τελικά στην εξουσία το 1981.


Το διάστημα 1974-1981, το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα έχουν μία θεαματική, μοναδική στην ελληνική πολιτική ιστορία άνοδο. Από το 13,58% των ψήφων το Νοέμβριο του 1974, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα εκτιναχθεί στο 48,1% τον Οκτώβριο του 1981. 


Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από τα δεξιά, αλλά ούτε και ο Χαρίλαος Φλωράκης από τα αριστερά μπόρεσαν να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά στον Ανδρέα Παπανδρέου. Στα δεξιά του, ο Ανδρέας Παπανδρέου επέκρινε την υποχωρητική εξωτερική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας σε σχέση με τις τουρκικές διεκδικήσεις, κατήγγειλε συνεχώς τη δεξιά παράταξη για την τραγωδία και απώλεια της Κύπρου (αδέξια Δεξιά, όπως έλεγε), ζητούσε Ελληνοποίηση του Υπουργείου Εξωτερικών και παράλληλα οι δικές του σκληρές θέσεις στα εθνικά θέματα βρήκαν μεγάλη απήχηση σε πολλούς εθνικιστές.


Στα αριστερά του, επέκρινε το ΚΚΕ για τη δειλή στάση του σε διάφορες απεργίες και κινητοποιήσεις, και οι συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ ήταν αυτοί που διακρίθηκαν περισσότερο στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις της περιόδου 1975-1977 έχοντας σχεδόν πάντα πιο αριστερές και επιθετικές απόψεις από τους αντίστοιχους του ΚΚΕ.


 Κυρίως όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που μπόρεσε πειστικά να εγγυηθεί στους ΕΑΜογενείς πολίτες το τέλος της κοινωνικο-πολιτικής απομόνωσής τους, ότι θα πάψουν να είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας, κάτι που τελικά και έγινε μετά το 1981, με μέτρα όπως την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης των ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τη διάλυση της Χωροφυλακής.


Ο φόβος ότι ενδεχομένως οι Ένοπλες Δυνάμεις θα σταματούσαν την άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην εξουσία εκμηδενίστηκε από την πολύ μεγάλη απήχηση που είχε σε αυτόν το χώρο το ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει την ομάδα των χουντικών αξιωματικών για βιασμό της δημοκρατίας, βαρβαρότητα και εγκληματική ηλιθιότητα σε σχέση με την απώλεια της Κύπρου, αλλά πίστευε πως, απαλλαγμένο από τους χουντικούς, το σώμα των αξιωματικών ήταν «η αιχμή του οράματος της εθνικής αναγέννησης»: ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός πολιτευτών του ΠΑΣΟΚ επί Ανδρέα Παπανδρέου ήταν απόστρατοι αξιωματικοί, και μετά το 1981 μερικοί ανέλαβαν και Υπουργοί (Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος, Αντώνης Δροσογιάννης, Νικόλαος Κουρής).

1981: Η ώρα της «Αλλαγής»

Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48,07% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας.[42] Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού. 


Η προεκλογική εκστρατεία του Ανδρέα Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· φίλοι και αντίπαλοι τον προσφωνούσαν συνήθως με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».


Εσωτερική πολιτική

Το σύνθημα της «αλλαγής» και το τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία και Κοινωνική Απελευθέρωση» συσπείρωσε γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το κίνημά του ένα ευρύτατο φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που δεν εμφορούνταν πάντοτε από κοινές πεποιθήσεις.


Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Παπανδρέου επιδιώχθηκε η εθνική συμφιλίωση, αναγνωρίστηκε από το επίσημο κράτος το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) ως οργάνωση της Εθνικής Αντίστασης και τα δικαιώματα των αγωνιστών του ενώ πολτοποιήθηκαν οι φάκελοι φρονημάτων που διατηρούσε η Ασφάλεια για πολλούς από αυτούς. Σκοπός αυτής της απόφασης ήταν εν μέρει και ο επαναπατρισμός πολλών Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από την Εποχή του Εμφυλίου.


 Κατά τη διάρκεια της θητείας του λειτούργησαν κατά τόπους παραρτήματα της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας. Επίσης, το 1984 ενοποιήθηκαν τα Σώματα Ασφαλείας, Χωροφυλακή και Αστυνομία Πόλεων και από τη συγχώνευσή τους δημιουργήθηκε η σημερινή Ελληνική Αστυνομία. Η κατάργηση ιδιαίτερα της Χωροφυλακής έγινε δεκτή με πρωτοφανή αισθήματα ανακούφισης από τους αριστερούς πολίτες, καθώς είχε ταυτιστεί με τις αυταρχικές πρακτικές των κυβερνήσεων της δεξιάς, εξ ου και ο διαδεδομένος «φόβος του χωροφύλακα».


Στον τομέα της εκπαίδευσης η μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ εκφράστηκε με δυο βασικά νομοσχέδια, τον Νόμο-Πλαίσιο για τη λειτουργία των ΑΕΙ (ν. 1268/1982) και τον Ν. 1566/85 για τη Βασική και Μέση Εκπαίδευση. Ο πρώτος κατάργησε τον θεσμό της έδρας στα Πανεπιστήμια εισάγοντας τις τέσσερις βαθμίδες μελών Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού, θεσμοθέτησε τα όργανα συνδιοίκησής τους από φοιτητές και καθηγητές, ενώ μετονόμασε τα ΚΑΤΕΕ σε ΤΕΙ. 


Ο δεύτερος επιχείρησε έναν δομικό κυρίως μετασχηματισμό της εκπαίδευσης, επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γονέων και μαθητών στα σχολικά πράγματα, ενώ αντικατέστησε τον θεσμό του επιθεωρητή με αυτόν του Σχολικού Συμβούλου.


Επίσης ιδρύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, καθιερώθηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και την 1η Ιανουαρίου 1987 ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.


Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη από τη χούντα των Συνταγματαρχών και φυλακίστηκε. Τις επόμενες μέρες ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Λύντον Τζόνσον παρενέβη υπέρ του Παπανδρέου και άλλων πολιτικών ηγετών.


Στη φυλακή ο Παπανδρέου ανέμενε να παραπεμφθεί σε δίκη για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ με την κατηγορία ότι προετοίμαζε στρατιωτικό πραξικόπημα με στόχο την εγκαθίδρυση σοσιαλιστικής δικτατορίας, την εκθρόνιση του βασιλιά Κωνσταντίνου και την απομάκρυνση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και συνέταξε ένα εννεασέλιδο αυτοβιογραφικό υπόμνημα για την απολογία του. Αποφυλακίστηκε, ωστόσο, μετά τη χορήγηση μερικής αμνηστίας μετά το αποτυχημένο αντικίνημα του Κωνσταντίνου το Δεκέμβριο του '67 χάρη στην αμερικανική παρέμβασημετά από έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των Ηνωμένων Πολιτειών στον Πρόεδρο Τζόνσον, όπως ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ (John Kenneth Galbraith), προσωπικός του φίλος από τα χρόνια του Χάρβαρντ.


 Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από τη χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Έδρα του ΠΑΚ ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας, Στοκχόλμη.


Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως την επιβολή της δικτατορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας (παρακράτος, συνωμοτικές οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ), ξεκινώντας την κόντρα του με τα «παλιά τζάκια» για τα οποία και είχε δηλώσει ότι πρέπει να ξηλωθούν οριστικά και αμετάκλητα.


Παράλληλα, σε πολύ μικρό διάστημα γίνεται ο δημοφιλέστερος Έλληνας πολιτικός, παρά τις συνεχείς επιθέσεις μερίδας του Τύπου. Ήρθε σε σύγκρουση με ορισμένους πολύ σημαντικούς συνεργάτες του πατέρα του, όπως ο τραπεζίτης και πολιτικός Σταύρος Κωστόπουλος. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήθελε τη δημιουργία ενός κόμματος αρχών με συγκεκριμένη ιδεολογία και ισχυρή οργάνωση σε εθνικό επίπεδο, κάτι στο οποίο αντιστέκονταν σθεναρά οι «βαρόνοι» της Ενώσεως Κέντρου. Επιπλέον, οι βαρόνοι της βενιζελικής παράταξης ανησυχούσαν για τη μεγάλη δημοτικότητά του και επέκριναν τον Ανδρέα ως «αλεξιπτωτιστή της πολιτικής», ότι δηλαδή είχε εμφανισθεί από το πουθενά και μέσα σε ένα-δύο χρόνια είχε γίνει το πιο αναγνωρίσιμο και δημοφιλές πρόσωπο της ελληνικής πολιτικής και απαιτούσε να αποφασίζει για όλα.


Η ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος

Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου. Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος. 


Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Κινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε. Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του ΠΑΚ Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, αργότερα βουλευτή νομού Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον Κώστα Σημίτη. Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ, αγωνιστές διωχθέντες από τη Χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στη διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος.

Από τη Μεταπολίτευση στην «Αλλαγή»

Οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου του 1974, όπου λαμβάνει 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές. Είναι η περίοδος που κυριαρχεί η αντιαμερικανική και αντιΝΑΤΟϊκή χροιά στην πολιτική του. Παράλληλα καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (κάτι στο οποίο συνέβαλαν και οι διαγραφές διαφωνούντων από το Κόμμα, όπως στελεχών της «Δημοκρατικής Άμυνας» και τη νεολαίας).


Στις 11 Δεκεμβρίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής λέει στη Βουλή «Η Ελλάς ανήκει εις τον δυτικόν κόσμο». Ο Παπανδρέου του απαντά «Προτιμούμε να ανήκουμε εις τους Έλληνας».


Στις εκλογές της 20 Νοεμβρίου 1977 οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στην αξιωματική αντιπολίτευση, λαμβάνοντας το 25,34% των ψήφων και εκλέγοντας 93 βουλευτές, για να το οδηγήσει τελικά στην εξουσία το 1981.


Το διάστημα 1974-1981, το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα έχουν μία θεαματική, μοναδική στην ελληνική πολιτική ιστορία άνοδο. Από το 13,58% των ψήφων το Νοέμβριο του 1974, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα εκτιναχθεί στο 48,1% τον Οκτώβριο του 1981. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από τα δεξιά, αλλά ούτε και ο Χαρίλαος Φλωράκης από τα αριστερά μπόρεσαν να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά στον Ανδρέα Παπανδρέου. 


Στα δεξιά του, ο Ανδρέας Παπανδρέου επέκρινε την υποχωρητική εξωτερική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας σε σχέση με τις τουρκικές διεκδικήσεις, κατήγγειλε συνεχώς τη δεξιά παράταξη για την τραγωδία και απώλεια της Κύπρου (αδέξια Δεξιά, όπως έλεγε), ζητούσε Ελληνοποίηση του Υπουργείου Εξωτερικών και παράλληλα οι δικές του σκληρές θέσεις στα εθνικά θέματα βρήκαν μεγάλη απήχηση σε πολλούς εθνικιστές. Στα αριστερά του, επέκρινε το ΚΚΕ για τη δειλή στάση του σε διάφορες απεργίες και κινητοποιήσεις, και οι συνδικαλιστές του ΠΑΣΟΚ ήταν αυτοί που διακρίθηκαν περισσότερο στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις της περιόδου 1975-1977 έχοντας σχεδόν πάντα πιο αριστερές και επιθετικές απόψεις από τους αντίστοιχους του ΚΚΕ.


[45] Κυρίως όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτός που μπόρεσε πειστικά να εγγυηθεί στους ΕΑΜογενείς πολίτες το τέλος της κοινωνικο-πολιτικής απομόνωσής τους, ότι θα πάψουν να είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας,[46] κάτι που τελικά και έγινε μετά το 1981, με μέτρα όπως την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης των ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τη διάλυση της Χωροφυλακής.


Ο φόβος ότι ενδεχομένως οι Ένοπλες Δυνάμεις θα σταματούσαν την άνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην εξουσία εκμηδενίστηκε από την πολύ μεγάλη απήχηση που είχε σε αυτόν το χώρο το ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει την ομάδα των χουντικών αξιωματικών για βιασμό της δημοκρατίας, βαρβαρότητα και εγκληματική ηλιθιότητα σε σχέση με την απώλεια της Κύπρου, αλλά πίστευε πως, απαλλαγμένο από τους χουντικούς, το σώμα των αξιωματικών ήταν «η αιχμή του οράματος της εθνικής αναγέννησης»: ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός πολιτευτών του ΠΑΣΟΚ επί Ανδρέα Παπανδρέου ήταν απόστρατοι αξιωματικοί, και μετά το 1981 μερικοί ανέλαβαν και Υπουργοί (Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος, Αντώνης Δροσογιάννης, Νικόλαος Κουρής).


1981: Η ώρα της «Αλλαγής»

Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48,07% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας. Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού. 


Η προεκλογική εκστρατεία του Ανδρέα Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· φίλοι και αντίπαλοι τον προσφωνούσαν συνήθως με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».


Εσωτερική πολιτική

Το σύνθημα της «αλλαγής» και το τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία και Κοινωνική Απελευθέρωση» συσπείρωσε γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου και το κίνημά του ένα ευρύτατο φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που δεν εμφορούνταν πάντοτε από κοινές πεποιθήσεις.


Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Παπανδρέου επιδιώχθηκε η εθνική συμφιλίωση, αναγνωρίστηκε από το επίσημο κράτος το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) ως οργάνωση της Εθνικής Αντίστασης και τα δικαιώματα των αγωνιστών του, ενώ πολτοποιήθηκαν οι φάκελοι φρονημάτων που διατηρούσε η Ασφάλεια για πολλούς από αυτούς. 


Σκοπός αυτής της απόφασης ήταν εν μέρει και ο επαναπατρισμός πολλών Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από την Εποχή του Εμφυλίου. Κατά τη διάρκεια της θητείας του λειτούργησαν κατά τόπους παραρτήματα της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας. Επίσης, το 1984 ενοποιήθηκαν τα Σώματα Ασφαλείας, Χωροφυλακή και Αστυνομία Πόλεων και από τη συγχώνευσή τους δημιουργήθηκε η σημερινή Ελληνική Αστυνομία. Η κατάργηση ιδιαίτερα της Χωροφυλακής έγινε δεκτή με πρωτοφανή αισθήματα ανακούφισης από τους αριστερούς πολίτες, καθώς είχε ταυτιστεί με τις αυταρχικές πρακτικές των κυβερνήσεων της δεξιάς, εξ ου και ο διαδεδομένος «φόβος του χωροφύλακα».


Στον τομέα της εκπαίδευσης η μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ εκφράστηκε με δυο βασικά νομοσχέδια, τον Νόμο-Πλαίσιο για τη λειτουργία των ΑΕΙ (ν. 1268/1982) και τον Ν. 1566/85 για τη Βασική και Μέση Εκπαίδευση. Ο πρώτος κατάργησε τον θεσμό της έδρας στα Πανεπιστήμια εισάγοντας τις τέσσερις βαθμίδες μελών Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού, θεσμοθέτησε τα όργανα συνδιοίκησής τους από φοιτητές και καθηγητές, ενώ μετονόμασε τα ΚΑΤΕΕ σε ΤΕΙ. Ο δεύτερος επιχείρησε έναν δομικό κυρίως μετασχηματισμό της εκπαίδευσης, επιδιώκοντας τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γονέων και μαθητών στα σχολικά πράγματα, ενώ αντικατέστησε τον θεσμό του επιθεωρητή με αυτόν του Σχολικού Συμβούλου.


Επίσης ιδρύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, καθιερώθηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και την 1η Ιανουαρίου 1987 ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.


Το 1987 το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Σισμίκ» ξεκινά έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου προκαλώντας σοβαρή κρίση, με τις δύο χώρες να φτάνουν στα όρια του πολέμου. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ανυποχώρητος και διατάσσει την κινητοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων, με αποτέλεσμα την επιτυχή αντιμετώπιση των Τούρκων και την αποτροπή των στόχων της ηγεσίας τους (το σκάφος τελικά αποσύρθηκε από τα ελληνικά χωρικά ύδατα).


Αμέσως μετά ξεκινούν έντονες διαπραγματεύσεις μεταξύ Ανδρέα Παπανδρέου και του τότε πρωθυπουργού της Τουρκίας, Τουργκούτ Οζάλ, με αποτέλεσμα τη συνάντηση Παπανδρέου - Οζάλ στο Νταβός της Ελβετίας στις 30 και 31 Ιανουαρίου 1988, στα πλαίσια του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ. Εκεί συμφωνήθηκε η πολιτική του «μη πολέμου» και για λίγο επικράτησε αισιοδοξία για βελτίωση στις διμερείς σχέσεις στο «πνεύμα του Νταβός». 


Στις 6 Ιουνίου 1988 ο Ανδρέας Παπανδρέου σε συζήτηση πρότασης δυσπιστίας της Νέας Δημοκρατίας υπεραμύνθηκε της πολιτικής του στα ελληνοτουρκικά, αλλά παραδέχτηκε ότι είχαν γίνει και λάθη (το γνωστό mea culpa, μία φράση που αργότερα θα χρησιμοποιούσε και ο Κώστας Καραμανλής). Ο επιτυχής χειρισμός της κρίσης του 1987 αύξησε τη δημοτικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου στην Ελλάδα, ενώ ο Οζάλ δέχτηκε έντονη κριτική για υποχωρητικότητα από την τουρκική αντιπολίτευση.


Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας εκ των έξι ηγετών των Τεσσάρων Ηπείρων (Ευρώπη, Αφρική, Ασία, Αμερική) οι οποίοι πήραν την πρωτοβουλία κίνησης υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης και αφοπλισμού των υπερδυνάμεων. Μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου στην κίνηση των 6 συμμετείχαν ο Σουηδός Πρόεδρος Ούλωφ Πάλμε, η Ινδή Πρωθυπουργός Ίντιρα Γκάντι, ο Πρόεδρος της Αργεντινής Ραούλ Αλφονσίν, ο Πρόεδρος του Μεξικού Μιγκέλ Ντελαμαντρίτ και ο Πρόεδρος της Τανζανίας Τζούλιους Νιερέρε. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε άριστες σχέσεις με πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες. Ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Ούλωφ Πάλμε και ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ήταν μερικοί από αυτούς.


Από μερίδα του διεθνούς, και κυρίως από την πλειονότητα του δυτικού τύπου της εποχής, ο Ανδρέας Παπανδρέου χαρακτηρίστηκε ως λαϊκιστής. Αναλυτές όπως ο Νικόλας Δεμερτζής και ο ιστορικός Ρίτσαρντ Κλογκ χαρακτήρισαν τη δεκαετία του ‘80 ως «δεκαετία του λαϊκισμού».


Αναθεώρηση του Συντάγματος

Στις 9 Μαρτίου του 1985 και καθώς πλησίαζε το τέλος της πρώτης θητείας του Κ. Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου, (παρότι λέγεται ότι είχε δώσει διαβεβαιώσεις ιδιωτικώς ότι θα ξαναπρότεινε τον Καραμανλή), πρότεινε αιφνιδιαστικά για Πρόεδρο τον Αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη (γνωστό από τη γενναία στάση του στην υπόθεση δολοφονίας Λαμπράκη) και ταυτόχρονα ανακοίνωσε το ξεκίνημα διαδικασίας για την αναθεώρηση του Συντάγματος, με στόχο την πλήρη καθιέρωση του κοινοβουλευτισμού. Αυτή η ξαφνική πρωτοβουλία προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού στους υποστηρικτές του, αλλά και ξέσπασμα οργής στους αντιπάλους του.


Είχε προηγηθεί περίδος αβεβαιότητας, καθώς πολλοί πίστευαν ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πρότεινε τον Καραμανλή για δεύτερη θητεία, κάτι για το οποίο πίεζαν έντονα και όλα τα εκδοτικά συγκροτήματα, ορισμένα στελέχη της μετριoπαθούς αριστεράς και φυσικά η δεξιά αντιπολίτευση. Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν είχε πάρει δημοσίως όμως ξεκάθαρα θέση.


Στην εισήγησή του στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ ο Ανδρέας Παπανδρέου δήλωσε ότι επιτέλους με την αναθεώρηση θα καθιερωνόταν πραγματική κοινοβουλευτική δημοκρατία στον τόπο, με τα αντιδημοκρατικά στοιχεία του συντάγματος του 1975 να εκλείπουν:


«Μ' αυτή την πρόταση που κάναμε, είπαμε όχι στην ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ στο σύστημα. Επιβεβαιώσαμε για μια φορά ακόμα, το βαθειά δημοκρατικό και ριζοσπαστικό χαρακτήρα αυτού του Κινήματος, που λυτρώνει το λαό από τα δεσμά τα οποία χαλκεύτηκαν από την ολιγαρχία, ξένη και ντόπια, και τους εκφραστές της. ...Πράγματι, οι διαστάσεις της απόφασής μας γίνονται τώρα ανάγλυφες. Αντιμετωπίζαμε ίσως, στο πρόβλημα της επιλογής Προέδρου Δημοκρατίας, το πιο σημαντικό ερώτημα των τελευταίων δεκαετιών. 


Με την πρότασή μας επίσης, για την αναθεώρηση του Συντάγματος, των διατάξεων εκείνων κυρίως του Συντάγματος που προσδιορίζουν τις Προεδρικές εξουσίες και αντίστοιχα τις εξουσίες του Κοινοβουλίου και της λαοπρόβλητης Κυβέρνησης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας γίνεται πραγματικά υπερκομματικός, γίνεται το σύμβολο της ενότητας του Έθνους. 


Οι εξουσίες τις οποίες το Σύνταγμα του 1975 είχε δώσει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον καθιστούσαν, εν μέρει, όχι μόνο ανώτατο άρχοντα ουδέτερο απέναντι στα κόμματα, αλλά του έδιναν και σημαντικότατη αποφασιστική πολιτική εξουσία, η οποία στα Κοινοβουλευτικά πολιτεύματα διαφυλάσσεται για τα Κοινοβούλια, και τις Κυβερνήσεις που τα Κοινοβούλια στηρίζουν».


Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου τον κατηγόρησαν για «πολιτικό πραξικόπημα» και «εξαπάτηση» του Καραμανλή, και επέκριναν τον τρόπο λήψης της απόφασής του, που πάρθηκε από τον ίδιο και στενό κύκλο συνεργατών του (Μένιος Κουτσόγιωργας, Αντώνης Λιβάνης) χωρίς ανάμειξη της κυβέρνησης και του κόμματος, του οποίου βέβαια η βάση δεν ήθελε με τίποτα τον Καραμανλή. Η διαδικασία μάλιστα εκλογής του νέου Προέδρου (τα περίφημα «ροζ ψηφοδέλτια») ήταν ακόμα μια περίπτωση έντονης κριτικής από την αντιπολίτευση. 


Στον αντίποδα, οι υποστηρικτές του Παπανδρέου αλλά και το ΚΚΕ (μέλη του οποίου είχαν διωχθεί, φυλακισθεί και εξορισθεί από τις κυβερνήσεις Καραμανλή 1955-1963) επικρότησαν την κίνηση του Ανδρέα ως σημαντικό βήμα εκδημοκρατισμού της πολιτικής ζωής και ως αποκαθήλωση του μετεμφυλιακού συστήματος εξουσίας: ο Σαρτζετάκης τελικά εκλέχθηκε Πρόεδρος και το Σύνταγμα αναθεωρήθηκε με τις ψήφους ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ. Η απομάκρυνση του Καραμανλή από το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα βοήθησε πολύ στη νίκη του Ανδρέα Παπανδρέου στις εκλογές του Ιουνίου 1985, με την έννοια της συσπείρωσης των αντιδεξιών ψηφοφόρων.


Το 1988 ξεσπά το οικονομικό σκάνδαλο Κοσκωτά στο οποίο κατηγορήθηκαν ότι ενεπλάκησαν στελέχη της τότε κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου χαρακτήρισε τις κατηγορίες εναντίον του ως μια συνωμοσία των «σκοτεινών αντιδραστικών δυνάμεων» και των «ξένων κύκλων» για να «αποσταθεροποιήσουν» την Ελλάδα. Ακολουθεί περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. 


Την ίδια χρονιά ο Ανδρέας Παπανδρέου οδηγείται εσπευσμένα στο Νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υποβάλλεται σε σοβαρή εγχείρηση καρδιάς από τον διάσημο Αιγύπτιο καρδιοχειρουργό Μαχντί Γιακούμπ. Τα γεγονότα αυτά οδηγούν στην πτώση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου του 1989.


Την περίοδο της συγκυβέρνησης Τζαννή Τζαννετάκη οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του Συνασπισμού παραπέμπουν τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο τον αθωώνει οριακά για τις κατηγορίες περί εμπλοκής του στο σκάνδαλο Κοσκωτά, αλλά και για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.


Η δίκη για το σκάνδαλο Κοσκωτά άρχισε στις 16 Μαρτίου 1991, στην οποία δεν παρέστη ο ίδιος, καταγγέλλοντάς την ως μεθόδευση των πολιτικών του αντιπάλων και σκευωρία εις βάρος του και εις βάρος του ΠΑΣΟΚ. Στη δίκη αυτή καταδικάστηκαν ο Δημήτρης Τσοβόλας και ο Γιώργος Πέτσος, ενώ ο συγκατηγορούμενός τους Μένιος Κουτσόγιωργας απεβίωσε κατά τη διάρκεια της δίκης.


Ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέλαβε το μερίδιο της πολιτικής του ευθύνης όχι μόνο διότι στην περίοδο που δραστηριοποιήθηκε ο Γιώργος Κοσκωτάς ήταν πρωθυπουργός, αλλά και διότι σύμφωνα με τον ίδιο «η κυβέρνησή του δεν κατόρθωσε να εμποδίσει την οικονομική αναρρίχηση ενός ανθρώπου χωρίς επιφάνεια, που αποδείχθηκε εκ των υστέρων απατεώνας». Αρνήθηκε, όμως, την οποιαδήποτε σχέση με την ποινική πλευρά της υπόθεσης.


Χρόνια αργότερα στην τηλεοπτική εκπομπή «Ανατροπή» του δημοσιογράφου Γιάννη Πρετεντέρη στον τηλεοπτικό σταθμό Mega Channel, ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δήλωσε ότι μετάνιωσε για την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, αλλά τόνισε ότι προχώρησε σ' αυτή την πράξη, καθώς ήθελε να τηρήσει την προεκλογική του υπόσχεση.


Αλλαγές στην ελληνική κοινωνία

Τη δεκαετία του '80 η ελληνική κοινωνία άλλαξε ριζικά και οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου είχαν κορυφαίο ρόλο σε αυτόν τον μετασχηματισμό. Οι αλλαγές ήταν βαθύτερες και πιο ριζοσπαστικές στην επαρχία, και όχι τόσο στην Αθήνα, κάτι που εξηγεί και την καλύτερη επίδοση του ΠΑΣΟΚ εκεί. 


Σχεδόν αμέσως μετά το 1981, η επαρχία απαλλάχτηκε οριστικά και αμετάκλητα από τον «φόβο του χωροφύλακα», η θέση των γυναικών βελτιώθηκε πολύ, δημιουργήθηκαν πολιτιστικά και αθλητικά σωματεία σε όλη τη χώρα με την ενεργό στήριξη της Μελίνας Μερκούρη, ενώ το Εθνικό Σύστημα Υγείας του Γιώργου Γεννηματά έφερε για πρώτη φορά σύγχρονη ιατρική περίθαλψη σε πολλές απομακρυσμένες περιοχές της χώρας· αυξήθηκαν σημαντικά οι μισθοί με αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός καταναλωτισμού ανάλογου με τις υπόλοιπες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, η ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης οδήγησε σε ένα πρωτοφανές επίπεδο λαϊκής συμμετοχής σε κοινωνικο-πολιτικά θέματα, και οι κομματικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ πολέμησαν και συχνά διέλυσαν την ισχύ των παραδοσιακών μηχανισμών εξουσίας που στηρίζονταν συνήθως στα ισχυρά «τζάκια» της κάθε περιοχής.


Η επιστροφή στην εξουσία και το τέλος

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου του 1993, ο Ανδρέας Παπανδρέου, απαλλαγμένος πλέον από τις κατηγορίες, επιστρέφει θριαμβευτικά στην εξουσία με άνετη πλειοψηφία της τάξης του 47%. Αποφασίζεται η μεταστροφή της οικονομικής πολιτικής της χώρας, μπαίνοντας έτσι ουσιαστικά σε πορεία προς την ΟΝΕ. Επίσης, αναγνωρίζεται η γενοκτονία των Ποντίων, δημιουργείται το ΑΣΕΠ (νόμος Πεπονή), ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας - Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.


Όμως, η περιπέτεια του σκανδάλου Κοσκωτά και η πολιτική ένταση των περασμένων χρόνων έχουν επιβαρύνει πλέον σοβαρά την υγεία του και στις 21 Νοεμβρίου του 1995 εισάγεται εσπευσμένα στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας (αρχή πνευμονίας). Οι πιέσεις που του ασκούνται τον αναγκάζουν να υπογράψει τον Ιανουάριο του 1996 την παραίτησή του, δηλώνοντας ότι «τα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν να περιμένουν».


Στις 23 Ιουνίου 1996 ο Ανδρέας Παπανδρέου πεθαίνει μετά από οξύ ισχαιμικό επεισόδιο στο σπίτι του στην Εκάλη. Κηδεύεται στις 26 Ιουνίου 1996 στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών με τιμές εν ενεργεία αρχηγού κράτους, κάτι που τελευταία φορά στην Ελλάδα είχε συμβεί το 1964, όταν είχε πεθάνει ο τότε βασιλέας Παύλος.


Ο θάνατός του προκάλεσε κύμα συγκίνησης σε όλη τη χώρα, και πλήθη κόσμου, που κυμαίνονταν από «εκατοντάδες χιλιάδες» έως «εκατομμύρια» παρευρέθησαν στη κηδεία του Ανδρέα Παπανδρέου. Εκφωνήθηκαν συνολικά 12 επικήδειοι λόγοι από Έλληνες και ξένους αξιωματούχους, με πρώτο αυτόν του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη και τελευταίο αυτόν του γιου του Ανδρέα Παπανδρέου και τότε υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Γιώργου Παπανδρέου, ενώ παρευρέθησαν σχεδόν 100 πολιτικές προσωπικότητες από όλο τον κόσμο, πρωτοφανές για Έλληνα πολιτικό.


 Μεταξύ τους ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Ρόμπερτ Ρούμπιν (εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο Μπιλ Κλίντον), ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Κλάους Χενς, ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Πιέρ Μωρουά (που εκφώνησε και έναν από τους επικήδειους) ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης, ο πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς, ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας Βιμ Κοκ, ο πρώην πρωθυπουργός της Ισπανίας και στενός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου Φελίπε Γκονθάλεθ, ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Αλεξάντερ Μέξι, ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Ζαν Βίντενοφ, ο πρωθυπουργός της Αρμενίας Χραντ Μπαγκρατιάν, ο πρωθυπουργός της Σλοβενίας Γιάνεζ Ντρνόβσεκ, ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Κλάους Κίνκελ, ο υπουργός Άμυνας της Μεγάλης Βρετανίας Μάικλ Πορτίλο, ο αντιπρόεδρος της Ρωσικής κυβέρνησης Βιτάλι Ιγκνατένκο, ο υπουργός Εξωτερικών του Καναδά Λόυντ Αξγουόρθι, ο αντιπρόεδρος της Ουκρανίας Ιβάν Κάδρας, ο αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών της Μάλτας Γκουίντο Ντε Μάρκο, υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου Ερίκ Ντερικέ, ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Εμρέ Γκιονενσάι και ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος της Τουρκίας Ερντάλ Ινονού, ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν Αλί Αχμάρ Βελαγιατί, ο γενικός γραμματέας του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Λιονέλ Ζοσπέν, ο πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (SPD) Όσκαρ Λαφοντέν, η πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Πωλίν Γκρην και πολλοί άλλοι.


Ύστατο φόρο τιμής στον Ανδρέα Παπανδρέου απέτισαν ηγέτες και προσωπικότητες από όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων οι ακόλουθοι:


«Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας από τους πλέον σημαίνοντες πολιτικούς ηγέτες στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και μια εξέχουσα φυσιογνωμία κλειδί για τη διασφάλιση του θριάμβου της δημοκρατίας στη χώρα που γεννήθηκε». Μπιλ Κλίντον, Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.


«Χαιρετίζω τη μνήμη αυτού του δημόσιου άνδρα με τον οποίο είχα επανειλημμένα συναντηθεί και ο οποίος διηύθυνε την ελληνική κυβέρνηση, με κύρος, για περισσότερο από δέκα χρόνια. Τιμώ την ευρωπαϊκή προσήλωσή του. Η Ελλάδα χάνει σήμερα μια από τις μεγάλες φυσιογνωμίες της. Σας παρακαλώ να διαβιβάσετε στη σύζυγό του, στην οικογένειά του, καθώς και στον ελληνικό λαό τη συγκίνησή μου και όλη μου τη συμπάθεια». Ζακ Σιράκ, Πρόεδρος της Γαλλίας.

«Χαιρετίζω τη μνήμη ενός εξέχοντος δημόσιου άνδρα, η ισχυρή προσωπικότητα του οποίου σημάδεψε την Ελληνική Δημοκρατία και πέρα απ' αυτήν, την Ευρώπη». Αλέν Ζιπέ, Πρωθυπουργός της Γαλλίας.

«Ο Ανδρέας Παπανδρέου, με τα πολιτικά του οράματα και τη δύναμη της πειθούς του, συνέβαλλε κατά τη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών όσο σχεδόν κανείς άλλος στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας». Χέλμουτ Κολ, Καγκελάριος της Γερμανίας.

«Η παρουσία του σημάδεψε έντονα την ελληνική πολιτική ζωή των τελευταίων 35 ετών και οι αγώνες του για τη δημοκρατία, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας στην Ελλάδα, είναι γνωστοί σε όλους. Οι πρωτοβουλίες του για την ειρήνη είχαν παγκόσμια απήχηση. Λυπούμαι για το χαμό ενός τόσο μεγάλου πολιτικού άνδρα. Η συμβολή του για την επιτυχή συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή οικοδόμηση υπήρξε καθοριστική». Ζακ Σαντέρ, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.


«Ο Αν. Παπανδρέου υπήρξε ένας μεγάλος πρωταγωνιστής της ζωής στη σύγχρονη Ελλάδα, θαρραλέος, μαχητής της ελευθερίας και σημαντική προσωπικότητα της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας πολιτικής σκηνής. Η δέσμευση και η δράση του Ελληνα πρώην Πρωθυπουργού θα παραμείνουν σταθερά σημεία αναφοράς για τον ελληνικό λαό». Όσκαρ Λουίτζι Σκάλφαρο, Πρόεδρος της Ιταλίας.

«Υπήρξε ένας μεγάλος ηγέτης και ένθερμος αγωνιστής της δημοκρατίας. Είμαστε υπερήφανοι που τον φιλοξενήσαμε στη χώρα μας για ένα σημαντικό μέρος των χρόνων που πέρασε στην εξορία». Ζαν Κρετιέν, Πρωθυπουργός του Καναδά.


«Σήμερα η Ευρώπη έγινε φτωχότερη χάνοντας μια μεγάλη φυσιογνωμία της πολιτικής ζωής της». Αντόνιο Γκουτέρες, Πρωθυπουργός της Πορτογαλίας.

«Ο Ανδρέας Παπανδρέου υπηρέτησε την Ελλάδα και τον απανταχού ελληνισμό έχοντας πάντοτε κατά νουν το συμφέρον του ελληνικού έθνους. Η Ελλάδα, η οποία σήμερα αντιμετωπίζει εθνική δοκιμασία, στερείται των υπηρεσιών ενός διαπρεπούς πολιτικού. Ιδιαίτερα η Κύπρος πενθεί για το θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος, πέραν των άλλων, διά του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος, έδωσε απτά δείγματα της αποφασιστικότητας της κυβέρνησής του και του Έθνους για την υπεράσπιση της κυπριακής ελευθερίας». Γλαύκος Κληρίδης, Πρόεδρος της Κύπρου.


«Σ' αυτόν οφείλεται η σημερινή μορφή της οργάνωσης των κομμάτων. Κι αυτό με γενναιότητα οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε. Πλησίασε το λαό, είχε τη δυνατότητα να επικοινωνεί και με το λαό, αλλά και με τον πολίτη. Πράγματι είχε μεγάλα πολιτικά χαρίσματα». Μιλτιάδης Έβερτ, Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.


«Το εν γένει έργον του εκλιπόντος δημοσίου ανδρός, τόσο ως ακαδημαϊκού διδασκάλου, όσο και ως πολιτικού υπήρξε πολυσχιδές και εντυπωσιακό, όντως ηγετικόν διό και την επ' αυτού δικαίαν κρίσιν θα στοιχειοθετήσει η αδέκαστος ιστορία». Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.


Εκλέχτηκε Βουλευτής με την Ένωση Κέντρου το 1964 στην Αχαΐα, όπου και παρέμεινε έως το 1967 με την κήρυξη της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Μεταπολιτευτικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου διετέλεσε βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ολόκληρη τη περίοδο που ήταν πρόεδρός του. Αρχικά στις εκλογές του 1974 εξελέγη στην Εκλογική περιφέρεια Α΄ Θεσσαλονίκης. 


Στις εκλογές του 1977 εξελέγη στην Εκλογική περιφέρεια Αχαΐας. Από τις εκλογές του 1981 έως και το 1989 ήταν εκλεγμένος βουλευτής της εκλογικής περιφέρειας Α΄ Αθηνών, ενώ από τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1989 μέχρι το 1993 εκλεγόταν στην εκλογική περιφέρεια Β΄ Αθηνών. Από το 1993 έως το θάνατό του ήταν βουλευτής Δωδεκανήσου.


Οικογένεια

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν γιος του επίσης πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος ήταν γνωστός και ως «Γέρος της Δημοκρατίας». Μητέρα του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν η Σοφία Μινέικο (κόρη του Πολωνού Ζίγκμουντ Μινέικο). Ο γιος του Γιώργος Παπανδρέου διετέλεσε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και επίσης πρωθυπουργός της Ελλάδας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου εκτός από την πολιτική του συχνά απασχολούσε τα ΜΜΕ με την κοινωνική του ζωή, ενώ πτυχές από το προσωπικό «στυλ ζωής» του έγιναν αντικείμενο μίμησης από πολλούς Έλληνες.


Συγγραφικό έργο

Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει γράψει (και συνεισφέρει σε) πλήθος έργων, μεταξύ αυτών:


Δημοκρατία και Εθνική Αναγέννηση (Φέξης, 1966)

Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα (Καρανάσης, 1974)

Πατερναλιστικός Καπιταλισμός (Καρανάσης, 1974)

Η ελευθερία του ανθρώπου (Καρανάσης, 1974)(Man's freedom,Carnegie-Mellon,Νέα Υόρκη 1970)

Η Ελλάδα στους Έλληνες (Καρανάσης, 1976)

ΚΡΗΤΗ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ kritipoliskaixoria

Η Κρήτη στο ίντερνετ με πλούσιο φωτογραφικό υλικό, πολιτιστικά, λαογραφικά νέα και ιστορικά στοιχεία, Αφιερώματα αε πόλεις και χωριά της Κρήτης, αρχαιολογικούς χώρους, θρησκευτικά μνημεία, και Ανθρώπους

0 Comments:

Δημοσίευση σχολίου

.........