Στις 18.1.1934 το Περιστέρι αποσπάσθηκε από το Δήμο Αθηναίων, στον οποίο ανήκε και αναγνωρίσθηκε ως Δήμος λόγω του μεγάλου πληθυσμού του, ενώ στις 11.2.1934 διεξάγονται οι πρώτες δημοτικές εκλογές.
Στο Δήμο εκείνης της εποχής προσαρτήθηκαν οι οικισμοί Περιστέρι, Χρυσαλλίδα, Ανω και Κάτω Γερμανικά, Κτιστά και ο συνοικισμός Ποντίων, Αρμενίων.
Όμως η ιστορία του Περιστερίου, ξεκινά πολύ παλιά. Ευρήματα πιστοποιούν την ανθρώπινη παρουσία πριν από 25 αιώνες.
Το φανερώνει η μεγάλη συγκομιδή αρχαίων ευρημάτων, σαρκοφάγοι, αγγεία, μαρμάρινες επιτύμβιες πλάκες, αρχαία νομίσματα, κτερίσματα. Ευρήματα, που σήμερα μετά από πολλά χρόνια γύρισαν πίσω στη γη που ανήκαν.
Αναρωτηθήκατε ποτέ από πού πήρε η περιοχή που μένετε το όνομά της; Γιατί να λέγεται Αρμένικα ή Εκατόδεντρα; Ποιοι το επέλεξαν; Ήταν προϊόν ομαδικής επιλογής των κατοίκων, των «αρχών» του τόπου ή απλά ένα τυχαίο γεγονός;
Ή μήπως οι ονομασίες καθορίζονται και διαμορφώνονται από κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής και των ανθρώπων που κατοικούν εκεί; Για παράδειγμα το Μεταξουργείο πήρε το όνομά του από το εργοστάσιο κατασκευής μεταξωτών υφασμάτων που είχε οικοδομηθεί εκεί.
Οι ονομασίες των περισσοτέρων οικισμών που δημιουργήθηκαν προπολεμικά στο Περιστέρι προέρχονται από το είδος των κατοικιών ή την καταγωγή των κατοίκων.
Αρχικά, τα Άνω και Κάτω Γερμανικά, με φθηνές προκατασκευασμένες χαρακτηριστικές οικίες που ιδρύονται μετά την άφιξη προσφύγων οφείλουν την ονομασία τους στο γεγονός ότι η χρηματοδότησή τους γίνεται από τις αποζημιώσεις του Γερμανικού Κράτους για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Γερμανικά συναντούμε και σε άλλες περιοχές της Αττικής, όπως στην Κοκκινιά
Το Παλαιό Περιστέρι που είναι συνοικισμός που πιθανότατα προϋπήρχε μεταξύ των Άνω και Κάτω Γερμανικών τοποθετείται στις Παλιές Παράγκες, παραπήγματα που προϋπήρχαν των Γερμανικών. Τα Άνω και Κάτω Δημοτικά κατοικήθηκαν από πρόσφυγες που κατοικούσαν στο Δημοτικό Θέατρο των Αθηνών. Άλλες συνοικίες είναι το Περιστέρι Α, ο συνοικισμός των Αναπήρων, ο Ταξιάρχης, τα Ηπειρωτικά, η Ευαγγελίστρια, ο Άγιος Ιωάννης Θεολόγος κ.ά.
Για την ονομασία της πόλης δεν υπάρχει επίσημη εκδοχή. Η εβδομαδιαία εφημερίδα Το Περιστέρι υποστηρίζει ότι όταν η Αττική Γη χωρίστηκε σε δέκα φυλές, ο "Περιούσιος Δήμος Χολαργός", από όπου καταγόταν ο Περικλής, τοποθετείται στο σημερινό Περιστέρι ή γύρω από την περιοχή της "Κολοκυνθούς" (Αθήνα), περιοχή με ιδιαίτερη βλάστηση γύρω από το αρχαίο ποτάμι Κηφισού.
Στην Τουρκοκρατία ο τόπος ανήκε στον "Περιστέρ-Αγά", το όνομα του οποίου δε γνωρίζουμε αν είναι πραγματικό ή δάνειο από τα αγριοπερίστερα που συνάγονταν στην περιοχή.Άλλωστε στη γη αυτή έβοσκαν πολλά κοπάδια, τα οποία πήρε ο Αγάς μετά την απελευθέρωση. Έκτοτε η έκταση της περιοχής δόθηκε στον αγωνιστή Σούτσο και το 1866 πωλήθηκε στο Γάλλο Φορντιέρ και ακολούθως στον πατέρα του Μάνθου Μάσχα.
Εκτός από τον αγωνιστή Σούτσο, σύμφωνα με την ίδια εφημερίδα έντονη δράση εμφάνισε και ο αγωνιστής Ζαχαρίτσας που κατείχε κτήματα που εκτείνονταν από την περιοχή του Αγίου Βασιλείου έως την Ανθούπολη. Κάτοχος κτημάτων ήταν και ο Λιούμης, διανοούμενος έφορος των Αθηνών, διάσπαρτα στο Περιστέρι και το Αιγάλεω και τα οποία κάποια στιγμή βγήκαν σε πλειστηριασμό και αγοράστηκαν από τον πατέρα του Μάσχα.
Στην περιοχή των Εκατοδένδρων, όνομα τοποθεσίας που υπάρχει έως σήμερα, δέσποζε το αρχοντικό Μάσχα, από το οποίο πήρε το όνομά της η γειτονιά γύρω από το κτίσμα, μια εκκλησία και η αντίστοιχη εκλογική ενορία. Φαίνεται συνεπώς ότι τα πρώτα σπίτια της περιοχής κατασκευάστηκαν από τους αγρότες της περιοχής και τους βοσκούς.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, μετά τη σταδιακή άνθιση του νεοελληνικού έθνους και την εδραίωση μιας σχετικής σταθερότητας στο πολιτειακό σύστημα της χώρας, αρχίζει να αναπτύσσεται η Επαρχία των Αθηνών του Νομού Αττικοβοιωτίας. Στα περίχωρα της Αθήνας εντοπίζεται και ένας μικρός οικισμός, το Περιστέρι, μεταξύ των 52 λοιπών οικισμών που την περιβάλλουν.
Το 1835 η Αθήνα ανακηρύσσεται Δήμος της Ελλάδος επί βασιλείας του Γεωργίου του Α΄. Οι κάτοικοι του μικρού οικισμού ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, ενώ χρησιμοποιούν τα σκουπίδια των Αθηνών ως λίπασμα για τα χωράφια τους και άλλοι επιλέγουν να χρησιμοποιούν κάρα για τη μεταφορά των σκουπιδιών. Πρόκειται για φιλήσυχους πολίτες που διάγουν μια ήρεμη ζωή στο λόφο των αξιωματικών.
Το 1922 η Ελλάδα συνταράσσεται από τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας μετά το βίαιο διωγμό τους από τους Τούρκους κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η Αθήνα και τα περίχωρά της καθίστανται τόπος φιλοξενίας των προσφύγων για τη διαμονή και περίθαλψή τους, ενώ η χώρα βρίσκεται σε αναβρασμό.
Στήνονται οι πρώτοι πρόχειροι καταυλισμοί, ενώ πολλοί Αθηναίοι αρνούνται να τους δεχθούν στις γειτονιές τους. Ορισμένα παραπήγματα στήνονται και στον οικισμό του Περιστερίου, οπότε και παρατηρείται πληθυσμιακή έκρηξη στην περιοχή. Το 1923, το Τμήμα Στατιστικής του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Αντιλήψεως πραγματοποιεί απογραφή μεταξύ άλλων και στην Επαρχία της Αττικής, προκειμένοι να συγκεντρώσει στοιχεία για τον αριθμό των προσφύγων.
Ο μεγαλύτερος όγκος των εκδιωχθέντων προσφύγων κατοικεί προσωρινά σε εκκλησίες, σχολεία, αποθήκες, ξύλινα παραπήγματα. Τότε δημιουργείται η Επιτροπή Αποκατάστασης των Προσφύγων (ΕΑΠ) με σκοπό τη διαχείριση δανείου που εγκρίνεται το 1923 από το εξωτερικό για τη δημιουργία παραγωγικών έργων και βιομηχανιών για την απασχόληση των προσφύγων.
Οι 12 κύριοι και 34 δευτερεύοντες προσφυγικοί οικισμοί που διαμορφώνονται από την ΕΑΠ και το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας στην περίοδο του μεσοπολέμου, αποδεικνύουν το γεωγραφικό διαχωρισμό των προσφύγων.
Ο αποκλεισμός τους από συγκεκριμένες ζώνες είναι προμελετημένος από την ΕΑΠ, το κράτος και τους εμπνευστές των κηπουπόλεων. Ο χώρος της αστικής τάξης επεκτείνεται προς τα βορειοανατολικά του κέντρου της Αθήνας, δημιουργώντας κηπουπόλεις όπως η Φιλοθέη, το Ψυχικό και η Εκάλη.
Από την άλλη, το Περιστέρι, μαζί με τους συνοικισμούς του Βύρωνα, της Καισαριανής, της Νέας Ιωνίας, της Κοκκινιάς, Κορυδαλλού, Αιγάλεω, Χαϊδαρίου, Νέας Χαλκηδόνας αποτελούν τους κύριους προσφυγικούς συνοικισμούς των Αθηνών και Πειραιώς, που απέχουν 1-4 χιλιόμετρα από την οικοδομημένη πόλη. Οι οικισμοί δεν εντάσσονται σε σχέδιο οικοδομικής αποπεράτωσης των συνοικισμών από την ΕΑΠ και το κράτος.
Οι φορείς όμως του σχεδίου δεν κατορθώνουν να τηρήσουν την τάξη στην επερχόμενη πολεοδόμηση που στιγματίζει τις περιοχές αυτές και τη γενικότερη μεταπολεμική οικοδομική φιλοσοφία των Αθηνών.
Οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στις παραγκουπόλεις είναι αρκετά δύσκολες, αφού πέραν των υποτυπωδών συνθηκών υγιεινής, έρχονται συχνά αντιμέτωποι με πλημμύρες, πυρκαγιές, σκουπίδια, ανύπαρκτη συγκοινωνιακή κάλυψη, δυσοσμία, έλλειψη υδροδότησης κ.α.
Παρά ταύτα, προσπαθούν με κόπο ψυχής να ανασυγκροτηθούν με τις μνήμες του παρελθόντος πολιτιστικού τους βίου, τη θρησκευτική έκφραση, την ανάπτυξη κοινωνικών δεσμών και τη δημιουργία συλλόγων για συναναστροφή. Οι πρόσφυγες τοποθετούν στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου την εικόνα του Αγιαντώνη που φέρνουν μαζί τους ως μοναδική αποσκευή από τον τόπο τους.
Το 1927 η χώρα φαίνεται να επουλώνει τις πληγές της σταδιακά από το οδυνηρό παρελθόν και μπαίνει σε μια περίοδο που πραγματοποιούνται πολλές θεσμικές αλλαγές. Η Αθήνα μετατρέπεται σταδιακά σε μία ωραία πόλη, με μαζική κατοίκηση. Το Περιστέρι εξακολουθεί να βρίσκεται σε μια πιο αργή ανάπτυξη δίνοντας την εικόνα μιας Αθήνας δύο ταχυτήτων.
Το 1930 το Περιστέρι εξακολουθεί να είναι ένας συνοικισμός με πολλά προβλήματα καθώς στερείται γενικού ρυμοτομικού σχεδιασμού καθώς εξυπηρετείται μόνο από μια λεωφόρο (σημερινή Τσαλδάρη) που συνδέει την περιοχή μέσω της Λεωφόρου Κηφισού με την Αθήνα. Όσον αφορά τους οικισμούς που φτάνουν βορειοδυτικά στο βουνό απαρτίζονται από καλύβες μέσα στα χωράφια.
Οι περιοχές που βρίσκονται κοντά στον Κηφισό στολίζονται από περιβόλια και κήπους όπως η "Κουνέα", "Νέα Κολοκυνθού", "Άγιος Ιωάννης Θεολόγος-Μπουρνάζι" και εντάσσονται στη σημερινή βιομηχανική ζώνη, ενώ αξιωματικοί του ελληνικού στρατού κτίζουν σπίτια επάνω στο λόφο. Εκείνη την περίοδο η Αθήνα στιγματίζεται από την ανάπτυξη των πολυκατοικιών.
To 1933 το Περιστέρι αποσπάται από το Δήμο Αθηναίων και στις 18 Ιανουαρίου 1934 αναγνωρίζεται ως Δήμος, στον οποίο προσαρτώνται και οι όμοροι συνοικισμοί μαζί με το παραδοσιακό Περιστέρι. Στις 2 Νοεμβρίου 1934 διεξάγονται οι πρώτες δημοτικές εκλογές. Στις 5 Νοεμβρίου 1933 ανακοινώνεται η ίδρυση της εταιρίας «Λιγνιτωρυχεία Αττικής Α.Ε.», με σκοπό την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων κάρβουνου στην περιοχή. Οι εξορύξεις άρχισαν δύο χρόνια μετά.
Από τον Πειραιά και την Αθήνα, έως το 1936 εμφανίζονται 2.218 κατοικίες-διαμερίσματα εκ των οποίων οι 62 καταγράφονται στο Περιστέρι. Οι κάτοικοι δε της περιοχής απασχολούνται στα εργοστάσια ή με χειρωνακτικές εργασίες. Ανέρχονται περίπου σε 24.000 άτομα εκ των οποίων τα 3/4 του πληθυσμού είναι πρόσφυγες μαζί με εσωτερικούς μετανάστες και το 1/4 γηγενείς. Οι οικογένειες του Περιστερίου είναι πολυμελείς και άπορες, με μοναδικό περιουσιακό στοιχείο τις πλίνθινες κατοικίες τους που έκτιζαν μόνες τους.
Η δεινή οικονομική κατάσταση αναγκάζει το Δήμο να προβαίνει σε έγκριση βοηθημάτων στις κοινωνικά ασθενέστερες ομάδες και με λαϊκά συσσίτια. Η Πόλη εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα υδροδότησης, κάτι που δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τη ζωή των κατοίκων αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα με υδροφόρες των Αθηνών. Τα κατοικημένα ρέματα προκαλούσαν πλημμύρες.
Το 1934 αποφασίζεται η τμηματική καταβολή δαπανών για τη δημιουργία γεφυρών. Η αποχέτευση είναι υποτυπώδης, ενώ η ηλεκτροδότηση γίνεται επιλεκτικά. Οι λιγοστές οδικές αρτηρίες κατακλύζονται από κίνηση παρά την προσπάθεια διάνοιξης νέων σύμφωνα με το σχέδιο πόλεως. Στις 2/3/1937 αποφασίζεται η κατεδάφιση ξύλινων παραπηγμάτων για τη διάνοιξη δρόμων. Η αποζημίωση που αποφασίζεται να δοθεί ανέρχεται σε 2.000 δραχμές σε έκαστο βιοπαλαιστή.
Τα δημοτικά σχολεία είναι τέσσερα, ενώ πολλά γυμνασιόπαιδα παρατούν το σχολείο καθώς δε λειτουργεί γυμνάσιο στην πόλη. Στήριξη στο πρόβλημα των αναλφάβητων δημοτών δίνει το Νυχτερινή Σχολή που λειτουργεί το 1936, μέσω χρηματοδότησης από την Εξωραϊστική Λέσχη Περιστερίου.
Το 1940 καταργούνται κάποιοι οικισμοί από το Δήμο και η οντότητα που παραμένει ως Περιστέρι αποσπάται από την Αττικοβοιωτία και προσαρτάται στην Αττική.
Η σταδιακή συγκρότηση της πόλης ανακόπτεται το 1940 με το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και αργότερα του Εμφυλίου. Όπως πολλές πόλεις της Ελλάδας, έτσι και το Περιστέρι είχε τη δική του πορεία στο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης.
Συχνά διεξάγονταν μικρές και μεγάλες μάχες στην περιοχή όπως η Μάχη του 1944 στην Αγία Τριάδα όπου σκοτώνεται ο Διοικητής του 3ου Τάγματος του ΕΛΑΣ και επικεφαλής της μάχης, Καπετάν Έκτορας, προκειμένου να αποτραπεί η είσοδος των Γερμανών στην πόλη. Στο Περιστέρι, ο ΕΛΑΣ δρα με τον 3ο και 4ο Λόχο και το ΕΑΜ με την ίδρυση της Εθνικής Αλληλεγγύης ενισχύει τις οικογένειες των θυμάτων και μεριμνά για τη στήριξη των κατοίκων.
Οι μεγάλοι χώροι εργασίας και οι εργοστασιακές μονάδες της ευρύτερης περιοχής όπως το λιγνιτωρυχείο, το κλωστοϋφαντουργείο Λαναρά, η Γαλαζόπετρα στο Ποικίλο Όρος, η ΒΙΟ στο Μεταξουργείο κ.ά. προστατεύονταν από τον ΕΛΑΣ και το εργατικό ΕΑΜ. Γι' αυτό άλλωστε οι Ιταλοί και έπειτα οι Γερμανοί περνούσαν με ιδιαίτερη δυσκολία για να πάνε στο λιγνιτωρυχείο στο κάρβουνο που βρισκόταν πάνω από τη Λεωφόρο Θηβών.
Μια από τις πιο ηρωικές και αιματηρές σελίδες της ιστορίας της Πόλης αποτελεί το μπλόκο των Γερμανών στη συνοικία Λόφος Αξιωματικών στις 6/7/1944, όταν πάνω από 200 άτομα οδηγούνται σε στρατόπεδα της Αθήνας και της Γερμανίας.
Στο Περιστέρι καταφθάνουν δυνάμεις από του ΕΛΑΣ από την επαρχία, κυρίως από Πελοπόννησο, προκειμένου να πολεμήσουν στην αθηναϊκή σύγκρουση το Δεκέμβρη του 1944. Άνδρες και γυναίκες γίνουν το παρών σε αποστολές και ορισμένοι συνεχίζουν με την επάνοδο της δημοκρατίας να δραστηριοποιούνται στην τοπική κοινωνία.
Η κατάσταση στους συνοικισμούς και μετά τον πόλεμο εξακολουθεί να είναι άσχημη λόγω των πλημμυρών και της έλλειψης ηλεκτροφωτισμού. Οι ασθένειες, η φτώχεια, η απώλεια αγαπημένων προσώπων συνθέτουν το σκοτεινό τοπίο της ζωής στην πόλη, με τους δημότες να στηρίζονται πολλές φορές στις επιχορηγήσεις του Δήμου ανάλογα με την πολιτική τους ταυτότητα. Πολλοί επαρχιώτες εκδιώκονται από τις τοπικές κοινωνίες τους και αναζητούν φθηνή κατοικία κοντά στην Αθήνα.
Επιλέγουν το Περιστέρι για τα οικονομικά του οικόπεδα και ξεκινάει κάπως έτσι ένα δεύτερο κύμα μαζικής δόμησης με Θεσσαλούς, Ηπειρώτες, Πελοποννήσιους και Κρητικούς. Το 1949 οι συνοικισμοί "Ανθούπολις", "Άγιος Ιερόθεος" και "Άγιος Γεώργιος" αποσπώνται από την Κοινότητα Λιοσίων (Ίλιον) και προσαρτώνται στο Περιστέρι. Έως τότε οι καταυλισμοί σύμφωνα με το Υπουργείο Κρατικής Υγιεινής και Αντίληψης ανέρχονται σε 120.
Σταδιακά τοποθετούνται κρουνοί και γίνονται διακλαδώσεις σωληνώσεων για την εξυπηρέτηση των υδροδροτικών αναγκών της Πόλης. Ο προγραμματισμός δημιουργίας νέων ή συντήρησης παλαιών οδών όπως η Βασιλέως Αλεξάνδρου, η Αγίου Αντωνίου, η Παναγή Τσαλδάρη και η Αγίου Ιερόθεου εντατικοποιείται καθώς η Πόλη μεγαλώνει.
Η άνευ σχεδίου δόμηση είναι ένα σοβαρό ζήτημα που μεταξύ άλλων Δήμων απασχολεί και το Περιστέρι σε αντίθεση με τις κηπουπόλεις του λεκανοπεδίου. Από αυτό το φαινόμενο στιγματίζονται τα Δυτικά Προάστια. Η αυθαίρετη δόμηση αποτελεί πληγή της πόλης με τα κατακερματισμένα και εκτός σχεδίου μικρά γήπεδα να οικοδομούνται σε χρόνο ρεκόρ.
Οι γειτονιές αυτές αποτελούν λόγο συζητήσεων μεταξύ των κατοίκων του Παλαιού Περιστερίου καθώς στέκονται αιτία πλημμυρών, μολύνσεων και κακών συνθηκών για την Πόλη γενικότερα, ενώ αντιμετωπίζονται ως απόκληροι της ελληνικής πολιτείας.
Το 1951 ιδρύεται το Σωματείο Κατάργησης Παράγκας Περιστερίου με σκοπό την αντικατάσταση των παραπηγμάτων με λαϊκές κατοικίες ή τη χορήγηση οικοπέδων ώστε σε συνεργασία με άλλα σωματεία να μπορέσουν να πιέσουν την Υπουργό Πρόνοιας να διανείμει 120-130 ακάλυπτα οικόπεδα της πόλης στην Παμπροσφυγική Ένωση για το μοίρασμά τους στους πρόσφυγες. Έως τότε μόνο η περιοχή του κέντρου είναι ενταγμένη στο σχέδιο πόλεως που συγκεντρώνει την εμπορική κίνηση του Περιστερίου.
Το 1956 οι κάτοικοι της Ανθούπολης εξεγείρονται επειδή εξαιτίας της διάνοιξης στοών, σπίτια αρχίζουν να καθιζάνουν και ρωγμές να δημιουργούνται στους τοίχους. Το αποτέλεσμα ήταν τα λιγνιτωρυχεία να πάψουν τη λειτουργία τους και οι υπεύθυνοι να δικαστούν τον επόμενο χρόνο.
Αρχίζει πλέον να γίνεται κουβέντα και για ένταξη περιοχών στο σχέδιο πόλεως. Στα χρόνια που ακολουθούν οικοδομούνται τα πρώτα υποτυπώδη σχολεία, δημόσια και ιδιωτικά. Οι νυκτερινές σχολές στην περιοχή συνεχίζουν το έργο τους προσθέτοντας στο δυναμικό τους και τη Νυκτερινή Σχολή "Ελληνική Μέριμνα". Το 1959 εγκαινιάζεται το Αστικό Κέντρο Περιστερίου της Βασιλικής Πρόνοιας για την απασχόληση των παιδιών στον ελεύθερο χρόνο τους.
Στα χρόνια που ακολουθούν εντάσσονται κεντρικές γειτονιές όπως το Μπουρνάζι στο σχέδιο πόλεως κι έπειτα πιο ορεινές συνοικίες. Μέχρι και το 1960 η περιοχή είναι γεμάτη χωράφια και κήπους που στα χρόνια που ακολουθούν αντικαθίστανται από κατοικίες, βιομηχανίες, εργοστάσια και αποθήκες. Το 1970 εντάσσονται η Κηπούπολη και η Ανθούπολη, ενώ οι περισσότερες γειτονιές είναι άναρχα κτισμένες.
Οι συγκοινωνίες είναι προβληματικές και οι δρόμοι επικίνδυνοι. Η τοπική αυτοδιοίκηση δεν αντέχει το υψηλό κόστος των έργων υποδομής και ζητά δάνειο για την κατασκευή δρόμων, ενώ οι κάτοικοι αδυνατούν ακόμη και να ανταπεξέλθουν στο κόστος του εισιτηρίου των αστικών συγκοινωνιών. Οι ιατρικές υποδομές είναι ανύπαρκτες ενώ η καθημερινότητα των πολιτών φαίνεται δύσκολη.
Στο τέλος της δεκαετίας του ’50 άρχισε να κατοικείται η περιοχή του Άνω Λόφου, μεγάλα χωράφια και δρόμοι χωμάτινοι ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Στην περιοχή του Άνω Λόφου εγκαθίστανται άνθρωποι φτωχοί, άνθρωποι του μεροκάματου που έχουν φθάσει από την επαρχία και αναζητούν μια καλύτερη ζωή.
Το 1974 με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος ιδρύθηκε η Ιερά Μητρόπολις Περιστερίου, με απόσπαση των ενοριών του Περιστερίου από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Ως Μητροπολιτικός Ναός καθιερώθηκε ο Ναός Ευαγγελισμού της Θεοτόκου των Μικρασιατών, ένας από τους παλαιότερους Ναούς της πόλεως του Περιστερίου που κτίσθηκε από τους πρόσφυγες εκ Μικράς Ασίας το 1928. Σήμερα λειτουργούν στη Μητρόπολη 18 ενοριακοί Ναοί και 20 παρεκκλήσια.
Με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα Καλλικράτης το 2011 ουδεμία μεταβολή επήλθε στο Δήμο Περιστερίου, σύμφωνα με το άρθρο 1 § 5.1.Β αυτού.
Το Περιστέρι, ένας μεγάλος δήμος, με ιστορία, δεν ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα.
Τα τοπωνύμια χάνονται μέσα στην ιστορία του τόπου. Η Life έψαξε την προέλευση των πιο γνωστών περιστεριώτικων τοπωνυμίων και σας τα παρουσιάζει.
-Ανθούπολη: Έγινε γνωστότερη για τους μη Περιστεριώτες με τη δημιουργία του δεύτερου σταθμού του Μετρό, δίπλα στην οδό Θηβών. Η ονομασία προέρχεται από τους πρώτους κατοίκους της περιοχής που ήταν κατ’ επάγγελμα ανθοπώλες και εγκαταστάθηκαν εκεί δημιουργώντας έναν μικρό συνοικισμό.
-Αρμένικα: Η γειτονιά που βρίσκεται μεταξύ της οδού Δωδεκανήσου και της Θηβών. Δημιουργήθηκε από τους Αρμένιους πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα μαζί με τους Μικρασιάτες. Σήμερα έχει παραμείνει η αρμένικη εκκλησία, στην οδό Καππαδοκίας και Λεωνίδου.
-Βέρδη (ή Πεύκα Βέρδη): Η περιοχή πάνω από τον Άγιο Γεώργιο, στην αρχή της οδού Περικλεόυς. Στις αρχές του αιώνα εκεί βρίσκονταν τα κτήματα της οικογένειας Βέρδη, μιας οικογένειας “τσιφλικάδων”, που έλεγχε την περιοχή.
-Κολοκυνθού: Δύο είναι οι επικρατέστερες θεωρίες για την προέλευση του ονόματος.
Η πρώτη πως το όνομα της περιοχής είναι παρμένο από την οικογένεια Κολοκύνθη, που είχε ως ιδιοκτησία της τη Μονή Αγίων Αναργύρων Αθηνών, μετόχι της οποίας ήταν η Παναγία στη γέφυρα της Κολοκυνθούς. Η δεύτερη (ίσως με μεγαλύτερη δόση αλήθειας) είναι πως την εποχή κατά
την οποία η περιοχή δεν ήταν ακόμα ενταγμένη στο σχέδιο πόλεως (καθαρά αγροτική) υπήρχαν εκεί πολλά περιβόλια με κολοκυθιές.
-Λευή: Πριν από την ανάπτυξη του δήμου του Περιστερίου, αναφερόταν ως αυτόνομο χωριό και βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Το όνομα είναι από τον τότε ιδιοκτήτη του χωριού.
-Λόφος Αξιωματικών: Η περιοχή ονομάστηκε έτσι γιατί οι οικογένειες δυο αξιωματικών ήταν οι πρώτες που εγκαταστάθηκαν εκεί γύρω στο 1940.
-Άσπρα Χώματα: Η σημερινή περιοχή της Νέας Ζωής. Κατά την αρχαιότητα στην περιοχή εκτεινόταν ο Δήμος Λευκονόης. Το όνομά πιθανόν να οφειλόταν στο λευκό χρώμα του εδάφους και των πετρωμάτων της περιοχής.
-Μάσχα: Ήταν το όνομα από την εύπορη οικογένεια γαιοκτημόνων, που χάρισε το οικόπεδο στο οποίο έγινε η εκκλησία Ταξιαρχών Μάσχα. Η περιοχή αναφέρεται αλλιώς και Εκατόδεντρα, λόγω των πολλών δέντρων που υπήρχαν εκεί. Παλιοί Περιστεριώτες μου ανέφεραν ότι ως μαθητές πήγαιναν στην περιοχή εκδρομή!
Στην κορυφή του λόφου μάλιστα δέσποζε το αρχοντικό Μάσχα, από το οποίο πήρε το όνομά της η γειτονιά γύρω από το κτίσμα, η εκκλησία και η αντίστοιχη εκλογική ενορία. Φαίνεται δε ότι τα πρώτα σπίτια κατασκευάστηκαν από τους αγρότες της περιοχής και τους βοσκούς.
-Μπουρνάζι: Το Μπουρνάζι, ονομάστηκε έτσι από την παλιά αθηναϊκή οικογένεια Μπουρνάζου, που κατείχε πολλά κτήματα στην περιοχή.
-Μανιάτικα: Ήταν ο συνοικισμός των Μανιατών, που εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, στην περιοχή του Ταξιάρχη.
-Τσαλαβούτα: Η περιοχή ανάμεσα στην Εθνάρχου Μακαρίου και τη Λεωφόρο Κηφισού, πήρε τ’ όνομά της από τις συχνές πλημμύρες του κοντινού ποταμού Κηφισού, πριν μπαζωθεί και γίνουν τα αντίστοιχα αντιπλημμυρικά έργα.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου