Βρίσκεται στην πλατεία Μοναστηρακίου, στη συμβολή των οδών Μητροπόλεως και Αθηνάς, απέναντι από τον Σταθμό του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου. Λόγω γεωλογικών μεταβολών και μεταγενέστερης διαρρύθμισης του εδάφους της πλατείας και των παρακειμένων οδών, σήμερα η εκκλησία κατά το 1/3 περίπου βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του.
Είναι καμαροσκέπαστη τρίκλιτη βασιλική, εξωτερικών διαστάσεων 17×17 μ., και αρχικά δεν είχε ούτε νάρθηκα ούτε γυναικωνίτη, που είναι προσθήκες του 1911. Έχει κτισθεί με ακανόνιστους λίθους, ενώ στις τέσσερις γωνίες του οικοδομήματος έχουν εντοιχιστεί από ένα αρχαιοελληνικό κιονόκρανο.
Στη δυτική πλευρά υπάρχουν τρεις ορθογώνιες θύρες, που η καθεμιά αντιστοιχεί σε ένα από τα κλίτη. Ανατολικά έχει μία κόγχη, τρίπλευρη εξωτερικά και ημικυκλική εσωτερικά.
Το Ιερό Βήμα χωρίζεται με παχείς τοίχους σε τρία μέρη, το καθ’ αυτό Βήμα και την Πρόθεση (αριστερά) και το Διακονικό (δεξιά), που επικοινωνούν μεταξύ τους με αψιδωτές θύρες.
Λόγω των μεγάλων φθορών που υπέστη η εκκλησία στα χρόνια της Επαναστάσεως, αλλά και των αναγκών σε ναούς που επακολούθησαν, έγιναν δύο ανακαινίσεις του ναού, που ως ένα σημείο αλλοίωσαν την παλαιά του μορφή.
Η μία έγινε το 1890, οπότε γκρεμίστηκε η κόγχη του υπερθύρου της κύριας εισόδου και υψώθηκε πέτρινο καμπαναριό, και έγιναν μερικές τοιχογραφίες. Το 1911 η ανακαίνιση παρεμόρφωσε αισθητά την εκκλησία, αφού γκρεμίστηκε το καμπαναριό του 1890 και κατασκευάσθηκε άλλο ογκώδες και ακαλαίσθητο στη βόρεια πλευρά, κατεσκευάστηκε γυναικωνίτης, έγιναν ασήμαντες τοιχογραφίες κ.λπ.
Ήδη όμως (2002), μετά τα σοβαρά προβλήματα που προέκυψαν από τον σεισμό του 1999, η Αρχαιολογική Υπηρεσία προβαίνει στη στερέωση, συντήρηση και αποκατάσταση του ναού.
Ο χρόνος της ανέγερσης δεν είναι γνωστός με ακρίβεια, αφού οι διάφοροι μελετητές του τον τοποθετούν από τον 7ο αι. ως το 12ο, με πιθανότερο τον 9ο αι. (Ορλάνδος).
Ανάμεσα στα ιερά σεβάσματα της εκκλησίας περιλαμβάνονται: α) Η θαυματουργός εικόνα της άγιας Θέκλας η Αγαθοκλείας, που εκκλησία της υπήρχε στην ομώνυμη γειτονική οδό, β) η εικόνα του αγίου Παντελεήμονος, δωρεά της Συντεχνίας των εν Αθήναις πεδιλοποιών και σκυτορράφων (1836), που υπενθυμίζει το Καθολικόν του Αγίου Παντελήμονος, για το όποιο θα γίνει λόγος παρακάτω, γ) οι μεγάλες εικόνες του Τέμπλου (1840;) και οι μικρές (έργα του Φ. Κόντογλου), δ) η εικόνα της Παναγίας της Ελεούσας, δωρεά του Συλλόγου των εν Αθήναις Μεταξουργών (1852), ε) η εικόνα της αγίας Ελεούσης (Παναγίας) από τον καταστραφέντα ναό της, που υπήρχε στον γειτονικό ναό της Αγίας Ελεούσης (πρώην Κακουργιοδικείο), στ) εικόνα του αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, στο επιγονάτιο του οποίου έχει τοποθετηθεί απότριμμα του ιερού λειψάνου του, κ.α.
Αρχικά η εκκλησία της Παντάνασσας (=της Βασίλισσας των πάντων) Θεοτόκου, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση (15 Αυγούστου), ήταν ιδιόκτητος ναός του Νικολάου Μπονεφατζή, και αργότερα έγινε Καθολικό γυναικείου μοναστηρίου, που τα κτίσματα του κάλυπταν το σύνολο της πλατείας, γι’ αυτό και λεγόταν και «Μέγα Μοναστήριον». Σιγά-σιγά όμως άρχισε να φθίνει, ώστε αρχικά να καταντήσει Μετόχι της Μονής Καισαριανής και αργότερα (ίσως από το 1690) ενοριακός ναός και έκτοτε, οπωσδήποτε από το 1821, να λέγεται «Μοναστηράκι».
Με την Παντάνασσα σχετίζονται και δύο μεγάλες προσωπικότητες της Εκκλησίας: Εδώ εκάρη μοναχός ο όσιος Λουκάς ο εν Στειρίω (896-953) και υπηρέτησε ως διάκονος ο άγιος Νεκτάριος ο Πενταπόλεως ο εν Αιγίνη (μεταξύ των ετών 1881-1885).
Η εκκλησία ήταν γνωστή ως το Μεγάλο Μοναστήρι, ενώ αργότερα έγινε γνωστό ως μοναστηράκι, το οποίο και τελικά καθιερώθηκε ως η ονομασία ολόκληρης της συνοικίας
https://www.iaath.gr/
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου