Το Μετοχικό Ταμείο Στρατού (Μ.Τ.Σ.) είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), τελεί υπό την εποπτεία του ΥΕΘΑ δια του ΓΕΣ και διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.).
Στις συνεδριάσεις του παρίσταται ως εισηγητής ο Γενικός Διευθυντής του Μ.Τ.Σ. χωρίς ψήφο. Οι εκάστοτε ισχύοντες κανόνες λειτουργίας συλλογικών οργάνων των Ν.Π.Δ.Δ. εφαρμόζονται και επί του Δ.Σ./Μ.Τ.Σ. Η ανώτατη διοίκησή του ασκείται από το Δ.Σ. και η εκτελεστική από τον Γενικό Διευθυντή.
Η αποστολή του είναι η οικονομική ενίσχυση των Μετόχων και Μερισματούχων με την παροχή Μερίσματος, Βοηθήματος Επαγγελματικής Αυτοτέλειας (ΒΕΑ) και εφάπαξ Βοηθήματος λόγω Θανάτου (ΒΘ) καθώς και η άσκηση κοινωνικής πρόνοιας με την χορήγηση χαμηλότοκων δανείων ειδικών αναγκών.
Ιδρύθηκε το 1853 με έδρα την Αθήνα, ως Ταμείο Χηρών και Ορφανών του Στρατού της (μάχιμης) γραμμής, της Χωροφυλακής και Οροφυλακής. Μετονομάστηκε σε Μετοχικό Ταμείο Στρατού το 1926.
Βρίσκεται μιαν ανάσα από την πλατεία Συντάγματος, παρ' όλα αυτά επί Οθωνα και ώς την εκθρόνιση του Γεωργίου στέγαζε τους... βασιλικούς στάβλους.
Είχε κατασκευαστεί το 1834 σε σχέδια του αρχιτέκτονα της Αυλής Κ. Ρέεζερ. Με την κατάργηση της μοναρχίας, το «φιλέτο» περιήλθε στο Δημόσιο, το οποίο κατά τα ειωθότα δεν πολυενδιαφέρθηκε για την αξιοποίησή του
Το 1923 ήταν μια μεγάλη αλάνα, στην οποία, όπως μας πληροφορεί ο Γιάννης Καιροφύλας στο βιβλίο του «Περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας», ένας ξένος επιχειρηματίας ονόματι Αμάρ είχε εγκαταστήσει το τσίρκο του!
Διέθετε ελέφαντες, λιοντάρια, πιθήκους και άλλα ζώα που προκαλούσαν φόβο στους Αθηναίους.
Οι εφημερίδες έγραφαν για τους βασανισμούς των φυλακισμένων ζώων, ενώ υπήρχαν φήμες για τον τρόπο που εξασφάλιζαν την τροφή τους, αλλά οι ανατριχιαστικές αποκαλύψεις μάλλον λειτουργούσαν ως κράχτης για το θέαμα...
Την ίδια εποχή, σημαντικοί πολεοδόμοι είχαν προτείνει την αξιοποίηση του ακινήτου. Είχαν διατυπωθεί προτάσεις για δημιουργία όπερας, για πλατεία αλλά και διαμελισμό του σε μικρότερα οικόπεδα ώστε να αξιοποιηθεί για διαφορετικές χρήσεις, όπως γραφεία, κατοικία, χώροι ψυχαγωγίας.
Το 1924 στο παιχνίδι μπήκε δυναμικά το πανίσχυρο Μετοχικό Ταμείο Στρατού (ΜΤΣ).
Είχε συγκροτηθεί στις αρχές του 1853 με ένα νόμο που έφερε την υπογραφή του υπουργού Στρατιωτικών Σπύρου Μήλιου και ήταν ένα ταμείο αρωγής για τις χήρες και τα ορφανά των αξιωματικών του Στρατού και της Χωροφυλακής.
Ακολούθησαν πολλά νομοθετήματα ώς την τελική ονομασία του ως «Μετοχικόν Ταμείον του κατά Γην Στρατού», που είχε στην ιδιοκτησία του σημαντικά ακίνητα.
Με αυτή την «προίκα» ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις με το Δημόσιο ώστε να ανταλλαγεί το οικόπεδο των 16.000 τετραγωνικών πήχεων μεταξύ των οδών Σταδίου, Βουκουρεστίου, Πανεπιστημίου και Αμερικής, παραχωρώντας άλλες ιδιοκτησίες του ΜΤΣ.
Οι διαπραγματεύσεις δεν καρποφόρησαν και το 1925 αποφασίζεται η πώλησή του έναντι 50 εκατ. δραχμών, από τις οποίες 15 εκατ. δόθηκαν σε μετρητά και τα υπόλοιπα σε χρεόγραφα.
Ηταν η πρώτη, αλλά όχι η μόνη επιτυχημένη επιλογή του Ταμείου, που απευθύνθηκε στον Ανδρέα Μεταξά, από τους πιο σημαντικούς αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου, για να καθορίσει τους βασικούς όρους αξιοποίησης του κεντρικού ακινήτου.
Ηταν αυτός που πρότεινε να γίνει αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, ο πιο δόκιμος τρόπος για παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας.
Στην πρόσκληση έδωσαν το «παρών» όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής. Υποβλήθηκαν 37 μελέτες, η μία καλύτερη από την άλλη, που εξετάστηκαν από επιτροπή Βρετανών αρχιτεκτόνων, η οποία αποφάσισε να δώσει τα πρωτεία σε δύο νεαρούς και άγνωστους αρχιτέκτονες, που δεν είχαν προλάβει να αποφοιτήσουν από την περίφημη Ecole des Beaux Arts, τη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού.
Ο Βασίλης Κασσάνδρας (1904-1973) είχε γεννηθεί στην Αθήνα, αλλά σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον καταγόμενο από την Κερασούντα της Μικράς Ασίας Λεωνίδα Μπόνη (1896-1963).
Ηταν η εποχή που στη γαλλική πρωτεύουσα εδραιωνόταν το ρεύμα της Art Deco, το οποίο επιχειρούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στον δαντελένιο κλασικισμό και τις αυστηρές γεωμετρικές γραμμές του μοντερνισμού.
Είχαν την τύχη να διδαχτούν από σπουδαίους δασκάλους, που τους έμαθαν πως «το ωραίο είναι το μεγαλείο του αληθινού», αλλά φρόντισαν να τους προσγειώσουν εξηγώντας τους πως «ο αρχιτέκτονας είναι ένας ποιητής που σκέπτεται και μιλά με την κατασκευή».
Δημιούργησαν ένα παραγωγικό δίδυμο, που έχει στο ενεργητικό του σπουδαία κτίρια, όπως το «Ρεξ» στην Πανεπιστημίου, και τις λουτρικές εγκαταστάσεις στο Λουτράκι. Οι αρχιτεκτονικοί τους δρόμοι χώρισαν μετά το 1940, αλλά τα προσωπικά έργα τους δεν διακρίνονται για την κομψότητά τους, όπως αυτά της κοινής τους πορείας.
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου